Πασχαλινά θεατρικά δρώμενα
Πώς η χριστιανική τελετουργία αφομοίωσε πρακτικές του αρχαίου θεάτρου το οποίο διωκόταν από την εκκλησία
Μέσα από μακρόχρονες διαδικασίες στην ιστορία της ανθρωπότητας καλλιεργήθηκαν δημιουργικές εκφάνσεις ως αποτέλεσμα συλλογικών διεργασιών, όπως η δημοτική ποίηση, η ανώνυμη λαϊκή ζωγραφική, η ενδυμασία, ο ομαδικός χορός και –ανάμεσά τους– τα θεατρικά δρώμενα.
Οι θεατρικές δράσεις εξέφραζαν την ανάγκη των ανθρώπων να συμμετάσχουν μέσω της αναπαράστασης σε γεγονότα ή καταστάσεις που τους είχαν θέλξει. Εχουμε λοιπόν στον ευρύτερο ελληνικό πολιτισμικό χώρο μια σειρά από θεατρικές εκφράσεις και δρώμενα που σχετίζονται με τη χριστιανική θρησκεία. Το θέατρο γεννήθηκε μέσα από τη θρησκευτική τελετουργία των αρχαίων Ελλήνων, στα Ελευσίνια Μυστήρια, και μεγαλούργησε με την οικονομική και στρατιωτική υπεροχή των ελληνικών πόλεων, ιδιαιτέρως της Αθήνας. Με την παρακμή τους και τη ρωμαϊκή κυριαρχία φθίνει και το θέατρο. Στους βυζαντινούς χρόνους το σπουδαίο αυτό επίτευγμα βρίσκεται υπό διωγμό. Η σύνοδος της Λαοδικείας (343-381) μάλιστα στάθηκε με αυστηρότητα απέναντί του καταδικάζοντας θεατρίνους, παραστάσεις και θεατές.
Η ανάγκη του ανθρώπου όμως να υπάρχει και να επικοινωνεί και μέσω των παραστατικών τεχνών βρήκε τρόπο να αναστήσει την απαγορευμένη από την επίσημη εκκλησία τέχνη. Τα εργαλεία και τον τρόπο του θεάτρου λοιπόν χρησιμοποίησαν οι πιστοί για να παραστήσουν δρώμενα μέσα και έξω από τον ναό με υλικά από τη χριστιανική παράδοση. Ετσι, οργάνωσαν παραστάσεις στις οποίες ενέταξαν θέματα και ιστορίες από τη διδασκαλία της εκκλησίας σε παράλληλη συνύπαρξη με τη θεία λειτουργία, η οποία με τη σειρά της είναι παραστατικό δρώμενο με σαφείς κανόνες και προκαθορισμένο κείμενο.
Δρώμενα με καθαρά θεατρική μορφή ενσωματώθηκαν στη λειτουργική ζωή του χριστιανισμού. Το «Αρατε πύλας» ή η «Εις Αδου κάθοδος» του Χριστού τη Μεγάλη Παρασκευή είναι από τα πιο παλιά. Σε αυτό ο ιερέας «παριστάνει» τον Ιησού και ο διάκονος τον Σατανά-Αδη. Μετά τη μεταφορά του επιταφίου ο Ιησούς βρίσκει κλειστή την πόρτα του ναού και ψάλλει το «Αρατε πύλας». Ο Σατανάς ρωτά ποιος είναι και ο Ιησούς σπρώχνει την πόρτα για να εισέλθει στον ναό ο επιτάφιος θριαμβευτής. Στη λειτουργία του Νιπτήρος
αναπαρίσταται η νίψη των ποδιών των μαθητών από τον Ιησού πριν από τον Μυστικό Δείπνο – το δρώμενο τελείται και στις ημέρες μας στα Ιεροσόλυμα με τον πατριάρχη στον ρόλο του Χριστού και τους αρχιερείς σε αυτούς των μαθητών. Το κάψιμο του Ιούδα το απόγευμα της Κυριακής του Πάσχα είναι από τα πιο διαδεδομένα έθιμα στον ελλαδικό χώρο. Ενα ομοίωμα του Ιούδα από πανιά και χόρτα καίγεται συνήθως στο προαύλιο του ναού. Σημαντική περίπτωση πασχαλινού δρώμενου αποτελεί ο Λάζαρος στην Κύπρο. Ο αναστημένος φίλος του Χριστού κατά τη δεύτερη ζωή του υπήρξε επίσκοπος Κιτίου. Ενταφιάστηκε στη σημερινή Λάρνακα και κατά τον 10ο αιώνα έγινε η ανακομιδή των λειψάνων του στην Κωνσταντινούπολη. Τα σιμιλκούδκια, που συμβολίζουν το χρώμα του νεκρού, αποτελούν το «κοστούμι» ενός παιδιού που υποδύεται τον Λάζαρο κατά τη συμβολική αναπαράσταση της έγερσης. Οταν ο ύμνος φτάσει στο σημείο όπου ο Χριστός καλεί τον φίλο του, το παιδί σηκώνεται χαρούμενο. Σε κάποια χωριά ο Λάζαρος συνοδεύεται και από δύο κοπέλες που παριστάνουν τις αδερφές του. Μέχρι τα τέλη του 19ου αιώνα στον ναό του Λαζάρου στη Λάρνακα παριστανόταν
αυτή η σκηνή. Στο «Λάζαρε, έξελθε» οι διάκονοι τοποθετούσαν έναν σταυρό στο κεφάλι του «Λαζάρου», τον ράντιζαν με αγίασμα και όταν αυτός σηκωνόταν ο επίτροπος του έδινε κρασί και λαζαρόψωμα. Οι γυναίκες τον έραιναν με άνθη και όλοι μαζί φώναζαν «Λάζαρος ανέστη».
