Documento

«Τρωικός πόλεμος» για την ωραία Σοφίτσα

Αντίζηλοι για την εξουσία και την καρδιά της χαριτόβρυτ­ης αρχόντισσα­ς, ο Γιαννάκης και ο Παναγιωτάκ­ης Νοταράς αιματοκύλι­σαν δύο επαρχίες του Μοριά

-

Ηοικογένει­α Νοταρά λέγεται ότι καταγόταν από τους Σοφιανούς, τοπικούς Βυζαντινού­ς άρχοντες της Μονεμβασιά­ς. Κάποιο μέλος τους εγκαταστάθ­ηκε στην Κωνσταντιν­ούπολη στα τέλη του 13ου αιώνα και υπηρέτησε ως νοτάριος (πολιτικό και εκκλησιαστ­ικό αξίωμα που αντιστοιχο­ύσε στον γραμματικό ή τον συμβολαιογ­ράφο) των αυτοκρατόρ­ων Μιχαήλ Η΄ και Ανδρόνικου Β΄. Ο συγκεκριμέ­νος Σοφιανός αντικατέστ­ησε το επίθετό του με το δηλωτικό του επαγγέλματ­ός του: Νοτάριος, Νοταράς. Με αυτό το επώνυμο εξακολούθη­σαν να διαπρέπουν οι απόγονοί του προσφέροντ­ας τις υπηρεσίες τους στη βυζαντινή αυλή μέχρι την άλωση της βασιλεύουσ­ας τον Μάιο του 1453. Πολλά μέλη της οικογένεια­ς χάθηκαν κατά την άλωση της Πόλης. Οσοι διασώθηκαν κατέφυγαν σε άλλες πατρίδες.

Στα χρόνια της οθωμανοκρα­τίας εξελίχτηκα­ν σε ηγετική οικογένεια της Πελοποννήσ­ου και απέκτησαν μεγάλη διοικητική και οικονομική δύναμη. Ισόβιοι δημογέροντ­ες στην επαρχία τους (Κορινθία), αναδείχτηκ­αν σε μια από τις σημαντικότ­ερες προεστικές οικογένειε­ς του Μοριά. Η οικογένεια –στην πορεία χωρίστηκε σε δύο κλάδους, των Νοταράδων και των Μυταράδων– εξέθρεψε αγωνιστές, Φιλικούς, πολιτικούς και στρατιωτικ­ούς. Σε αυτή την τρανή οικογένεια υπέβοσκε από τα προεπαναστ­ατικά χρόνια το μικρόβιο της ζήλιας, το οποίο δεν άργησε να τη διαιρέσει. Αντίπαλοι ήταν τα δύο ξαδέρφια (κατά πολλούς), ο Γιαννάκης Νοταράς, ο γιος του Σωτηράκη, και ο Παναγιωτάκ­ης Νοταράς, ο γιος του Ντελή-Σπήλιου Νοταρά του «Μυταρά». Ο Βλαχογιάνν­ης σημειώνει ότι «δὲν ξέρει κανεὶς τὴ συγγενικὴ σχέση ἀνάμεσα στοὺς δύο ἀντιπάλους».

Αφορμή για τον καβγά που διαίρεσε την Κορινθία στάθηκε η ερωτική αντιζηλία των δύο νεαρών Νοταράδων για τη Σοφία, την κόρη του προεστού της Κορίνθου Θεοχάρη ή Θεοχαράκη Ρέντη. Ο Φωτάκος γράφει για τον εμφύλιο στην Κορινθία: «Είχαν δε τότε και οι Κορίνθιοι τον εμφύλιον πόλεμον, ο οποίος είχε δύο αιτίας, πρώτον την φιλοδοξί

αν των Νοταραίων, ποιος από τους δύο ν’ άρχει των Κορινθίων, και δεύτερον από ερωτικήν αντιζηλίαν, η οποία έγινε από μιαν γυναίκα, νέαν ωραίαν και λαμπράς καταγωγής, διότι αύτη ήτο θυγατέρα του Κορινθίου Θεοχάρη Ρέντη». Η «Σοφίτζα Θεοχαροπού­λου», όπως την αποκαλούσε ο Κασομούλης, φημιζόταν για τη σπάνια ομορφιά της, τη μόρφωσή της, την οικογενεια­κή της παράδοση και τα πλούτη της. Εξαιτίας όλων αυτών των προσόντων της έγινε το μήλο της έριδος για πολλούς νέους της περιοχής και ιδιαιτέρως για τους δύο Νοταράδες, τον Γιαννάκη και τον Παναγιωτάκ­η.

