Ο χθόνιος και διαγαλαξιακός Μπομπ Ντίλαν
Με αφορμή την πρώτη της ατομική έκθεση μιλήσαμε με τη νεαρή εικαστικό για όσα την εμπνέουν, την κινητοποιούν και κάνουν καλύτερη τη ζωή της
Κ «αι τι δεν χρωστάμε στον Ντίλαν!» λέει ο ένας. «Ο Ντίλαν είναι σπουδαίος χρονικογράφος του 20ού αιώνα» αποφαίνεται ο άλλος. «Ο Ντίλαν είναι η απάντηση όποια κι αν είναι η ερώτηση» πετάγεται ο τρίτος, ο μπαγάσας λογοκλόπος.
Προφανώς, οι τρεις αυτές φράσεις δεν είναι εικασίες - διαπιστώσεις είναι, τα γεγονότα τις επικυρώνουν. Το ίδιο και οι ημερομηνίες. Το ίδιο και η αντοχή των υλικών, η ετυμηγορία του χρόνου, η διαλεκτική ποιότητας – ποσότητας. Ο Ντίλαν είναι παρούσα κατάσταση αλλά ανήκει στο διηνεκές. Είναι χθόνιος και διαγαλαξιακός. Ποιητής και μπίζνεσμαν. Πολεμικός ανταποκριτής στα μέτωπα του πυρός όπου συγκρούονται οι μέσα μας εαυτοί με τις πίσω μας σελίδες, όπου μαίνονται μάχες σφοδρές ανάμεσα σε ό,τι καλύτερο και ό,τι χειρότερο, ό,τι πιο φωτεινό και ό,τι πιο σκοτεινό φέρει ο άνθρωπος.
Σαράντα στούντιο άλμπουμ. Αλλεπάλληλες εκθέσεις ζωγραφικής με λάδια, γλυπτικής με σίδερα. Παραγωγή εξαίσιου ουίσκι, ολόκληρης σειράς μάλιστα. Αέναη περιοδεία. Νέα δίτομη βιογραφία (528 + 836 σελίδες). Το δικό του βιβλίο, «Philosophy of modern song». Ακόπιαστη δημιουργικότητα. Συν το πολύτιμο για κάθε μελετητή Bob Dylan Center Archive στην Τούλσα της Οκλαχόμα.
Χρωστάμε στον Ντίλαν αυτό που χρωστάμε στον Μάιλς Ντέιβις: ξέρουμε ότι ο Μάιλς σε μια ψηλομύτα Nότια, που τον ρώτησε τι στο καλό έκανε και τον κάλεσε ο πρόεδρος Κάρτερ στο Λευκό Οίκο, απάντησε: «Α, τίποτε. Απλώς άλλαξα την ιστορία της μουσικής πέντε έξι φορές». Ο Ντίλαν κυρίως άλλαξε τους τρόπους με τους οποίους δεξιωνόμαστε τη μουσική, μας ώθησε να την απολαμβάνουμε κυτταρικά, βιολογικά και να πασχίζουμε κατόπιν να εξιχνιάζουμε τα κρυφά της σημεία, να αποκρυπτογραφούμε τα όσα μηνύουν φαινομενικά απλές νότες και λέξεις και φράσεις.
Ο Ντίλαν μιλάει για όσα ταλανίζουν αλλά και όσα δοξάζουν την ανθρωπότητα από τα μισά του 20ού έως (ήδη!) την τρίτη δεκαετία του 21ου αιώνα. Ποτέ δεν το κάνει με την μπρούτα και ατελέσφορη ευθύτητα του προπαγανδιστή. Το κάνει υπαινικτικά, λοξά, αφήνει μικρές αμυχές στην επιφάνεια που θα βαθύνουν εντός μας και θα πάνε ίσαμε το μεδούλι.
