Το ΕΣΥ, ο βαριά ασθενής
Η κατάσταση χειροτερεύει συνεχώς, τα ράντζα επιστρέφουν στα νοσοκομεία και οι γιατροί εργάζονται κάτω από άθλιες συνθήκες
Το επιβαρυμένο και από την πανδημία ΕΣΥ νοσεί σε όλα τα επίπεδα. Το Documento έχει καλύψει εκτενώς τα προβλήματά του με συνεχή ρεπορτάζ σε κάθε φύλλο της εφημερίδας, από την εμφάνιση του κορονοϊού μέχρι σήμερα. Από τότε όμως μέχρι τώρα τίποτε δεν έχει αλλάξει προς το καλύτερο. Αντιθέτως, φαίνεται πως η κατάσταση βαίνει διαρκώς επί τα χείρω.
«Το ΕΣΥ έχει τεράστιες ελλείψεις σε γιατρούς διότι μπορεί κάποιες θέσεις να καλύπτονται περιστασιακά, είτε με μετακινήσεις είτε με γιατρούς με μπλοκάκι είτε με ιδιώτες, αλλά αυτό δεν αρκεί. Διότι δεν καλύπτεται ποιοτικά το σύστημα. Πρέπει να υπάρχει ποιότητα στην παροχή των υπηρεσιών. Δεν τοποθετούμε γιατρούς απλώς για να υπάρχουν» είπε ο Κων. Λιβαδάς, ενώ αναφέρθηκε εκτενώς και στις συνθήκες κάτω από τις οποίες είναι υποχρεωμένοι να εργάζονται οι γιατροί και το νοσηλευτικό προσωπικό.
«Το προσωπικό» εξήγησε «τόσο το ιατρικό όσο και το νοσηλευτικό έχει πάθει burn-out. Είναι γερασμένο. Χρειάζεται επείγουσα ανάταξη του συστήματος με μαζικές προσλήψεις. Αυτήν τη στιγμή λειτουργεί κατά μέσο
όρο μόνο το 40% των χειρουργείων του ΕΣΥ. Η συμβολή του ιδιωτικού τομέα αποδείχτηκε ανύπαρκτη. Στην πανδημία δεν πήρε κανένα περιστατικό κορονοϊού παρά μόνο όσα ήταν έτοιμα για εξιτήριο, αμειβόμενο μάλιστα με διπλάσια νοσήλια, ενώ και τα ράντζα δεν αποσυμφορήθηκαν τελικά. Με τη σημερινή κατάσταση και με αμοιβή των γιατρών δίνονται κίνητρα για να αποχωρήσουν οι γιατροί από το ΕΣΥ. Εμείς ζητάμε αναπλήρωση όλων των μισθολογικών απωλειών από το 2010 μέχρι σήμερα και επίσης ζητάμε επιτακτικά την αύξηση της εξευτελιστικής αμοιβής του ωρομισθίου των εφημεριών, η οποία είναι 7 ευρώ για τον διευθυντή και 4,48 ευρώ μεικτά το ωρομίσθιο για τον ειδικευόμενο».
Για να διαπιστώσει κανείς τι πραγματικά συμβαίνει στα δημόσια νοσοκομεία της Ελλάδας αρκεί απλώς να βρεθεί στους διαδρόμους τους για λίγα λεπτά. Την περασμένη Παρασκευή στο Αττικό Νοσοκομείο στο Χαϊδάρι οι διάδρομοι ήταν γεμάτοι ράντζα. Συνολικά 72. Είχε προηγηθεί εφημερία, με αποτέλεσμα οι ασθενείς να στοιβάζονται από δω κι από κει. «Επισκέφθηκα την πανεπιστημιακή κλινική ΩΡΛ και τη δερματολογική του Αττικού Νοσοκομείου δύο ημέρες μετά την εφημερία. Η δυναμικότητα της κλινικής είναι 32 κλίνες. Οι γιατροί και οι νοσηλευτές
με ενημέρωσαν ότι οι νοσηλευόμενοι ασθενείς ΩΡΛ και οι δερματολογικοί είναι επτά. Και όμως δύο ημέρες μετά την εφημερία είναι γεμάτες οι 32 κλίνες και υπάρχουν πολλά ράντζα με ασθενείς στον διάδρομο. Εκτός των επτά, οι υπόλοιποι νοσηλεύονται στη συγκεκριμένη κλινική με παθολογικά και πνευμονολογικά προβλήματα. Γιατί; Επειδή οι παθολογικές και πνευμονολογικές κλινικές είναι γεμάτες. Οχι μόνο οι θάλαμοι αλλά και οι διάδρομοι» ανέφερε ο Μιχ. Γιαννάκος και εύλογα διερωτήθηκε «πώς μπορεί η εν λόγω κλινική να παρέχει ασφαλείς υπηρεσίες όταν φιλοξενεί ασθενείς ΩΡΛ και άλλους με δερματολογικά, παθολογικά, πνευμονολογικά προβλήματα;».
