Η διαφθορά σπρώχνει μία κυβέρνηση προς την απολυταρχία
Ενα κύμα εφόδων της τουρκικής αστυνομίας στις 17 Δεκεμβρίου έδωσε στον κόσμο μία ξαφνική, γρήγορη ματιά στο σκοτεινό εσωτερικό των δραστηριοτήτων της κυρίαρχης ελίτ της Τουρκίας, «τραβώντας την κουρτίνα» και αποκαλύπτοντας μία σοκαριστική εικόνα δωροδοκίας και διαφθοράς.
Ο επικεφαλής του κρατικά ελεγχόμενου οικονομικού γίγαντα, «Χάλκμπανκ», είχε κρυμμένα σε κουτιά παπουτσιών στη βιβλιοθήκη του σπιτιού του 4,5 εκατ. δολάρια. Στο σπίτι του γιου του υπουργού Εσωτερικών υπήρχαν τόσα κιβώτια γεμάτα μετρητά, που χρειαζόταν μετρητή χρημάτων για να μη χάνει τον λογαριασμό. Ο πατέρας του αναγκάστηκε τελικά να παραιτηθεί. Ενας άλλος υπουργός, ο Ερντογάν Μπαϊρακτάρ, που επέβλεπε τα μεγαλύτερα κατασκευαστικά σχέδια για την αναδιαμόρφωση της Κωνσταντινούπολης, δεν αποχώρησε σιωπηρά. Δήλωσε ότι δεν είχε πράξει τίποτα δίχως την άδεια του πρωθυπουργού Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν. «Για να νιώσει πιο άνετα ο λαός, πρέπει και ο ίδιος ο πρωθυπουργός να παραιτη- θεί», είπε μιλώντας σε ιδιωτικό τηλεοπτικό κανάλι.
Τα σχόλια του μακροχρόνιου αυτού πολιτικού συμμάχου απέβησαν ιδιαίτερα βλαβερά. Οι τουρκικές πόλεις κατακλύζονται από αφίσες του Ερντογάν, να κοιτάει στο βάθος και να διακηρύττει πως στοχεύει να οδηγήσει την Τουρκία στην πρώτη της εκατονταετία το 2023.
Το να κατηγορεί τις ΗΠΑ και τον υπόλοιπο κόσμο για τα προβλήματά της, θα οδηγήσει την Τουρκία σε περισσότερη απομόνωση.
Ξαφνικά, ωστόσο, με τέσσερις υπουργούς της κυβέρνησής του να εμπλέκονται σε σκάνδαλο διαφθοράς –και με τις εφημερίδες να υπονοούν ότι η δική του οικογένεια είναι η επόμενη στη λίστα της Δικαιοσύνης– μοιάζει με έναν άνδρα που κοιτάει μέσα σε ένα απύθμενο πηγάδι.
Οι κατηγορίες για διαφθορά απειλούν το επίτευγμα του Ερντογάν να αποσπάσει την τουρκική αστυνομία από τον στρατό και να επιβλέψει μια μακρά πορεία οικονομικής ανάπτυξης. Σαν άλλος Μωϋσής έχει κατορθώσει να απελευθερώσει τον λαό από ορισμένα δεσμά, αλλά την ίδια στιγμή αδυνατεί να τον οδηγήσει στη Γη της Επαγγελίας μιας διαφανούς κυβέρνησης.
Ο Ερντογάν δεν ξέρει πώς να αμύνεται. Την περασμένη εβδομάδα καταράστηκε τις «διεθνείς οργανώσεις» και τις «σκοτεινές συμμαχίες» που προσπαθούν να υποσκάψουν το κύρος της Τουρκίας. Εφημερίδες που συνδέονται στενά με την κυβέρνησή του υπέδειξαν τους ενόχους: το Ισραήλ και τις ΗΠΑ.
Καθώς η κυβέρνηση επιχειρεί να αποδυναμώσει την αντιπολίτευση, έχει πράξει ελάχιστα για να αποκαταστήσει τη δική της αξιοπιστία. Οι υπουργοί δεν ήταν ο κύριος στόχος και μάλλον οι αστυνομικοί που έλαβαν μέρος στις έρευνες ήταν οι πρώτοι που έχασαν τη δουλειά τους. Περίπου τετρακόσιοι αξιωματούχοι απομακρύνθηκαν από τις θέσεις τους ή επανατοποθετήθηκαν. Στην προσπάθεια να διακοπεί η ντροπιαστική διαρροή πληροφοριών, το υπουργείο Εσωτερικών απαγόρευσε στους δημοσιογράφους την είσοδο σε αστυνομικά τμήματα. Οι διαδικασίες διαμορφώθηκαν με τέτοιο τρόπο, ώστε η αστυνομία να μην έχει τη δυνατότητα να συνεργαστεί με τον εισαγγελέα χωρίς να ενημερωθούν οι ανώτεροι αξιωματούχοι – ακόμη και αν οι ανώτεροι είναι αυτοί που κατηγορούνται.
Η απόλυτη δύναμη που διαφθείρει απόλυτα αποτελεί μόνο μία από τις πλευρές της τουρκικής ιστορίας. Η διαφθορά και θεσμοθετημένη απληστία μπορεί να μετατραπεί σε μία ισχυρή μηχανή που σπρώχνει μία κυβέρνηση προς την απολυταρχία. Αυτό συμβαίνει και στην κυβέρνηση που ανήλθε στην εξουσία πριν από έντεκα χρόνια και είχε υποσχεθεί να «καθαρίσει» την τουρκική πολιτική σκηνή.
Κάποιοι αναλυτές εκτιμούν ότι το κόμμα του Ερντογάν θα χάσει κάποιες ποσοστιαίες μονάδες σε όλη τη χώρα στις τοπικές εκλογές του Μαρτίου, αλλά θεωρούν ότι η ισχύς του είναι τέτοια που θα παραμείνει στην εξουσία. To AKP ωστόσο δεν έχει μάθει να αντιμετωπίζει κύματα δυσαρέσκειας στο εσωτερικό του. Η βίαιη καταστολή στις διαδηλώσεις του καλοκαιριού έχει βλάψει ήδη την εικόνα του Ερντογάν. Το να κατηγορεί την Αμερική και τον υπόλοιπο κόσμο για τα προβλήματά του, θα απομονώσει ακόμη περισσότερο την Τουρκία.