Ο ένας εκ των δύο σημαντικότερων ντιλανολόγων παγκοσμίως, ο 63χρονος Κλίντον Χέιλιν, έχοντας πρόσβαση στα αρχεία Ντίλαν, φανερώνει την αδιανόητη άνεση του τροβαδούρου να συνθέτει σε ελάχιστο χρόνο και από μερικές σημειώσεις, ενίοτε αποτελούμενες από δύο όλες κι όλες αράδες. Βέβαια, ο Ντίλαν διάβαζε από πιτσιρικάς μετά μανίας, είχε καταπιεί όλο τον Σαίξπηρ και τον Γουίτμαν, αλλά μελετούσε επίσης Κλαούζεβιτς και Θουκυδίδη, δεν σταμάτησε ποτέ να ακονίζει το μυαλό του παίζοντας σκάκι και επινοώντας ιστορίες (που συχνά αρέσκεται να τις πασάρει για αλήθειες, όπως απολαύσαμε ξανά στο φιλμ «Rolling thunder review» (2019) που σκάρωσε παρέα με τον Μάρτιν Σκορσέζε.
Ο Χέιλιν, ιδίως στον δεύτερο τόμο της βιογραφίας –«The double life of Bob Dylan, vol.1: A restless, hungry feeling, 19411966» και «Vol. 2: Far away from myself, 1966-2021»– παρουσιάζει εκατοντάδες περιστατικά ελιγμών του Ντίλαν, σλάλομ μες στις πραγματικότητες της πραγματικότητας, επιμονής στην επινοητικότητα, στο να λέει ψέματα σαν αυτόπτης μάρτυρας, στο να μας τσιγκλάει ώστε να αφήσουμε στην άκρη τη σοβαροφάνεια και να ποντάρουμε με χιούμορ τα άλογά μας στη σοβαρότατη σοβαρότητα.
Θα έλεγα ότι ο Ντίλαν λειτουργεί με τον τρόπο του δαιμόνιου Ενρίκε Βίλα-Μάτας που συνθέτει υβριδικά μυθιστορήματα λες και είναι δοκίμια, όπου το κόλπο είναι ότι ενθέτει αλήθειες στο περιβάλλον της μυθοπλασίας με τέτοια μαεστρία ώστε να εκλαμβάνει ο αναγνώστης ως αλήθειες και τα δεκάδες ψέματα που τις συνοδεύουν. Παλιά, επί ψυχεδέλειας το λέγαμε αυτό «διεύρυνση της συνείδησης», δεν ήταν κι άσχημα!
Βεβαίως, κάθε ντιλανολόγος που σέβεται την τιμητική αυτή ιδιότητα σίγουρα δεν έχει παραλείψει να εντρυφήσει και στο βιβλίο του έτερου υψηλού ντιλανολόγου Χάουαρντ Σάουνς «Down the highway: The life of Bob Dylan» (2001), που διατηρεί τη φρεσκάδα του και είναι σαφώς πιο στιλιστικό από το δίτομο μαμούθ του Χέιλιν.
Σημειώνω με ευγνωμοσύνη ότι πάντα απολαμβάνω το έξοχο ύφος και τις ιδέες του Γκρέιλ Μάρκους όπως υπάρχουν στα βιβλία του «Like a rolling stone: Bob Dylan at the crossroads» (2005), «Bob Dylan by Greil Marcus: Writings 1968-2010» (2011), «The old, weird America: The world of Bob Dylan’s Basement Tapes» (2011) και «Folk music: A Bob Dylan biography in seven songs» (2022).