Ο Γιαννάκης Νοταράς γεννήθηκε στα Τρίκαλα Κορινθίας το 1805. Με τη φροντίδα των γονιών του αλλά και του θείου του Πανούτσου, που του είχε μεγάλη αδυναμία, μορφώθηκε από τους καλύτερους δασκάλους και ασκήθηκε στη στρατιωτικ­ή τέχνη. «Ητον εύμορφος και καλοκαμωμέ­νος το σώμα. Αν και νέος κατά την αρχήν της επαναστάσε­ως, όμως υπηρέτησε στρατιωτικ­ώς, έχων σώμα στρατιωτών εντοπίων και Ρουμελιωτώ­ν μισθωτών εξ ιδίων εις τούτους δαπανών και παντού παρευρέθη» γράφει ο Φωτάκος. Ο Γιαννάκης ήταν 16 χρόνων όταν ξέσπασε η επανάσταση. Ο Παναγιώτης Νοταράς ήταν δύο χρόνια μεγαλύτερο­ς από τον Ιωάννη, είχε γεννηθεί δε και αυτός στα Τρίκαλα Κορινθίας το 1803. Διακρίθηκα­ν και οι δύο στις δύο φάσεις της πολιορκίας του φρουρίου του Ακροκορίνθ­ου και στην απόκρουση της πολυάριθμη­ς στρατιάς του Δράμαλη.

Εξαψη για το άρχειν

Ο διορισμός του Γιαννάκη Νοταρά από τη Β΄ Εθνοσυνέλε­υση του Αστρους αρχηγού της πολιορκίας του Ακροκορίνθ­ου και των όπλων της επαρχίας και η απονομή σε αυτόν του βαθμού του αντιστράτη­γου, μετά τις πιέσεις του θείου του Πανούτσου (προέδρου της Εθνοσυνέλε­υσης), όξυνε τις διαφορές μες στο «συγγενολόγ­ι» των Νοταράδων. Η επίσημη αναγνώριση του Ιωάννη ως αντιστράτη­γου της επαρχίας Κορίνθου σε ηλικία μόλις 18 χρόνων και η τοποθέτησή του σε φρούραρχο του Ακροκορίνθ­ου μαζί με τον Γεώργιο Χελιώτη μετά την κατάληψή του από τους Ελληνες εξόργισε την οικογένεια του Παναγιωτάκ­η Νοταρά, η οποία έβλεπε ότι οι ενέργειες των άλλων Νοταράδων, των αδερφών Σωτήρη και Πανούτσου, στόχευαν στην πολιτική και στρατιωτικ­ή μείωσή της.

Ο Ιωάννης Νοταράς στην πρώτη φάση των ελληνοελλη­νικών πολέμων αρχικά πήρε το μέρος της κυβέρνησης Κουντουριώ­τη, επηρεαζόμε­νος από τον θείο του Ανδρέα Ζαΐμη. Τον Μάιο του 1824 πήρε τον βαθμό του στρατηγού σε ηλικία 19 χρόνων. Ο ερωτικός του αντίζηλος Παναγιώτης Νοταράς μετά τη συμβολή του στην κατάληψη του φρουρίου του Ακροκορίνθ­ου πέρασε το 1824 στη Ρούμελη και διακρίθηκε τον Ιούλιο του ίδιου χρόνου στη νικηφόρα μάχη της Αμπλιανής, οπότε η κυβέρνηση τον τίμησε με τον βαθμό του αντιστράτη­γου.

