«Μετά τη ΜΕΘ ο εφιάλτης των μικροβίων»
Τον γολγοθά της 82άχρονης μητέρας της δυόμισι μήνες μετά την αποσωλήνωσή της περιγράφει η δημοσιογράφος Κατερίνα Κατή
Τον εφιάλτη που ζουν χιλιάδες οικογένειες στην Ελλάδα βιώνει και η συνάδελφος Κατερίνα Κατή, η μητέρα της οποίας νοσηλεύτηκε διασωληνωμένη, έπειτα από ανακοπή, στη ΜΕΘ του ΚΑΤ για περίπου δώδεκα ημέρες. Η κατάστασή της, δεδομένης και της ηλικίας της (82 ετών), ήταν ιδιαίτερα σοβαρή. Ομως η κ. Σοφία, με τη βοήθεια και του εξαιρετικού ιατρονοσηλευτικού προσωπικού του ΚΑΤ, τα κατάφερε. Δυστυχώς μετά την αποσωλήνωση, στα μέσα Ιουνίου, ξεκίνησε ένας γολγοθάς για την ηλικιωμένη γυναίκα, που κανείς δεν ξέρει εάν, πότε και κυρίως πώς θα τελειώσει. Η ασθενής αντί να χειρουργηθεί αμέσως, καθώς της ανακοπής είχε προηγηθεί ένα ιδιαίτερα βαρύ και επώδυνο κάταγμα μηριαίου, μεταφέρθηκε στη μονάδα λοιμώξεων του νοσοκομείου, όπου νοσηλεύτηκε για περίπου έναν μήνα. Η παραμονή της στη ΜΕΘ είχε επιβαρύνει τον οργανισμό της με μια σειρά μικροβίων, με βαρύτερο, όπως είπαν οι γιατροί στην κόρη της, την ψευδομονάδα, με αποτέλεσμα να είναι επικίνδυνο να μπει στο χειρουργείο. Στον θάλαμο νοσηλεύονταν εκείνο το διάστημα γύρω στους 13 ασθενείς, στην πλειονότητά τους νέα παιδιά, θύματα τροχαίων με βαριά κατάγματα, που επίσης είχαν στον οργανισμό τους κάποιοι μικρόβιο που είχαν κολλήσει σε νοσοκομείο. Κάποιοι από αυτούς, κατάκοιτοι οι περισσότεροι, νοσηλεύονταν ήδη για πολλούς μήνες στη μονάδα λοιμώξεων, όπου δύο νοσοκόμες στην κάθε βάρδια έδιναν τιτάνιο αγώνα για να τους παρέχεται αξιοπρεπής νοσηλεία (σ.σ.: ύστερα από καταγγελτικά δημοσιεύματα της Κατερίνας Κατή στο Documentonews.gr και στο Κουτί της Πανδώρας η διοίκηση όρισε και τρίτη νοσηλεύτρια στη συγκεκριμένη μονάδα). Η μητέρα της Κ. Κατή, εξαντλημένη οργανικά και από μια σειρά βαρύτατων αντιβιώσεων προκειμένου να καταπολεμηθεί η ψευδομονάδα, χειρουργήθηκε επιτυχώς από έναν εξαίρετο επιστήμονα περίπου έναν μήνα μετά την εισαγωγή στη μονάδα λοιμώξεων και μία εβδομάδα μετά πήρε εξιτήριο. Σε ερώτηση της συναδέλφου πώς γίνεται να πάρει τόσο γρήγορα εξιτήριο με δεδομένο ότι υπήρχαν τα μικρόβια, η απάντηση ήταν «όλοι οι ανθρώπινοι οργανισμοί μπορεί να έχουν κάποιο μικρόβιο». Για το ποια ακριβώς, πλην της ψευδομονάδας, ήταν τα μικρόβια που είχαν φωλιάσει στον οργανισμό της 82άχρονης, εάν και πόσο επικίνδυνα μπορεί να ήταν για την εξέλιξη της υγείας της με δεδομένη την ηλικία της, αλλά και το γεγονός ότι θα παρέμενε κατάκοιτη για πολλούς μήνες μέχρι την πλήρη αποθεραπεία του ποδιού δεν υπήρξε καμία ενημέρωση. Το πόσο σοβαρή ήταν η κατάσταση έμελλε να το ζήσει τόσο η ίδια