Και, κλείνοντας, οφείλω να πω και πάλι ότι αναμένω αναμμένος τον ογκώδη τόμο «Bob Dylan: Mixing up the medicine», έναν τόμο-λεύκωμα 608 σελίδων, μεγάλου σχήματος, με φωτογραφίες, δακτυλόγραφα, χειρόγραφα, σκίτσα και σχόλια αντλημένα από τα αρχεία του Bob Dylan Center, άγνωστα έως σήμερα, ένα σεντούκι με τιμαλφή, ένα φορητό μουσείο Ντίλαν. Θα κυκλοφορήσει μεθαύριο, στις 24 Οκτωβρίου. Αδημονώ, τικ τακ, τικ τακ, τικ τακ…
«Ο Ντίλαν είναι ποιητής και μπίζνεσμαν. Πολεμικός ανταποκριτής στα μέτωπα του πυρός όπου συγκρούονται οι μέσα μας εαυτοί με τις πίσω μας σελίδες, όπου μαίνονται μάχες σφοδρές ανάμεσα σε ό,τι καλύτερο και ό,τι χειρότερο, ό,τι πιο φωτεινό και ό,τι πιο σκοτεινό φέρει ο άνθρωπος»
Τα εικαστικά έργα της περικλείουν όλη τη χαρά και την ομορφιά του σύμπαντος. Εντονα χρώματα, απεικονίσεις ζωικών μορφών, ψαριών κυρίως, γαλήνη και ηρεμία σε αφθονία. Και όχι μόνο πάνω σε καμβά, αλλά και σε μπλουζάκια, φούτερ, σκουλαρίκια και κούπες. Πέραν της απίστευτης φυσιογνωμικής ομοιότητας με τον πατέρα της, η Γεωργιάννα Νταλάρα μοιάζει περισσότερο με παιδί του Βούδα και της Φλέρυς Νταντωνάκη, γεννημένη στην κοιλάδα του Βραχμαπούτρα και όχι στην Αθήνα. Αφορμή για την κουβέντα μας είναι η πρώτη ατομική της έκθεση στην Γκαλερί 7 μέχρι τις 28/10. Τη συναντήσαμε και μας μίλησε για την τέχνη της και τις βαθύτερες εσωτερικές αναζητήσεις της.
Πότε αρχίσατε να εκφράζεστε με τη ζωγραφική;
Αυτό ξεκίνησε ως κάτι πολύ χαρούμενο, όταν ξαφνικά μείναμε όλοι σπίτι λόγω της πανδημίας. Επειδή προηγουμένως αναγκαζόμουν να δουλεύω πολλές ώρες εκτός σπιτιού, άρχισα να κάνω δικά μου πράγματα κατά τον εγκλεισμό. Διά της επαναλήψεως και της πρακτικής η ζωγραφική έγινε δεύτερη φύση μου. Το ίδιο ακριβώς συνέβη και με τη διδασκαλία της γιόγκα, που έγινε κι αυτή καθημερινότητά μου.
Παράλληλα γράφετε μουσική, αγγλόφωνο στίχο και τραγουδάτε.
Η σύνδεσή μου με τη μουσική είναι επίσης πηγαία μέσω του χορού, ο οποίος εκφράζεται μέσω της γιόγκα. Είναι ένα πράγμα πανάρχαιο και παντελώς ολοκληρωμένο. Τα τραγούδια μου ήταν ένας συνδυασμός μουσικής και ποίησης, καθώς όλα ξεκίνησαν από ποιήματα αγγλόφωνα και όχι μόνο. Πρώτα ήρθαν οι μελωδίες στον νου μου και μετά πρόσθεσα τους στίχους. Πάντως όλα είναι σε ισορροπία μέσα μου. Απ’ το να είμαι ζωγράφος ή μουσικός, προτιμώ να είμαι άνθρωπος.
Μεγαλώσατε σ’ ένα σπίτι όπου μπαινόβγαιναν μουσικοί. Επαιξε ρόλο ως προς την ενασχόλησή σας με το αντικείμενο;
Ο πατέρας μου έπαιξε ρόλο, όχι όλοι οι άλλοι, το περιβάλλον του. Σίγουρα έχω πάρα πολλά κοινά με τον πατέρα μου ως προς τον τρόπο έκφρασης και το «ηχείο», τη φωνή του. Κι εκείνος πάλι έχει πολλές ομοιότητες με Ινδούς λόγου χάρη, σαν ένας άνθρωπος που πλησιάζει τα αρχέτυπα.
Είναι η πρώτη σας ατομική έκθεση;
Επειδή ζωγράφιζα από μικρή δεν μου φαίνεται σωστό να πω ότι είναι η πρώτη μου ατομική έκθεση. Εχω κατά καιρούς εκθέσει έργα και οργάνωνα επίτηδες διάφορα παζάρια σε εξωτερικούς χώρους, που κάποιος θα χαρακτήριζε installation.
