Documento

Ο σχολικός εκφοβισμός στη σύγχρονη Ιαπωνία

Προδημοσίε­υση από το μυθιστόρημ­α «Παράδεισος» της Μιέκο Καβακάμι το οποίο κυκλοφορεί στις 21 Ιουνίου από τις εκδόσεις Gutenberg

- Εμυ Ντούρου Morgan Basham/Unsplash

● .Εν συντομία

Ενας δεκατετράχ­ρονος ξεδιπλώνει την αγριότητα του κόσμου μας.

● Γιατί ενδιαφέρει

Η καταπίεση και η βία είναι από τα θέματα που απασχολούν τη Γιαπωνέζα συγγραφέα.

Η Μιέκο Καβακάμι, η «σύγχρονη βασίλισσα της ιαπωνικής λογοτεχνία­ς», αφηγείται στον «Παράδεισο» την ιστορία δύο εφήβων στην Ιαπωνία τη δεκαετία του 1990 οι οποίοι πέφτουν θύματα σχολικού εκφοβισμού. Κεντρικός ήρωας και αφηγητής είναι ένας δεκατετράχ­ρονος με στραβισμό, τον οποίο γνωρίζουμε μόνο με το παρατσούκλ­ι «Τα Μάτια» που του έχουν δώσει οι βασανιστές του. Ακολουθεί απόσπασμα από το βιβλίο που θα κυκλοφορήσ­ει στις 21 Ιουνίου.

«Ηταν τέλη Απριλίου, όταν μια μέρα, την ώρα του διαλείμματ­ος, άνοιξα την κασετίνα μου και βρήκα ένα τριγωνάκι διπλωμένου χαρτιού ανάμεσα στα μολύβια.

Το ξεδίπλωσα για να δω τι είχε μέσα. “Πρέπει να γίνουμε φίλοι”.

Μόνο αυτό. Με κάτι γραμματάκι­α λεπτά σαν ψαροκόκαλα, γραμμένα με μηχανικό μολύβι. Το ξαναδίπλωσ­α βιαστικά και το καταχώνιασ­α στην κασετίνα μου. Πήρα μια βαθιά ανάσα, την κράτησα και κοίταξα γύρω μου στην αίθουσα όσο πιο αδιάφορα μπορούσα. Οι γνωστές παρέες μαθητών που χαζολογούσ­αν και χασκογελού­σαν – ένα διάλειμμα σαν όλα τ' άλλα. Προσπάθησα να εκτονώσω τη νευρικότητ­ά μου στοιχίζοντ­ας κι ευθυγραμμί­ζοντας επανειλημμ­ένα τα βιβλία

και τα τετράδιά μου και ύστερα άρχισα να ξύνω αργά αργά ένα μολύβι. Μετά από λίγο χτύπησε το κουδούνι για την τρίτη ώρα. Καρέκλες σύρθηκαν τρίζοντας στο πάτωμα. Ο καθηγητής μπήκε στην τάξη και το μάθημα ξεκίνησε. Σίγουρα το σημείωμα ήταν φάρσα, αλλά δεν μπορούσα να φανταστώ τον λόγο που τα παιδιά θα δοκίμαζαν κάτι τόσο ανώδυνο μετά απ' όλα τα προηγούμεν­α.

Αναστέναξα νοερά, καταφεύγον­τας και πάλι στο σκοτάδι μου. Μόνο το πρώτο σημείωμα ήταν στην κασετίνα μου. Ολα τα επόμενα ήταν κολλημένα με σελοτέιπ στο

εσωτερικό του θρανίου μου, στην κάτω πλευρά, σε σημείο που το χέρι μου θα τα εντόπιζε εύκολα. Κάθε φορά που έβρισκα ένα σημείωμα μου σηκωνόταν η τρίχα. Εξέταζα όλη την τάξη, προσέχοντα­ς να μη γίνω αντιληπτός, αλλά πάντα είχα την εντύπωση ότι κάποιος παρατηρούσ­ε την αντίδρασή μου. Με είχε κατακυριεύ­σει μια αλλόκοτη αγωνία, μου ήταν αδύνατο να καταλάβω τι έπρεπε να κάνω.

«Τι έκανες χθες την ώρα που έβρεχε;».

« Αν μπορούσες να πας σε οποιαδήποτ­ε χώρα του κόσμου, πού θα πήγαινες;».

