Χίλιες ημέρες στα χαρακώματα
Ο τελευταίος προϋπολογισμός πριν από τη συμφωνία ΡάιανΜάρεϊ ψηφίστηκε από το Κογκρέσο το 2009, όταν οι Δημοκρατικοί ήλεγχαν τόσο τη Βουλή όσο και τη Γερουσία. Το καλοκαίρι του 2011, η εμμονή των συντηρητικών Ρεπουμπλικανών –ιδιαίτερα των πρωτοετών της Βουλής– με την περικοπή δαπανών οδήγησε στο θρίλερ με την αύξηση του ορίου χρέους, που έφερε την ομοσπονδιακή κυβέρνηση στα πρόθυρα της στάσης πληρωμών. Η Standard & Poor’s, υποβαθμίζοντας εκείνον τον Αύγουστο την πιστοληπτική αξιολόγηση των ΗΠΑ, σημείωνε ότι η απόφασή της αντανακλούσε την αποδυνάμωση της «αποδοτικότητας, της σταθερότητας και της προβλεψιμότητας» της αμερικανικής πολιτικής διαδικασίας. Το φιάσκο εκείνο δεν ήταν αρκετό για να επαναφέρει τους Ρεπουμπλικανούς αντάρτες στη λογική. Ακολούθησε η μάχη για τη μείωση των εργασιακών εισφορών στα τέλη του 2011 (οι Ρεπουμπλικανοί υποχώρησαν την τελευταία στιγμή) και η πιο σημαίνουσα σύγκρουση για το «δημοσιονομικό γκρεμό» 12 μήνες. Τότε, η συμφωνία που απέτρεψε έναν καταστροφικό συνδυασμό αύξησης φόρων και περικοπών δαπανών απετεύχθη λίγο μετά την τελευταία στιγμή και μόνον αφού ο Τζον Μπέινερ αποφάσισε να παραβιάσει τον άτυπο «κανόνα του Χάστερτ», που δεν επιτρέπει την ψήφιση νομοσχεδίων αν δεν στηρίζονται από το μεγαλύτερο μέρος της πλειοψηφίας στη Βουλή. Η κορύφωση του δημοσιονομικού πολέμου της εποχής Ομπάμα έλαβε χώρα τον περασμένο Οκτώβριο, με την αναστολή λειτουργίας της ομοσπονδιακής κυβέρνησης για 16 ημέρες, για πρώτη φορά ύστερα από 17 χρόνια. Οι Ρεπουμπλικανοί αυτή τη φορά υποχρεώθηκαν σε άτακτη υποχώρηση. Η συμφωνία για τον προϋπολογισμό αποτελεί ενθαρρυντικό σημάδι ότι έμαθαν το μάθημά τους, αλλά είναι ακόμη πολύ νωρίς για να το πούμε.