Κίνδυνος υποβάθμισης στην ασφάλεια πτήσεων
Τη διερεύνηση αεροπορικών ατυχημάτων στην Ελλάδα μπορεί να αναλάβουν άλλες χώρες
Εν συντομία
Επί τρία χρόνια οι διερευνητές του Οργανισμού Διερεύνησης Αεροπορικών και Σιδηροδρομικών Ατυχημάτων εκλιπαρούν την κυβέρνηση Μητσοτάκη και προσωπικά τον πρώην υπουργό Μεταφορών Κώστα Αχ. Καραμανλή για προσλήψεις και διάθεση πόρων ώστε η υπηρεσία να μπορεί να ανταποκριθεί στις υποχρεώσεις της, αλλά οι αρμόδιοι κωφεύουν.
Γιατί ενδιαφέρει
Η Ελλάδα αναμένει έλεγχο από τον διεθνή οργανισμό ασφάλειας των πτήσεων και κινδυνεύει άμεσα με υποβάθμιση στις διεθνείς κατατάξεις ασφάλειας.
«Λυπάμαι που το ζήτημα αυτό εργαλειοποιείται με τέτοιον τρόπο λίγες μέρες πριν από τις εκλογές. Ο δικαιολογημένος θυμός των συγγενών των θυμάτων δεν δικαιολογεί τέτοιου είδους συμπεριφορές». Αυτή η απάντηση του πρωθυπουργού σε ερώτηση που του τέθηκε αναφορικά με επερχόμενη απεργία των εργαζομένων στους ελληνικούς σιδηροδρόμους αλλά και με μήνυση την οποία κατέθεσαν οι συγγενείς των θυμάτων της τραγωδίας
των Τεμπών αποτυπώνει την αντίληψη του ίδιου και της κυβέρνησής του για την ασφάλεια των ταξιδιωτών, η οποία τους απασχολεί μόνο με όρους επικοινωνίας. Εξάλλου η κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη –και ειδικά ο τέως υπουργός Μεταφορών Κώστας Αχ. Καραμανλής– έγραφε και εξακολουθεί να γράφει στα παλαιότερα των υποδημάτων της τις συνεχείς εκκλήσεις των εργαζομένων στους σιδηροδρόμους, είτε διά εξωδίκων είτε ακόμη και διά προσωπικών επιστολών, καταγγέλλοντας μάλιστα όσους μιλούσαν για τα προβλήματα ασφαλείας ως τρομολάγνους.
Το Documento αποκαλύπτει σήμερα ότι οι σιδηροδρομικοί δεν ήταν οι μόνοι που απηύθυναν και συνεχίζουν να απευθύνουν εκκλήσεις στην κυβέρνηση. Αντιθέτως, επιστολές στον τέως υπουργό Μεταφορών Κ. Αχ. Καραμανλή, μέσω των οποίων εκλιπαρούσαν για τη χρηματοδότηση και την κάλυψη διάφορων αναγκών, έστελναν ήδη από το 2020 και οι διερευνητές του Εθνικού Οργανισμού Διερεύνησης Αεροπορικών και εσχάτως και Σιδηροδρομικών Ατυχημάτων. Πρόκειται για τον μοναδικό κατά τον νόμο αρμόδιο οργανισμό να διερευνήσει και το δυστύχημα των Τεμπών, πράγμα το οποίο δεν συνέβη, με αποτέλεσμα να τίθενται εν αμφιβόλω τα συμπεράσματα της περιβόητης επιτροπής Γεραπετρίτη, η οποία δεν είχε καμία νομική υπόσταση. Η υποβάθμιση αυτού του οργανισμού εξαιτίας των πολιτικών της απερχόμενης κυβέρνησης είναι δυνητικά επικίνδυνη και για την ίδια τη χώρα, η οποία απειλείται ευθέως με υποβάθμιση από τον Διεθνή Οργανισμό Πολιτικής Αεροπορίας (ICAO).
Πλην των σιδηροδρομικών, εκκλήσεις στην κυβέρνηση απηύθυναν από το 2020 συνεχώς οι διερευνητές του οργανισμού για τα αεροπορικά ατυχήματα, οι οποίοι εκλιπαρούσαν για χρηματοδότηση και κάλυψη αναγκών
Ζητούνται προσωπικό και πόροι
Ο ρόλος του εν λόγω οργανισμού είναι ύψιστης σημασίας για τη χώρα, όχι μόνο γιατί είναι επιφορτισμένος με τη διερεύνηση αεροπορικών ατυχημάτων –θεωρητικά τουλάχιστον–, αλλά επειδή από τη λειτουργία του εξαρτάται εν πολλοίς και η κατάταξη της Ελλάδας στις διεθνείς κατατάξεις ασφάλειας των πτήσεων. Από τις επιστολές των διερευνητών του Εθνικού Οργανισμού Διερεύνησης Αεροπορικών και Σιδηροδρομικών Ατυχημάτων προς το αρμόδιο υπουργείο Μεταφορών προκύπτει μια σειρά από προβλήματα, της επίλυσης των οποίων δεν επιλήφθηκε ποτέ κανένας. Μάλιστα στην τελευταία επιστολή προς το υπουργείο Μεταφορών στις 6 του περασμένου Μαρτίου αναφέρεται ότι από τη σύστασή του δεν έχουν γίνει από το υπουργείο ενέργειες έτσι ώστε να είναι δυνατή η επί της ουσίας λειτουργία του.