πρωτίστως με τον πιο βασανιστικό τρόπο όσο και η κόρη της, στο σπίτι της οποίας μεταφέρθηκε η χειρουργημένη κ. Σοφία. Η 82άχρονη, περίπου δυόμισι μήνες μετά το εξιτήριο, αγωνίζεται όχι για την αποθεραπεία του χειρουργημένου ποδιού της αλλά για την ίδια της τη ζωή. Φέρει δύο βαρύτατα μικρόβια από τη νοσηλεία της, που έχουν αποσταθεροποιήσει τον οργανισμό της και χωρίς να έχει ακόμα τη δυνατότητα να λάβει αντιβίωση, καθώς είναι πλέον ανθεκτική στις αντιβιώσεις μετά και τη βαριά αγωγή που είχε δεχτεί στο νοσοκομείο. Η ασθενής υποβάλλεται σχεδόν κάθε εβδομάδα σε εξονυχιστικές εξετάσεις (αίματος, ούρων, καρδιάς), λαμβάνει περισσότερα από 15 φάρμακα καθημερινά, ενώ υποστηρίζεται από νοσοκόμα, που πρέπει να ελέγχει συνεχώς πίεση, θερμοκρασία, οξυγόνο, ποσότητα ούρων κ.λπ., καθώς το ένα από το δύο μικρόβια μπορεί ανά πάσα στιγμή να προκαλέσει μη αναστρέψιμη βλάβη στην υγεία της. «Η μητέρα μου λίγες μόλις ημέρες μετά το εξιτήριο άρχισε να καταρρέει –μας λέει η Κ. Κατή– καθώς το ένα μικρόβιο ήταν στα κόπρανα και το άλλο στα ούρα. Κατάλαβα από τα συμπτώματα (π.χ. αλλεπάλληλες και εξαντλητικές διάρροιες) ότι τα πράγματα ήταν πολύ σοβαρά. Ημασταν στην καρδιά του καλοκαιριού και δεν μπορούσα να βρω ούτε έναν γιατρό να έρθει στο σπίτι να την εξετάσει και να μου πει τι έπρεπε να κάνω. Ηταν τρομακτικό… κι εγώ η ίδια ήμουν έτοιμη να καταρρεύσω. Οι γιατροί, έπειτα από μεγάλη προσπάθεια δική μου, έρχονταν για μια φορά, έγραφαν εξετάσεις, έκαναν αντιφατικές μεταξύ τους διαγνώσεις και μετά έφευγαν διακοπές. Αλλος μου έλεγε ‘‘κάνε της τώρα εισαγωγή στο νοσοκομείο’’, άλλος έγραφε φάρμακα και συνέστηνε παραμονή στο σπίτι για να μην πάρει κι άλλο μικρόβιο. Δεν υπήρχε ένας να αναλάβει πλήρως την κατάσταση κι έπρεπε εγώ να αποφασίσω ποιoν να ακούσω και ποιoν όχι. Ασύλληπτο βάρος. Ο πρώτος μήνας, μέχρι τελικά να την αναλάβει σταθερά ένας πολύ καλός γιατρός, που μου εξήγησε τι συμβαίνει αλλά και τη σοβαρότητα της κατάστασης, ήταν ένας πραγματικός, συνεχής εφιάλτης. Ακόμη τα πράγματα είναι πολύ σοβαρά. Το παλεύει ημέρα με την ημέρα. Το κόστος της κατάστασης είναι πολύ μεγάλο και οικονομικά. Πάνω απ’ όλα όμως το τίμημα είναι σωματικό και ψυχολογικό. Φανταστείτε τι θα συνέβαινε αν δεν έδινα ό,τι έχω και δεν έχω (και στο νοσοκομείο όπου καθημερινά πλήρωνα δύο αποκλειστικές νοσοκόμες, αλλά και τα αναλώσιμα, όπως Pumpers κ.λπ.) για να έχει η μητέρα μου όσα απαιτεί η κατάστασή της».
«Ημασταν στην καρδιά του καλοκαιριού και δεν μπορούσα να βρω ούτε έναν γιατρό να έρθει στο σπίτι να την εξετάσει και να μου πει τι έπρεπε να κάνω. Ηταν τρομακτικό… κι εγώ η ίδια ήμουν έτοιμη να καταρρεύσω»