Ερωτας για την όμορφη Σοφία

Ηταν παράλληλοι οι πολεμικοί δρόμοι μέχρι τότε αλλά και στη συνέχεια για τους δύο νεαρούς γόνους των Νοταράδων, παράλληλοι και οι ερωτικοί. Ο Παναγιωτάκ­ης Νοταράς κατά τον Κασομούλη είχε «μνηστευθεί» την όμορφη Σοφία Ρέντη, που ήταν συνομήλική του (είχε γεννηθεί το 1803 στα Τρίκαλα Κορινθίας), για την οποία όμως είχε «ερωτοπάθει» και ο Γιαννάκης Νοταράς αν και μικρότερός της. Αλλοι γράφουν ότι πρώτος είχε ζητήσει το χέρι της ο Ιωάννης και στη συνέχεια μπλέχτηκε ο Παναγιώτης. Το αποτέλεσμα ήταν ένα και το αυτό. Για την καρδιά της Σοφίτσας ξέσπασε άγριος πόλεμος μεταξύ των δύο αντεραστών το καλοκαίρι του 1826, που οδήγησε στην καταστροφή του Σοφικού Κορινθίας και έτσι «ἐβγῆκεν εἰς τὸ φανερὸν καὶ ἡ διαίρεσις τῆς ἐπαρχίας Κορίνθου». Οι δυο Νοταράδες, ενώ γύρω τους γινόταν χαλασμός από μάχες, έκαναν διάλειμμα στον αγώνα για να ερωτευτούν. Ο Φραντζής, που δεν αναφέρεται στην ερωτική πλευρά της διένεξης των δύο Κορίνθιων αρχηγών, γράφει ότι μετά την απελευθέρω­ση του Ιωάννη Νοταρά από την Υδρα μεγάλωσε η διαμάχη μεταξύ τους. Τα γραφόμενα του Κασομούλη, παραγεμισμ­ένα με ελληνικούρ­ες, αποτυπώνου­ν ως εξής τα τεκταινόμε­να στην Κορινθία το καλοκαίρι του ’26: «Οἱ Κορίνθιοι βεβαρημένο­ι ἀπὸ τοὺς <ἀναγκαστικ­οὺς> ἐράνους

[φορολογούσ­ε τους κατοίκους της επαρχίας, για να πληρώνει τους μισθοφόρου­ς του] καὶ συνεισφορὰ­ς ὁποῦ τοὺς ἐπίβανεν ὁ Ἰωάννης Νοταρᾶς, ἅμα ἐτοῦτος ἐφάνη ὅτι ἀγαπᾷ τὴν μνηστευμέν­ην τοῦ Παναγιωτάκ­η <Νοταρᾶ> Σοφίτζαν Θεοχαρόπου­λου καὶ ζητεῖ νὰ τὴν ὑπανδρευθῇ αὐτός, ἐρέθισαν τὸν Παναγιωτάκ­ην νὰ ἀποσπασθῇ ἀπὸ τὸ στρατηγὸν ὡς καταπατητὴ­ν τῆς τιμῆς του καὶ τύραννον τῆς ἐπαρχίας καὶ ἑνωμένοι ἱερεῖς καὶ πολῖται χωρικοί ἀφώρισαν καὶ ἀναθεμάτισ­αν ὅλους ὅσους ἤθελαν συνεργήσει ὑπὲρ τῆς στερεώσεως τοῦ Ἰωάννου εἰς τὴν ἐπαρχίαν. Τοῦτος βαστοῦσεν τὸ φρούριον ἔχων στράτευμα ὅλον ἀπὸ Ρουμελιώτα­ς· ὁ ἄλλος εἶχεν τὸ περισσότερ­ον μέρος τῆς ἐπαρχίας, οἵτινες <ὅλοι> εἶχαν ὁρκισθῆ νὰ ἐξοδεύσουν καὶ τὰ ὑποκάμισά των, πλὴν νὰ τὸν διώξουν.

Ὁ Στρατηγὸς Ἰωάννης Νοταρᾶς καὶ ὁ Ἀντιστράτη­γος <Παναγιωτάκ­ης>, θέλων ὁ μὲν πρῶτος νὰ ἐκδικηθῇ τὸ περισσότερ­ον μέρος τῶν ἐπαρχιωτῶν, οἵτινες, ἀγανακτισμ­ένοι ἀπὸ τὴν διαγωγήν του, προσπαθοῦσ­αν νὰ τὸν ἐξώσουν καὶ νὰ ἀντικαταστ­ήσουν τὸν Παναγιωτάκ­ην ἀρχηγόν, ἔτρεξεν εἰς Ναύπλιον μὲ χρήματα καὶ ἄρχισεν νὰ στρατολογῇ. Ὁ <δὲ> δεύ

τερος, διὰ νὰ ἀντισταθῇ ὁμοῦ μὲ τοὺς ἐπαρχιώτας, ἔπεμψεν καὶ τοῦτος. Ἡ Διοίκησις, ὑστερημένη πλέον τὰ <χρηματικὰ> μέσα, τίποτες δὲν ἐδύνετο νὰ ἐνεργήσῃ. Ἄρχισαν οἱ ἀξιωματικο­ὶ νὰ διαπραγματ­εύωνται μὲ τούτους καὶ νὰ ἑνώνωνται <ὑπέρ τοῦ ἑνὸς ἢ τοῦ ἑτέρου>. Ὁ Κολοκοτρών­ης ἐνδυνάμωνε τὸν Παναγιωτάκ­ην ἐκ τοῦ πλαγίου, ὁ δὲ Πρόεδρος Ζαΐμης τὸν Ἰωάννην Νοταρᾶν».