Οι επιρροές σας από άλλους ζωγράφους;
Θα έλεγα τον Εσερ λόγω των γραμμικών, των ψαριών και της λεπτομέρειας. Είχα πάει σε έκθεση έργων του όταν ήμουν μικρή που μου εντυπώθηκε. Ούτε με ενδιέφερε η καλλιέργεια προσωπικού στιλ, αφού αυτό ήρθε από μόνο του και δεν υπήρχε περίπτωση να κάνω κάτι άλλο.
Ποια είναι η σχέση σας με τα ψάρια;
Εγώ δεν τρώω ψάρια, είμαι βίγκαν.
Δεν πιστεύω σε τίτλους που δημιουργούν έριδες και διχασμούς, όπως των ακτιβιστών. Είναι μια αυταπάτη, αφού οδηγεί στη δυαδική αντίληψη της πραγματικότητας, άρα είναι ψέμα. Δεν ορίζω με λέξεις τον εαυτό μου ούτε με εντάσσω σε ομάδες. Είπα ότι δεν τρώω ψάρια, γιατί το ψάρι είναι ένα ζώο που εξ ορισμού βρίσκεται μακριά απ’ τον άνθρωπο.
Τι περιμένετε απ’ τις εκθέσεις των έργων σας;
Δεν έχω κάποια συγκεκριμένη προσδοκία ή επιθυμία. Σε όλες τις δράσεις μας θα έπρεπε να λειτουργούμε από το περίσσευμά μας και όχι από την ανάγκη ή το έλλειμμά μας.
Σας απασχολεί η κριτική;
Οχι, γιατί θεωρώ πως ένας άνθρωπος που κρίνει γενικώς είναι σαν να μην αντέχει να βλέπει κάτι που του εγείρει πράγματα και φαίνεται να έχει τρομερά άλυτα θέματα μέσα του. Ενας που δεν κρίνει βρίσκεται σε πλήρη αρμονία με τον εαυτό του και με το γύρω του.
Πόσο σας ενδιαφέρει η πλήρης αρμονία;
Αυτός είναι ο σκοπός του ανθρώπου και άπαξ και το καταλάβει θα είναι πολύ πιο χαρούμενος εδώ που ήρθε. Πρόκειται για απόλυτα ζεν φιλοσοφία. Υπάρχουν άνθρωποι που ζουν ρακένδυτοι κι είναι οι πιο ευτυχισμένοι στον κόσμο. Ο Βούδας ήταν γιος βασιλιά που πήγε κι έζησε στην έρημο για να βρει και ν’ αποδείξει την απόλυτη ηρεμία. Αν όλοι ήταν ζεν, δεν θα υπήρχε φτώχεια στον πλανήτη.
Εχετε αγαπημένο Ελληνα συνθέτη;
Δεν το έχω σκεφτεί ποτέ, μην ακούγοντας ελληνική μουσική. Θα είμαι πολύ ειλικρινής: εγώ άκουγα mantras από παλιά. Ούτε τα τραγούδια του πατέρα μου ακούω. Εχω προσπαθήσει να τα μελετήσω, γνωρίζω κάποια, δεν θα τα ακούσω όμως στον ελεύθερο χρόνο μου. Καθόλου δεν τον ενοχλεί αυτό, αφού κι εκείνος που τραγουδούσε από παιδί είδε ραγδαίες εξελίξεις στο ηχόχρωμα και το ρεπερτόριό του. Ηταν άλλες εποχές, πιθανόν κι αυτός να αναγκάστηκε να ακολουθήσει οδηγίες.
Σας απασχολεί η έννοια του χρόνου;
Είμαστε προσωρινά εδώ και απλώς φέρουμε ένα σαρκίο που οφείλουμε να φροντίζουμε. Κάποια στιγμή αυτό θα το αφήσουμε σαν πουκάμισο φιδιού και θα συνεχίσουμε να υπάρχουμε με άλλη μορφή. Είναι νομοτέλεια σε καθετί ολοκληρωμένο να χαλάσει για να εμφανιστεί πάλι με κάποια ανώτερη μορφή. Το συναντάμε σ’ όλες τις θρησκείες. Ενας μπούσουλας είναι όλα αυτά για να εξηγήσεις τον κόσμο.
«Ολα είναι σε ισορροπία μέσα μου. Απ’ το να είμαι ζωγράφος ή μουσικός, προτιμώ να είμαι άνθρωπος»