Μουσική αιρεσιαρχία
Ο Δημήτρης Παπαδημητρίου μιλάει για το τρίτο μέρος του «Μεγάλου αιρετικού» και το μέλλον που ήδη είναι εδώ
Το YouTube Channel του Ιδρύματος Ωνάση ανοίγει στις 28 Απριλίου τον τρίτο κύκλο του «Μεγάλου αιρετικού» του Δημήτρη Παπαδημητρίου. Ο συνθέτης «συναντά» ξανά Ελληνες και ξένους ποιητές και με αφορμή το συγκεκριμένο έργο του συζητάμε για τέχνη, τεχνολογία, κοινωνία και πολιτική.
Με το τρίτο μέρος κλείνει ο κύκλος του «Μεγάλου αιρετικού». Τι μας επιφυλάσσει το τέλος του;
Mα φυσικά το τέταρτο. Αλλιώς τι αιρετικός θα ήταν και μάλιστα μεγάλος;
Αλήθεια, θεωρώ ότι χρειάζονται και άλλα έξι τραγούδια για να κλείσει μια επαρκής για μένα επίσκεψη στα περίχωρα αυτής της ποιητικής περιοχής. Είναι σαν ένα ωραίο ταξίδι σε μια χώρα απ’ όπου εντέλει δεν θέλεις να φύγεις.
Το τρίτο μέρος τελικά είναι ο πρόλογος και όχι ο επίλογος. Και αυτό επειδή στην αρχή σκέφτηκα να αποφύγω τους αυτονόητους ποιητές, άφησα χρέος για το τέλος αυτούς που είναι οι γνωστοί «πατριάρχες» του είδους, αλλά και κάποιους σπουδαίους σύγχρονους ποιητές μας που είναι παιδιά του Καρυωτάκη, του Σεφέρη, του Καβάφη, του Οντεν κ.ά.
Αυτό βέβαια είναι καλό, αφού σε streaming μόνο το τρίτο μέρος έχει προβληθεί, άρα για τους περισσότερους θεατές μας, πλην των φίλων που είδαν ζωντανούς στη Στέγη τους δύο πρώτους αιρετικούς, αυτή θα είναι η πρώτη επαφή. Ωστόσο έχω μια περίεργη γεύση αφού αισθάνομαι σαφέστατα ότι το έργο ανταποκρίνεται στον τίτλο του μόνο στο σύνολο των 36 τραγουδιών – μόνο έτσι συνυπάρχουν ο πολιτικός, ο ουτοπικός, ο ντανταϊστικός, ο ερωτικός και ο λαϊκός λόγος σε πλήρη ανάπτυξη και συνεργασία. Με παρηγορεί η σκέψη ότι ηχογραφούμε το έργο συνολικά και θα είναι έτοιμο προς έκδοση σε δυο τρεις μήνες. Εκεί ελπίζω να συμπεριλάβω και τα έξι επιπλέον τραγούδια.
Με ποια σειρά συναντήθηκαν οι δύο «αιρέσεις»; Η ποίηση συνάντησε τη μουσική ή το αντίστροφο;
H ποίηση σαφέστατα προηγήθηκε των τραγουδιών· πώς θα μπορούσε να γίνει αλλιώς; Είναι τα ποιήματα αυτά –όπως και τόσα άλλα που με περιμένουν– αναμμένα κάρβουνα που είναι ικανά να πυροδοτήσουν τόσα τραγούδια.
Θέλησα μεταξύ άλλων να παντρέψω το ελληνικό κοινό του τραγουδιού με τη διεθνή ποίηση. Σκέφτηκα, φαντάσου τι ωραίο θα ήταν να ακούω τους Ελληνες να τραγουδούν Οντεν, Λάρκιν, Γέιτς, Μποντλέρ, Καβαλκάντι… Στο πλαίσιο βέβαια του πολιτικού τραγουδιού το πείραμα είχε γίνει πολύ επιτυχημένα με τον Μπρεχτ, τον Χικμέτ κ.ά. Ενα μεγάλο μέρος, το πιο μεγάλο ίσως, παραμένει αχαρτογράφητο τραγουδιστικά για τους Ελληνες,
οι οποίοι είναι ο μόνος λαός –και λίγο οι Γάλλοι– που μπορεί να τραγουδάει τα ποιήματα σαν τραγούδια. Λογικό, καθώς εδώ γεννήθηκαν τα έπη, οι τραγωδίες που είχαν πρώτη ύλη το τραγούδι.
Η πλήρης αλήθεια είναι ότι η μουσική έρχεται σχηματισμένη ή και ασχημάτιστη σαν ένα βουητό γύρω από το σπουδαίο ποίημα. Εγώ ξεδιαλύνω το βουητό και το καταγράφω.
Μιλήστε μας για την επιλογή των ποιητών και πώς δημιουργήθηκε αυτός ο κύκλος.
Οπως όλα τα ωραία, στην τέχνη τα περισσότερα δεν γίνονται με διοικητικές και λογικές διαδικασίες. Αυτές έπονται για τη σωστή διαχείριση της φόρμας ενός υλικού. Οι ποιητές… αυτοί είναι οι αδερφοί μας, οι φίλοι μας, οι πατεράδες μας και οι παππούδες μας. Τους περιέχουμε, τους τσιτάρουμε και ζούμε με αυτούς. Μιλάμε με οικειότητα γι’ αυτούς μεταξύ μας οι φίλοι, που είναι κι αυτοί ποιητές, λογοτέχνες, συνθέτες κ.λπ. Μεγάλη προσπάθεια δεν χρειάστηκε, αυτούς που αγαπάω έβαλα ύστερα από όμορφες και απλές συζητήσεις με τον Γιώργο Κοροπούλη, ο οποίος έγινε με αυτό τον τρόπο ο λογοτεχνικός σύμβουλος του project. Ο Κοροπούλης αποτελεί και σημαντικό μεταφραστή, μαζί με τον μεγάλο Διονύση Καψάλη, αλλά και πρωτογενή ποιητή τραγουδιών του κύκλου. Χωρίς αυτούς τους δυο έξοχους λογοτέχνες μας το όνειρο της ελληνοποίησης των στίχων των σπου