Ατέλειωτες ώρες στην αναμονή
Τα τμήματα των επειγόντων περιστατικών (ΤΕΠ) πολλών νοσοκομείων επίσης βουλιάζουν. Παρά την τιτάνια προσπάθεια που καταβάλλουν οι εργαζόμενοι, ασθενείς καλούνται να περιμένουν ατέλειωτες ώρες για να εξεταστούν. Η απουσία πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας, η οποία θα λειτουργούσε ως ανάχωμα για να προσέλθουν στα νοσοκομεία τα λιγότερο σοβαρά περιστατικά, επιδεινώνει το πρόβλημα.
«Προφανώς και χρειαζόμαστε την
πρωτοβάθμια φροντίδα υγείας. Είχαμε δεκαοκτάχρονο ασθενή που μπήκε με ένα γυαλί στο χέρι δίπλα από έναν ημιθανή πολυτραυματία από τροχαίο στο ίδιο ΤΕΠ. Δεν θα έπρεπε να περιμένει δέκα ώρες ο δεκαοκτάχρονος για να του κάνουν ράμματα και ακτινογραφία δίπλα στον άλλο ασθενή που έπρεπε να πέσουμε όλοι πάνω του» είχε περιγράψει νοσοκομειακός γιατρός κατά το παρελθόν στο Documento.
Σε πολλά νοσοκομεία τα προβλήματα εντοπίζονται και στις χειρουργικές αίθουσες που παραμένουν κλειστές λόγω έλλειψης προσωπικού. Ενα από αυτά είναι και το Ιπποκράτειο Θεσσαλονίκης όπου, όπως μας είχε μετέφερε ο διευθυντής παιδοχειρουργός και μέλος του διοικητικού συμβουλίου του σωματείου εργαζομένων Χρήστος Στεφανίδης, «από τις 14 αίθουσες λειτουργούν καθημερινά τρεις σε τακτική βάση και μία αίθουσα σε επείγουσα. Αυτό συμβαίνει λόγω της έλλειψης νοσηλευτικού προσωπικού και αναισθησιολόγων».
Εξαίρεση δεν αποτελεί ούτε το Θριάσιο Νοσοκομείο. Λόγω έλλειψης προσωπικού λειτουργούν λιγότερες από τις μισές χειρουργικές αίθουσες. Ο Μανώλης Βαρδαράκης, πρόεδρος των εργαζομένων του νοσοκομείου, είχε επίσης αναφέρει
στο Documento προ δύο μηνών: «Στο Θριάσιο υπάρχουν 13 χειρουργικές αίθουσες και από αυτές οι οκτώ ανακαινίστηκαν πρόσφατα. Λειτουργούν όμως μόνο οι πέντε γιατί δεν έχουμε προσωπικό, κυρίως αναισθησιολόγους. Αντίστοιχες είναι οι ελλείψεις και σε νοσηλευτικό προσωπικό, τραυματιοφορείς και βοηθούς θαλάμου. Στους εργαζόμενους των χειρουργείων χρωστάνε δεκάδες ημέρες κανονικής άδειας και μέρες ανάπαυσης. Η λίστα αναμονής ξεπερνάει τους 1.150 ασθενείς για τα τακτικά χειρουργεία, ενώ υπάρχουν χειρουργικές ειδικότητες που η λίστα αναμονής ξεπερνάει τους δώδεκα μήνες».
Τριτοκοσμικές οι συνθήκες
«Καθρέφτης της κατάστασης του συστήματος είναι η ανάπτυξη του τριτοκοσμικού φαινομένου των ράντζων, οι ενδονοσοκομειακές λοιμώξεις που θερίζουν στα νοσοκομεία μας σε διπλάσιο ποσοστό από τον μέσο όρο των νοσοκομείων της Ευρωπαϊκής Ενωσης, οι λίστες χειρουργείων που η αναμονή ξεπερνάει τα δύο έτη, οι ιδιωτικές δαπάνες υγείας που ξεπερνάνε το 40%, οι κλίνες ΜΕΘ που έχουμε 950 κλίνες αναπτυγμένες αντί 3.500 και μία μία κλείνουν λόγω έλλειψης γιατρών και νοσηλευτών. Εκλεισαν το Γενικό Νοσοκομείο Δυτικής Αττικής
“Αγία Βαρβάρα” με θριαμβολογίες το 2013, όπως και άλλα δέκα νοσοκομεία και τώρα ανακάλυψαν στις προεκλογικές εξαγγελίες τη σημασία της λειτουργίας του για την εξάλειψη των ράντζων. Στη χώρα μας λειτουργούν τρεισήμισι νοσοκομειακές κλίνες ανά 100.000 κατοίκους και στις χώρες της Ευρωπαϊκής Ενωσης 5,3 νοσοκομειακές κλίνες ανά 100.000 κατοίκους. Η πρωτοβάθμια περίθαλψη είναι διαλυμένη και πολλά περιφερειακά νοσοκομεία λειτουργούν ως κέντρα διακομιδών λόγω ελλείψεων προσωπικού. Πώς να μην έχουμε ράντζα;» σημείωσε ο Μιχ. Γιαννάκος.
