Καινοτόμες προσεγγίσεις
Οι λόγοι που τα εμβόλια κατά της Covid-19 είναι ασφαλή και αποτελεσματικά
Ηυγειονομική κρίση που πυροδότησε η νόσος Covid-19 έθεσε επιτακτικά την ανάγκη για εύρεση εμβολίου. επιστημονική κοινότητα με υπευθυνότητα και συστηματική μελέτη επέδειξε –και συνεχίζει να επιδεικνύει– γρήγορα αντανακλαστικά. Δεν είναι όμως η πρώτη φορά που καλείται να δώσει λύσεις. Στο παρελθόν υπήρξαν πολλές οι περιπτώσεις που σε μικρότερο ή μεγαλύτερο βαθμό ομοιάζουν με τη σημερινή δύσκολη συγκυρία. Στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο η Μαρί Κιουρί χρηματοδοτούμενη από την Ενωση Γυναικών της Γαλλίας εφηύρε και λειτούργησε η ίδια το πρώτο ραδιολογικό αυτοκίνητο για τη χειρουργική πράξη στο πεδίο της μάχης, αλλάζοντας για πάντα το χειρουργείο τραύματος. Λίγα χρόνια αργότερα, στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, πραγματοποιήθηκε η πρώτη μαζική παραγωγή αντιβιοτικών. Η δράση της πενικιλίνης ήταν γνωστή από το 1929, όμως η παραγωγή της ήταν περιορισμένη. Η επικείμενη προοπτική του πολέμου ενέτεινε την έρευνα και τον Μάρτιο του 1944 η Pfizer άρχισε να παράγει πενικιλίνη σε πρώην εργοστάσιο πάγου του Μπρούκλιν. Τον Ιούνιο του 1944 ο συμμαχικός στρατός μετέφερε το αντιβιοτικό στη Νορμανδία σώζοντας τουλάχιστον 100.000 ζωές και βοηθώντας σημαντικά τους συμμάχους, ενώ οι μέθοδοι που αναπτύχθηκαν θεμελίωσαν τη βιοτεχνολογική επανάσταση της δεκαετίας του 1970 και την τεχνολογία της γενετικής μηχανικής.
Συνασπισμός δυνάμεων
Η αβεβαιότητα της περιόδου που διανύουμε έχει κοινά με το παρελθόν. Η αναγκαιότητα για την αντιμετώπιση ενός αόρατου εχθρού κινητροδοτεί την παγκόσμια επιστημονική κοινότητα, οδηγώντας τη σε έναν πρωτόγνωρο συνασπισμό δυνάμεων προκειμένου να βρεθεί εμβόλιο κατά του κορονοϊού. Σήμερα τουλάχιστον τέσσερα εμβόλια κατά της νόσου Covid-19 βρίσκονται ένα βήμα πριν από την έγκριση χρήσης τους και αναπτύσσονται μέσω πρωτοποριακών επιστημονικών προσεγγίσεων.
Μια τέτοια καινοτόμος προσέγγιση είναι και η γενετική μηχανική, η οποία επιτρέπει ταχύτερη ανάπτυξη εμβολίων σε σχέση με τις παραδοσιακές μεθόδους, όπου χρειάζεται χρόνος για τον χειρισμό καινούργιων ιών με ασφαλή και αποτελεσματικό τρόπο. Αντίθετα, εμβόλια όπως αυτά που περιμένουμε να εγκριθούν σύντομα χρησιμοποιούν τη δυνατότητα ανασυνδυασμού ή ακόμη και σύνθεσης γενετικού υλικού εισάγοντας στον οργανισμό μας μικρό τμήμα του ιού, ικανό να προκαλέσει παραγωγή αντισωμάτων.
Τα εμβόλια των AstraeZeneca/ Oxford και Johnson & Johnson χρησιμοποιούν ανασυνδυασμό, τοποθετούν δηλαδή τμήμα του SARS-CoV-2 σε γνωστό, ακίνδυνο ιό, ενώ τα εμβόλια των Moderna και Pfizer/BioNTech χρησιμοποιούν σύνθεση. Συνθέτουν δηλαδή από την αρχή τμήμα του SARS-CoV-2 και το συνδυάζουν με άλλα, μη τοξικά για τον οργανισμό μόρια. Ο στόχος είναι να εισέλθει τμήμα του SARS-CoV-2 στα κύτταρά μας και να ξεκινήσει μια σειρά αντιδράσεων που καταλήγουν στην παραγωγή αντισωμάτων και την ανοσία.