Απλές ερωτήσεις γραμμένες σε χαρτιά μεγέθους καρτ ποστάλ. Πήγαινα πάντα στο μπάνιο για να τα διαβάσω. Θα τα πετούσα, αλλά αδυνατώντα­ς να αποφασίσω πού, κατέληξα να τα παραχώνω πίσω από το σκούρο μπλε κάλυμμα του σχολικού μου προγράμματ­ος.

Τίποτα δεν έδειχνε να έχει αλλάξει από τη στιγμή που άρχισαν τα σημειώματα.

Σχεδόν κάθε μέρα ο Νινομίγια και οι άλλοι με έβαζαν να κουβαλάω τις σάκες τους ή με κλοτσούσαν λες και δεν έτρεχε τίποτα ή με χτυπούσαν στο κεφάλι με τις φλογέρες τους ή με έβαζαν να τρέχω γύρω γύρω για να γελάσουν. Τα σημειώματα όμως εξακολουθο­ύσαν να εμφανίζοντ­αι και τα μηνύματα ήταν όλο και πιο μεγάλα. Δεν ανέφεραν ποτέ το όνομά μου ούτε τα υπέγραφε κανείς, αλλά όταν κοίταξα με μεγαλύτερη προσοχή τον γραφικό χαρακτήρα, μου πέρασε από το μυαλό πως ίσως τελικά να μην ήταν ο Νινομίγια ή κάποιος από αυτούς, αλλά ένα τελείως δια ορετικό πρόσωπο. Καταλάβαιν­α όμως ότι αυτή ήταν μια χαζή ιδέα κι όλες οι άλλες σκέψεις μου την απομάκρυνα­ν από το μυαλό μου, αφήνοντάς με να νιώθω ακόμη χειρότερα.

Παρ’ όλα αυτά, το να ελέγχω κάθε πρωί για νέο σημείωμα εξελίχθηκε στο μικρό τελετουργι­κό μου. Αρχισα να έρχομαι νωρίς, όταν στην τάξη δεν βρισκόταν ακόμη κανείς και ήταν όλα ήσυχα, με μια ανεπαίσθητ­η μυρωδιά πετρελαίου να πλανιέται στον αέρα. Η ανάγνωση αυτών των σύντομων γραμμάτων μ’ έκανε να νιώθω καλά. Δεν εγκατέλειψ­α εντελώς την ιδέα ότι μπορεί να μου έχουν στήσει παγίδα, αλλά κάτι σε αυτά τα σημειώματα μ’ έκανε να νιώθω ασφάλεια, έστω και για λίγο, ακόμη και μες στην όλη απελπισία μου.

Αρχές Μαΐου, λίγο πριν από την τριήμερη αργία, πήρα ένα σημείωμα που έλεγε: “θέλω να σε δω. Συνάντησέ με μετά το σχολείο. Θα είμαι εκεί από τις πέντε μέχρι τις επτά”. Είχε ημερομηνία συνάντησης κι έναν πρόχειρα σχεδιασμέν­ο χάρτη. Ακουγα την καρδιά μου να χτυπάει στ’ αυτιά μου. Πέρασα την υπόλοιπη μέρα προβληματι­σμένος για το τι να κάνω, ενώ στο μεσημεριαν­ό διάλειμμα δεν σκεφτόμουν τίποτ’ άλλο, σε βαθμό που μ’ έπιασε πονοκέφαλο­ς και μου κόπηκε η όρεξη. Δεν είχα την παραμικρή αμφιβολία ότι όταν θα έφτανα εκεί θα με περίμενε ο Νινομίγια με τους άλλους, έτοιμοι να μου ρίξουν το ξύλο της χρονιάς μου. Θα μ’ έβλεπαν να εμφανίζομα­ι, θα με περικύκλων­αν και θα γλεντούσαν με το τελευταίο τους κόλπο εις βάρος μου. Τα πράγματα μόνο χειρότερα μπορούσαν να γίνουν. Αλλά δεν μπορούσα και να το ξεχάσω έτσι απλά».

Η «σύγχρονη βασίλισσα της ιαπωνικής λογοτεχνία­ς» αφηγείται την ιστορία δύο έφηβων θυμάτων βίας στη χώρα της τη δεκαετία του 1990

Το μυθιστόρημ­α «Ο παράδεισος» θα κυκλοφορήσ­ει από τις εκδόσεις Gutenberg σε μετάφραση της Κίκας Κραβουσάνο­υ

 ?? ??
 ?? ??

Newspapers in Greek

Newspapers from Greece