Ο ίδιος επισήμανε επιπλέον ότι χρειάζεται αμέσως «αύξηση των δημόσιων δαπανών για την υγεία στο 7,5% του ΑΕΠ όπως συμβαίνει στις άλλες χώρες της Ευρωπαϊκής Ενωσης, προσλήψεις μόνιμου προσωπικού και μονιμοποίηση των συμβασιούχων, αύξηση μισθών, ενίσχυση της πρωτοβάθμιας περίθαλψης» και ότι «αν συνεχιστούν οι ίδιες πολιτικές, όλοι οι νέοι γιατροί και νοσηλευτές θα φύγουν για το εξωτερικό. Είμαστε αποδεκατισμένοι και κουρασμένοι. Ουαί και αλίμονό μας εάν μας βρει νέα πανδημία».
Αφησαν χωρίς νοσοκομείο την ανατολική Αττική
Εχει σημασία να σημειωθεί ότι η Κύπρος είχε διαθέσει 20 εκατ. ευρώ στην ελληνική κυβέρνηση μετά την τραγωδία στο Μάτι τον Ιούλιο του 2018, τα οποία η κυβέρνηση Τσίπρα είχε αποφασίσει να διαθέσει για τη δημιουργία νοσοκομείου στην ανατολική Αττική. Ωστόσο, όπως είπε στο Documento ο πρώην δήμαρχος Σαρωνικού και υποψήφιος βουλευτής σήμερα με τον ΣΥΡΙΖΑ Πέτρος Φιλίππου, «η κυβέρνηση Μητσοτάκη άλλαξε τον σκοπό και διέθεσε τα χρήματα για να φτιαχτούν κάποιοι χώροι αναψυχής. Είναι αίτημα αρκετών δεκαετιών για την ανατολική Αττική να δημιουργηθεί ένα νοσοκομείο. Δεν μπορεί μια περιφέρεια με 450.000 κατοίκους να μην έχει ένα νοσοκομείο. Με την προηγούμενη κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ η κυπριακή κυβέρνηση έδωσε 20 εκατ. τότε στην ελληνική κυβέρνηση για τη στήριξη της καταστροφής στο Μάτι. Η τότε κυβέρνηση αποφάσισε τα χρήματα αυτά να τα διαθέσει για να ξεκινήσει ένα νοσοκομείο. Οταν ήρθε η κυβέρνηση της ΝΔ άλλαξε τον σκοπό και διέθεσε τα χρήματα για να φτιαχτούν κάποιοι χώροι αναψυχής. Κι αυτό είναι κάτι που το έχουμε καταγγείλει πάρα πολλές φορές. Το συμβάν με την κοπέλα που απεβίωσε δεν είναι το μοναδικό. Περιστατικά έχουμε καθημερινά και ειδικά τους καλοκαιρινούς μήνες και με πνιγμούς πάρα πολλούς. Δεν υπάρχει καμία εξυπηρέτηση» σημείωσε μεταξύ άλλων.
«Στην περιοχή μας» είπε ακόμη ο κ. Φιλίππου «έχει ή 13 ή 14 κέντρα υγείας – τα πιο πολλά υποστελεχωμένα. Ειδικά το Κέντρο Υγείας Λαυρίου έχει τρεις γιατρούς όλους κι όλους. Σε ό,τι αφορά τα ασθενοφόρα και το ΕΚΑΒ, το κέντρο τους είναι στο Νοσοκομείο Γεννηματάς, κοντά στο κέντρο της Αθήνας. Καταλαβαίνετε πόσο χρόνο χρειάζεται ένα ασθενοφόρο αν φύγει από εκεί μέχρι να φτάσει στην περιοχή μας. Τα καλοκαίρια βέβαια έπειτα από αιτήματα των δήμων αφήνουν κάποια ασθενοφόρα σε περιοχές παραθαλάσσιες» κατέληξε.
«Το προσωπικό, ιατρικό και νοσηλευτικό, έχει πάθει burn-out. Είναι γερασμένο. Χρειάζεται επείγουσα ανάταξη του συστήματος με μαζικές προσλήψεις. Αυτήν τη στιγμή λειτουργεί κατά μέσο όρο μόνο το 40% των χειρουργείων του ΕΣΥ»
Κωνσταντίνος Λιβαδάς Αντιπρόεδρος της Ομοσπονδίας Ενώσεων Νοσοκομειακών Γιατρών Ελλάδος (ΟΕΝΓΕ) «Οταν πίνεις φρεντοτσίνο στο Κολωνάκι δεν αντιλαμβάνεσαι ότι στην Κω, την Ικαρία και τη Λήμνο μπορεί να κινδυνεύουν άνθρωποι γιατί δεν υπάρχει γιατρός ή ΕΚΑΒ»
Κώστας Κατσιγιαννόπουλος Πρόεδρος Ενωσης Νοσοκομειακών Γιατρών ΓΝ Λήμνου και μέλος του Γενικού Συμβουλίου της ΟΕΝΓΕ