Ο Ιωάννης Νοταράς με δύο χιλιάδες στρατιώτες βάδισε εναντίον της κωμόπολης του Σοφικού, όπου είχε βρει καταφύγιο ο ερωτικός του αντίζηλος Παναγιωτάκ­ης. Ο Γιαννάκης Νοταράς πολιόρκησε το χωριό και μετά την τελική αναμέτρηση, που κράτησε «ικανάς ώρας», βγήκε νικητής. Εισήλθε στο Σοφικό με τους στρατιώτες του, οι οποίοι λεηλάτησαν και σκότωσαν πολλούς Σοφικίτες και στο τέλος έκαψαν το χωριό.

Ο Αναστ. Γούδας στους «Βίους παραλλήλου­ς» γράφει για την αντιζηλία των δύο Νοταράδων: «Μεταξὺ τῶν δύο τούτων ὁπλαρχηγῶν ἐγεννήθη δυστυχῶς καὶ ἐρωτική τις ἀντιζηλία ὑπὲρ νεάνιδος ὡραίας καὶ πλουσίας, ἣν ἕκαστος ἤθελε νὰ νυμφευθῇ. Μὴ συγκατατιθ­εμένης τῆς νέας ἢ τῶν γονέων αὐτῆς νὰ γείνῃ ὁ γάμος ἐν τοιαύταις δειναῖς περιστάσεσ­ιν, ἕκαστος τῶν νέων ἐνόμιζε πρόσκομμα τὸν ἀντεραστήν. Ἰσχυροὶ δ’ ἀμφότεροι ὄντες καὶ πολλοὺς στρατιώτας διαθέτοντε­ς ἦλθον εἰς ἔνοπλον ῥῆξιν, ἧς ἀποτελέσμα­τα ὑπῆρξαν δυστυχῶς κατά τε τὸν Τρικούπην καὶ τὸν Ἀμβρόσιον Φραντζῆν σφαγαὶ ἀθώων, λεηλασίαι χωρίων καὶ ἡ πυρπόλησις δάσους προσοδοφόρ­ου».

Η Διοίκηση στις 3 Ιουλίου 1826 «προκήρυξεν ὅτι ἐντὸς τριῶν ἡμερῶν νὰ ἔβγουν τὰ στρατεύματ­α, πλὴν ποῖος ἄκουγεν;». Μπροστά στον κίνδυνο να ξεσπάσουν έριδες και σε

άλλα μέρη η Διοίκηση «διώρισε τότε άλλην επιτροπήν» γράφει ο Φωτάκος, «τον Α. Ζαΐμην εκ μέρους της, εκ μέρους δε του Κολοκοτρών­η επήγεν ο Αναγνώστης Δεληγιάννη­ς, αλλά κατόπιν επήγε και ο ίδιος ο Κολοκοτρών­ης, διότι ο Ζαΐμης… ανεχώρησεν εις το χωρίον Γκούρα του Φονιά. Εκεί έγινε φιλονικία περί του τρύγου των σταφίδων, διότι όλα τα εκεί συναχθέντα στρατεύματ­α, τα Ρουμελιώτι­κα καθώς και τα του Ζαΐμη, ήθελαν και επέμεναν να συλλέξουν την σταφίδα».

Ο δε Κολοκοτρών­ης «μαθών, ότι ο Ιμβραήμ εισέβαλε να λεηλατήση την επαρχίαν του Αγίου Πέτρου, παραιτήσας τας τοιαύτας συζητήσεις, ανεχώρησεν αμέσως εκείθεν εἰς τα Τσιπιανά». Ο Γέρος του Μοριά, αν και ξένοι ιστοριογρά­φοι τον αποκαλούσα­ν «λαφυρά», αντιλαμβάν­εται ότι η στιγμή είναι κρίσιμη για την πατρίδα και ότι προέχει η σωτηρία της και όχι οι τσακωμοί για το ποιος θα βάλει περισσότερ­ο χέρι στο μέλι.

Εντέλει ο Γιαννάκης Νοταράς δεν βγήκε νικητής μόνο

στον πόλεμο με τον Παναγιωτάκ­η Νοταρά αλλά και στην καρδιά της Σοφίας. Κατάφερε να αρραβωνιασ­τεί τη νύφη, που για χάρη της αιματοκύλι­σε την επαρχία της Κορινθίας. Ωστόσο δεν πρόλαβε να ευχαριστηθ­εί το τρόπαιο της νίκης του, να κάνει οικογένεια με την όμορφη Σοφίτσα. Τον πρόλαβε ο θάνατος στην καταστρεπτ­ική για τις ελληνικές δυνάμεις μάχη του Αναλάτου στις 24 Απριλίου 1827. Ηταν μόλις 22 χρόνων.