Στα ελληνικά γράμματα δεν έχουμε αξιόλογη συγκομιδή θρησκευτικών θεατρικών κειμένων. Αναφέρουμε το έργο «Χριστός πάσχων», άγνωστου ποιητή του 12ου αιώνα, ο οποίος σίγουρα ήταν γνώστης της αρχαίας ελληνικής τραγωδίας. Εδώ υπάρχουν κομμάτια ολόκληρα από τις «Βάκχες» του Ευριπίδη, όπου η Αγαύη θρηνεί για τον γιο της Διόνυσο. Στον «Χριστό πάσχοντα» ο θρήνος της Αγαύης γίνεται θρήνος της Παναγίας για το εσταυρωμένο τέκνο της. Δυστυχώς στην εποχή του αυτό το έργο δεν ευτύχησε να παρασταθεί. Τα πρόσωπα του δράματος ήταν η Παναγία, ο Χριστός, ο Νικόδημος, ο Ιωσήφ και σύμφωνα με την επίσημη εκκλησία η αναπαράστασή του συνιστούσε αμαρτία. Στους νεότερους χρόνους πολλές φορές έχει παρασταθεί, δίνοντας σε καλλιτέχνες και κοινό την εμπειρία της επαφής με μια διαφορετική θεατρική κουλτούρα.
Στο λόγιο θρησκευτικό θέατρο
να σημειώσουμε το θρησκευτικό δράμα του 17ου αιώνα «Θυσία του Αβραάμ» που αποδίδεται στον Βιτσέντζο Κορνάρο και υπήρξε δημοφιλές λαϊκό ανάγνωσμα. Εχουμε όμως και άλλο ένα είδος λαϊκού θρησκευτικού θεάτρου που είχε και λόγια υποστήριξη. Στα νησιά του Αιγαίου πελάγους γύρω στα 1600 αναπτύχθηκε μια θεατρική δραστηριότητα γηγενής με έργα που γράφονταν εκεί και παραστάσεις που δίνονταν υπό την επιρροή της ιησουίτικης προπαγάνδας. Εχουμε πληροφορίες λοιπόν για παραστάσεις που δίδονταν με θέματα από τους βίους αγίων, όπως η «Τραγέδια του Αγίου Δημητρίου» (Νάξος 1723) σε χώρους εκτός ναών με μεγάλη λαϊκή συμμετοχή.
Στις μέρες μας στον Ναό των Αγίων Θεοδώρων Αναβύσσου σε όλη τη διαδρομή που ακολουθεί ο επιτάφιος υπάρχουν σημεία όπου πάνω σε πατάρια αναπαριστώνται στιγμές από τη ζωή του Ιησού: η γέννηση, τα θαύματα, η σταύρωση και η ανάσταση.
Η τριβή και η μελέτη των πασχαλινών θεατρικών δρώμενων του τόπου μας μας οδηγούν στη διαπίστωση πως η αρχαία τέχνη του Διόνυσου εκφράστηκε και μέσω της χριστιανικής πίστης δημιουργώντας σπουδαίο απόθεμα πολιτισμού.
Στον «Χριστό πάσχοντα» υπάρχουν κομμάτια ολόκληρα από τις «Βάκχες» του Ευριπίδη, όπου η Αγαύη θρηνεί για τον γιο της Διόνυσο