Ενα αδύναμο Ευρωκοινοβούλιο
Το Ευρωκοινοβούλιο που θα προκύψει από τις εκλογές του επόμενου Μαΐου θα είναι το ισχυρότερο, αλλά και το πλέον εύθραυστο στη σύντομη ιστορία του θεσμού. Θα είναι η πρώτη φορά που οι ευρωβουλευτές θα έχουν στη διάθεσή τους εξουσίες που τους παραχωρήθηκαν από τη συνθήκη της Λισσαβώνας: μεταξύ άλλων, θα εκλέξουν τον πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Ωστόσο, η λαϊκή υποστήριξη προς το Ευρωκοινοβούλιο υποχωρεί. Πολλοί Ευρωπαίοι δεν θα πάνε να ψηφίσουν, ενώ ευρωσκεπτικιστικά, λαϊκιστικά ή ακροδεξιά κόμματα αναμένεται να κερδίσουν περισσότερες ψήφους.
Η άνοδος των ριζοσπαστικών κομμάτων θα προκαλέσει αυξημένη ανησυχία για αδιέξοδο αμερικανικού στυλ, όπου οι διαφορές Δημοκρατικών και Ρεπουμπλικανών έχουν οδηγήσει σε
Οι μεταρρυθμίσεις δεν κατόρθωσαν να αντιμετωπίσουν τις ανισότητες, ενώ οι χώρες προσπαθούν να σηκώσουν το βάρος του υψηλού χρέους.
παράλυση την κυβέρνηση Ομπάμα, αλλά η ευρωπαϊκή εκδοχή θα είναι περισσότερο σουρεαλιστική: θα έχουμε ένα Κοινοβούλιο, που όχι μόνο θα μπλοκάρει νόμους, αλλά θα είναι πρόθυμο να υπονομεύσει την ίδια του την ύπαρξη. Αν και οι ριζοσπάστες αυξάνουν την επιρροή τους, επιστήμονες του Πανεπιστημίου της Ατλάντα, αναλύοντας πρόσφατα εκλογικά αποτελέσματα, προβλέπουν ότι ακροαριστερά, ευρωσκεπτικιστικά και ακροδεξιά κόμματα θα μπορούσαν να καταλάβουν 117 έδρες στο Ευρωκοινοβούλιο, δηλαδή περίπου το 15%. Βέβαια, αυτή η πρόβλεψη δεν είναι καθόλου σίγουρο ότι αποτελεί ακριβή αποτύπωση του προβλήματος. Τα εκλογικά αποτελέσματα σε εθνικό επίπεδο δεν αποτελούν σε καμία περίπτωση ασφαλή οδηγό, καθώς η αναμέτρηση των ευρωεκλογών βασίζεται σε διαφορετικούς εκλογικούς κανόνες και προσελκύει περισσότερες ψήφους διαμαρτυρίας. Οι ριζοσπάστες μπορεί να καταλήξουν να έχουν περισσότερο από το 15% των εδρών, όμως ίσως δεν καταφέρουν να εκμεταλλευτούν την εξουσία τους. Ορισμένα κόμματα, όπως το γαλλικό Εθνικό Μέτωπο της κ. Λεπέν και το ολλανδικό Κόμμα της Ελευθερίας, σχηματίζουν συμμαχίες, ωστόσο λίγα πράγματα τους συνδέουν με το ιταλικό Κίνημα των Πέντε Αστέρων ή το βρετανικό Κόμμα της Ανεξαρτησίας. Οπότε τα ριζοσπαστικά κόμματα δεν θα μπορούν να επηρεάσουν την ψήφιση νόμων ή να κερδίσουν θέσεις σε επιτροπές ανάλογα με την εκλογική τους δύναμη.
Σε κάθε περίπτωση, τα παραδοσιακά κόμματα θα αντιμετωπίσουν προκλήσεις από τα Δεξιά και από τα Αριστερά, από περιθωριακές ομάδες που ίσως να καταφέρουν να ξεπεράσουν τις εσωτερικές τους διασπάσεις, προκειμένου να παρεμποδίσουν την ψήφιση νόμων. Η προφανής λύση θα ήταν τα παραδοσιακά κόμματα να σχηματίσουν συνασπισμούς, γεγονός που οδηγεί σε περισσότερους συμβιβασμούς και τελικά σε δύσκολες επιλογές. Βέβαια, ακόμη και σε αυτή την περίπτωση υπάρχει ένα ατυχές μοντέλο σε εθνικό επίπεδο. Στην Ιταλία ο σημερινός συνασπισμός μεταξύ Αριστεράς και Δεξιάς σχηματίστηκε κυρίως για να αντιμετωπίσει το Κίνημα των Πέντε Αστέρων, αλλά εκτός απ’ αυτό δεν έχει καταφέρει σχεδόν τίποτε άλλο. Είναι δελεαστικό να ερμηνεύσει κανείς την άνοδο του λαϊκισμού, τουλάχιστον στο εσωτερικό της Ευρωζώνης, ως αποτέλεσμα της κακής διαχείρισης της κρίσης. Η λιτότητα επιβλήθηκε με πολύ γρήγορο ρυθμό και οι μεταρρυθμίσεις δεν κατόρθωσαν να αντιμετωπίσουν τις ανισότητες, ενώ οι χώρες προσπαθούν να σηκώσουν το βάρος του υψηλού χρέους. Η λιτότητα θα περιοριστεί του χρόνου, ωστόσο η ύπαρξη του υψηλού χρέους και η αργή εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων σημαίνει ότι είναι απίθανο να εξαφανιστούν οι ριζοσπάστες.