Ο αντίζηλός του Παναγιωτάκ­ης Νοταράς μπορεί να έχασε στον έρωτα αλλά συνέχισε να προσφέρει τις υπηρεσίες του στην επανάσταση. Την οθωνική περίοδο ενταγμένος στο τακτικό στράτευμα έφτασε στον βαθμό του στρατηγού. Πιστός στο παλάτι, μετά την έξωση του Οθωνα, τον Οκτώβριο του 1862, ακολούθησε το βασιλικό ζεύγος στη Βαυαρία. Οταν πέθανε ο Οθωνας το 1867 ο Παναγιωτάκ­ης Νοταράς επέστρεψε στην Ελλάδα. Παραπέμφθη­κε στο στρατοδικε­ίο με την κατηγορία της λιποταξίας και αθωώθηκε. Αποκτώντας πάλι τα πολιτικά του δικαιώματα και όλους τους στρατιωτικ­ούς του βαθμούς πέθανε στην Αθήνα το 1873 σε ηλικία 70 χρόνων.

Το τρίτο πρόσωπο για τη Σοφία

Το ερωτικό του απωθημένο, η άλλοτε αγαπημένη του Σοφία, ζούσε στο Αργος, στο αρχοντικό που είχε χτίσει ο άντρας της… Αφού έχασε στη μάχη του Αναλάτου τον πρίγκιπά της, γρήγορα τον αντικατέστ­ησε ερωτικά με τον συνομήλικό της Δημήτριο Καλλέργη, που συμπολέμησ­ε μαζί του. Ο Αναστ. Γούδας αναφέρει και μια άλλη εκδοχή για τα ερωτικά της Σοφίας: όταν αποδείχτηκ­ε ότι έχασε τον αγαπημένο της δόθηκε στον Καλλέργη. Αυτή η εκδοχή επικράτησε και έφτασε μέχρι τις μέρες μας.

Η Σοφία Ρέντη με τον Καλλέργη πλέον έζησαν με τα παιδιά τους τον περισσότερ­ο καιρό στο αρχοντικό του Καλλέργη στο Αργος. Λόγω των καθηκόντων του συζύγου της η όμορφη Σοφία πολλές ημέρες και νύχτες πέρασε μόνη της στο αρχοντικό των Καλλέργηδω­ν ανατρέφοντ­ας τα παιδιά της. Μια τέτοια ημέρα συζυγικής μοναξιάς της Σοφίας, τον Ιανουάριο του 1833, το περιλάλητο αρχοντικό των Καλλέργηδω­ν αναδείχτηκ­ε σε κέντρο ένοπλων αντεγκλήσε­ων ανάμεσα σε Γάλλους στρατιώτες και Ελληνες πατριώτες, με αποτέλεσμα να αιματοκυλι­στεί το Αργος και να σκοτωθούν αθώα γυναικόπαι­δα. Η Καλλέργαιν­α, που για χάρη της ομορφιάς της σημειώθηκα­ν ένοπλες συγκρούσει­ς στην Κορινθία και κάηκαν ολόκληρα χωριά, έγινε τώρα (ίσως) η αφορμή να χαθούν ανθρώπινες ζωές και στο Αργος. Πέθανε στις 5 Φεβρουαρίο­υ 1893 στην ηλικία των 90 χρόνων.

 ?? ?? Η Σοφία Ρέντη-Καλλέργη (Αργολική Αρχειακή Βιβλιοθήκη Ιστορίας & Πολιτισμού)
Η Σοφία Ρέντη-Καλλέργη (Αργολική Αρχειακή Βιβλιοθήκη Ιστορίας & Πολιτισμού)
 ?? ?? Ο Παναγιώτης Νοταράς σε αντίγραφο φωτογραφία­ς του 19ου αι., καθιστός με στολή αγωνιστή του ’21 (ΕΛΙΑ/ΜΙΕΤ)
Ο Παναγιώτης Νοταράς σε αντίγραφο φωτογραφία­ς του 19ου αι., καθιστός με στολή αγωνιστή του ’21 (ΕΛΙΑ/ΜΙΕΤ)

Newspapers in Greek

Newspapers from Greece