Σε τρεις φάσεις
Πώς ξέρουμε όμως ότι τα εμβόλια είναι αποτελεσματικά; Στην πρώτη κλινική φάση μελετάται αν είναι καταρχάς ασφαλή. Στη δεύτερη εξετάζεται αν έχουν αποτελεσματικότητα και στην τρίτη πόση είναι αυτή η αποτελεσματικότητα με τη συμμετοχή χιλιάδων υγιών εθελοντών. Είναι σημαντικό ότι η διαδικασία απαιτεί τον αποκλειστικό έλεγχο των δεδομένων από ανεξάρτητο συμβούλιο υγειονομικών αρχών το οποίο δίνει και τις τελικές εκτιμήσεις αποτελεσματικότητας. Εθελοντές, γιατροί και ανώτερα στελέχη της εκάστοτε εταιρείας δεν έχουν πρόσβαση στα δεδομένα ούτε ρόλο στην ανάλυσή τους.
Ανάλογες κλινικές μελέτες για τα εμβόλια των Pfizer και Moderna δείχνουν αποτελεσματικότητα της τάξεως του 90% και 94% αντίστοιχα. Ενδεικτικά, ένα εμβόλιο εγκρίνεται με αποτελεσματικότητα τουλάχιστον 50%. Στο 50% κατά μέσο όρο κυμαίνεται ετησίως το εμβόλιο κατά της γρίπης, ενώ εκείνο κατά της ιλαράς φτάνει το 97%. Αν και δεν έχουμε ακόμη τα τελικά αποτελέσματα των νέων εμβολίων κατά της Covid-19, τα ποσοστά δεν προβλέπεται να πέσουν σημαντικά. Μπορούμε επομένως να είμαστε αισιόδοξοι, ειδικά και λόγω της σχετικής ταχύτητας παραγωγής πολλαπλών δόσεων. Τα παραδοσιακά εμβόλια εξαρτώνται από χρονοβόρες διαδικασίες. Τα εμβόλια γενετικής μηχανικής τεχνολογίας, αντίθετα, παράγονται ταχύτατα σε μεγάλες ποσότητες.
Τα εμβόλια ωστόσο ανάλογα με τη σύστασή τους διατηρούνται στις ανάλογες συνθήκες. Το εμβόλιο της Pfizer απαιτεί -70°C ενώ αυτό της Moderna -20°C. Αυτό κάνει την εφοδιαστική αλυσίδα πιο περίπλοκη, όχι όμως ανέφικτη. Οι καταψύκτες που λειτουργούν στους -80°C αποτελούν μέρος του βασικού εξοπλισμού νοσοκομείων, κλινικών και εργαστηρίων, ενώ πολλά δείγματα φυλάσσονται στους -196°C. Επιπλέον τα εμβόλια της Johnson & Johnson και της AstraZeneca/ Oxford που είναι επίσης πολύ κοντά στην έγκριση απαιτούν απλό ψυγείο συντήρησης. Στους επόμενους μήνες και ενώ οι ευπαθείς ομάδες και το υγειονομικό προσωπικό κάθε χώρας θα έχουν καλυφθεί από τις πρώτες δόσεις εμβολίων, ενδέχεται να τελεσφορήσουν προσπάθειες περισσότερων ερευνητικών ομάδων που βασίστηκαν και σε παραδοσιακές τεχνολογίες. Είναι σημαντικό επίσης το γεγονός ότι η διεθνής κοινότητα με επικεφαλής τον ΠΟΥ στήριξε την πρωτοβουλία COVAX (Covid-19 Vaccine Global Access Facility), που στοχεύει στη διασφάλιση ίσης πρόσβασης σε εμβόλια για όλες τις χώρες του κόσμου εξασφαλίζοντας 2 δισεκατομμύρια δόσεις μέχρι το τέλος του 2021.
Η επιστήμη λοιπόν φαίνεται να αντιμετωπίζει επιτυχώς την κρίση. Και αυτό δεν είναι αισιόδοξο μόνο για το σήμερα. Δημιουργεί θαυμάσιο προηγούμενο για το μέλλον.