Οι διερευνητές αεροπορικών ατυχημάτων και ασφάλειας πτήσεων που συνυπογράφουν το κείμενο αναφέρουν μεταξύ άλλων ότι απαιτείται άμεσος ορισμός νέου συμβουλίου αλλά και άμεση στελέχωση του οργανισμού με πρόσθετους διερευνητές στο Γραφείο Διεύθυνσης Αεροπορικών Ατυχημάτων και Συμβάντων και με διερευνητές στο Γραφείο Διερεύνησης Σιδηροδρομικών Ατυχημάτων και Συμβάντων. Παράλληλα, σημειώνουν ότι υπάρχει αδυναμία καταβολής των αποδοχών των διερευνητών αεροπορικών ατυχημάτων αλλά και ότι οι επιφορτισμένοι με τη διερεύνηση τέτοιων περιστατικών εργαζόμενοι αδυνατούν να ανταποκριθούν στις υποχρεώσεις τους λόγω της έλλειψης πόρων. Μάλιστα σε παλαιότερες επιστολές τους, οι οποίες έχουν κοινοποιηθεί στον τέως υπουργό Μεταφορών από το 2020 και μετά, έχουν επισημάνει ακόμη ότι δεν διατίθεται ο αναγκαίος εξοπλισμός στο προσωπικό και ότι οι διερευνητές πληρώνουν οι ίδιοι τα έξοδά τους σε εκτός έδρας αποστολές.
Eπιθεώρηση της χώρας τον Δεκέμβριο
Απ’ όσα αναφέρονται ωστόσο στην επιστολή που φέρνει στο φως το Documento προκύπτει κάτι ακόμη σοβαρότερο. Αυτό δεν είναι άλλο από τον υπαρκτό πια κίνδυνο υποβάθμισης της Ελλάδας από τον ICAO. Οι υπογράφοντες την επιστολή αναφέρουν συγκεκριμένα ότι «τον Δεκέμβριο του 2023 αναμένεται επιθεώρηση της χώρας μας από τον Διεθνή Οργανισμό Πολιτικής Αεροπορίας. Ενας από τους οκτώ τομείς που θα επιθεωρηθούν είναι η διερεύνηση αεροπορικών ατυχημάτων και συμβάντων που πραγματοποιείται από τον εθνικό οργανισμό διερεύνησης αεροπορικών και σιδηροδρομικών ατυχημάτων. Από τον αρχικό έλεγχο που έχει πραγματοποιηθεί στις ερωτήσεις του ICAO εκτιμάται ότι μπορούμε να περάσουμε με επιτυχία μόνο το 30%, γεγονός το οποίο θα έχει αρνητικό αντίκτυπο για τη χώρα μας». «Επομένως» καταλήγουν οι διερευνητές «θα πρέπει να κινηθούμε άμεσα, αφού υπάρχουν σοβαρά θέματα που εκκρεμούν και απαιτούν χρονοβόρες ενέργειες».
Πηγές της πολιτικής αεροπορίας εξήγησαν στο Documento ότι ο αρνητικός αντίκτυπος τον οποίο περιγράφουν οι διερευνητές του εθνικού οργανισμού θα μπορούσε να σημαίνει έως και υποβάθμιση της Ελλάδας στις διεθνείς κατατάξεις ασφάλειας των πτήσεων. Οπως λένε, κάτι τέτοιο μπορεί να οδηγήσει στην ανάληψη των σχετικών αρμοδιοτήτων από φορείς τρίτων κρατών, με όλες τις αυτονόητες συνέπειες μιας τέτοιας εξέλιξης στους τομείς της εθνικής ασφάλειας, της εξωτερικής πολιτικής, των γεωστρατηγικών θέσεων της χώρας και της οικονομίας της. Εξάλλου από εσωτερική αλληλογραφία των ίδιων διερευνητών με τον πρόεδρο της Εθνικού Οργανισμού Συντονισμού Πτήσεων, της οποίας έχει γνώση το Documento, προκύπτει σαφώς ότι τον έχουν προειδοποιήσει για τον παραπάνω κίνδυνο, επισημαίνοντας τόσο την πιθανότητα υποβάθμισης της Ελλάδας όσο και το γεγονός ότι η ανταπόκριση στον έλεγχο του ICAO δεν θα είναι δυνατή.