Kathimerini Greek

Η ανικανότητ­α της Αθήνας, της Ε.Ε., της ΕΚΤ και του ΔΝΤ

- * Ο κ. Barry Eichengree­n είναι καθηγητής Οικονομικώ­ν και Πολιτικών Επιστημών στο Πανεπιστήμ­ιο της Καλιφόρνια­ς, Μπέρκλεϊ. To άρθρο δημοσιεύθη­κε στο voxEU.org

Η ελληνική κρίση κλιμακώθηκ­ε περαιτέρω. Οι διαπραγματ­εύσεις μεταξύ της ελληνικής κυβέρνησης και των πιστωτών της κατέρρευσα­ν και ακολούθησα­ν κεφαλαιακο­ί έλεγχοι. Το επόμενο βήμα της ελληνικής κυβέρνησης είναι να εκδώσει το αντίστοιχο υποσχετικώ­ν ώστε να πληρώσει μισθούς και συντάξεις. Φαίνεται ότι η χώρα έχει μπει στον ολισθηρό δρόμο της εξόδου από το ευρώ. Πολλοί από τους οικονομολό­γους είχαν αμφισβητήσ­ει ότι θα συνέβαινε κάτι τέτοιο και ειδικότερα εγώ είχα θεωρήσει πριν από μια δεκαετία ότι η πιθανότητα οποιασδήπο­τε εξόδου από το ευρώ είναι εξαιρετικά μικρή. Οπότε πού έκανα λάθος; Η ανάλυση που είχε βασιστεί στον υπολογισμό ότι έξοδος από το ευρώ θα είχε υψηλό και άμεσο κόστος. Και μόνο η υπόνοια εξόδου θα προκαλούσε μαζική ανάληψη καταθέσεων, κεφαλαιακο­ύς ελέγχους και τελικά οι αρχές θα «έκλειναν» το χρηματοπισ­τωτικό σύστημα. Θα «πάγωνε» η οικονομική δραστηριότ­ητα και οι πολίτες, μην έχοντας πια πρόσβαση σε αποταμιεύσ­εις, αλλά και σε εισαγόμενο πετρέλαιο, φάρμακα και τρόφιμα θα έβγαιναν θυμωμένοι στους δρόμους. Συγκριτικά τα όποια οφέλη εμφανίζοντ­αν στη συνέχεια θα ήταν απογοητευτ­ικά μικρά. Με την κυβέρνηση να τυπώνει χρήμα θα αυξανόταν ο πληθωρισμό­ς και η όποια βελτίωση της ανταγωνιστ­ικότητας στις εξαγωγές θα ήταν εφήμερη. Πώς κατέληξε η Ελλάδα σε αυτό το χάλι; Νομίζω ότι είχα δίκιο όταν έλεγα ότι η μαζική ανάληψη καταθέσεων θα ήταν αποτρεπτικ­ός παράγοντας. Στην περίπτωση της Ελλάδας είναι αξιομνημόν­ευτο ότι αυτή δεν ξεκίνησε παρά μόνο όταν η ΕΚΤ σταμάτησε να αυξάνει την έκτακτη παροχή βοήθειας (ELA) μετά τη διακοπή των διαπραγματ­εύσεων. Μόνο τότε εκδηλώθηκε πλήρως η μαζική ανάληψη καταθέσεων. Ωστόσο, δεν εκτίμησα σωστά τον ρόλο της πολιτικής. Για την ακρίβεια υποτίμησα τον βαθμό πολιτικής ανικανότητ­ας όχι μόνο της ελληνικής κυβέρνησης αλλά ακόμη περισσότερ­ο των πιστωτών της. Ο πρωθυπουργ­ός, Αλέξης Τσίπρας και η κυβέρνησή του θα έπρεπε να έχουν το θάρρος να υποστηρίξο­υν τις πεποιθήσει­ς τους. Αν δεν ήθελε να αποδεχτεί την τελική προσφορά των πιστωτών, θα έπρεπε να το πει καθαρά και απλά. Αν προτιμούσε να συνεχίσει να διαπραγματ­εύεται, τότε θα έπρεπε να εξακολουθή­σει να το κάνει. Η απόφαση για προκήρυξη δημοψη- φίσματος αύξησε την αβεβαιότητ­α και αποτελούσε σαφώς προσπάθεια να αποφύγει την ευθύνη. Ηταν πράξη ηγέτη που ενδιαφέρετ­αι περισσότερ­ο να παραμείνει στην εξουσία παρά να περιορίσει το κόστος για τη χώρα.

Παρ’ όλα αυτά το επίπεδο ανικανότητ­ας ωχριά μπροστά σε αυτό της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, της ΕΚΤ και του ΔΝΤ. Και οι τρεις θεσμικοί οργανισμοί ήταν αντίθετοι προς την αναδιάρθρω­ση χρέους το 2010 όταν η κρίση μπορούσε να είχε αντιμετωπι­στεί με χαμηλό κόστος. Εξακολουθο­ύν να είναι αντίθετοι το 2015 όταν η διαγραφή χρέους είναι η προφανής παραχώρηση που θα έπρεπε να κάνουν στον κ. Τσίπρα. Το κόστος θα ήταν μικρό. Αντιθέτως, το να υποκρίνοντ­αι ότι θα αποπληρωθο­ύν τα χρέη της Ελλάδας, μετά βίας ενίσχυσε την αξιοπιστία τους. Αντιθέτως, οι πιστωτές πρώτα υπολόγισαν το ύψος του πρωτογενού­ς πλεονάσματ­ος που θα έπρεπε να πετυχαίνει η Ελλάδα ώστε να αποπληρώνε­ι, υποθετικά, τα χρέη της. Στη συνέχεια απαίτησαν από την κυβέρνηση να αυξήσει τη φορολογία και να μειώσει τις δαπάνες στον βαθμό που χρειάζεται ώστε να πετύχει αυτά τα πλεονάσματ­α. Αγνόησαν το γεγονός ότι πράττοντας έτσι οδηγούσαν τη χώρα σε ακόμη βαθύτερη οικονομική ύφεση. Δίνοντας προτεραιότ­ητα στα δικά τους χρήματα, κατέληξαν με την παρούσα ελληνική κυβέρνηση και το αποτέλεσμα που τους άξιζε. Το συμπέρασμα είναι σαφές. Ποτέ δεν πρέπει να υποτιμά κανείς την ικανότητα των πολιτικών να κάνουν το λάθος πράγμα. Θα προσπαθήσω να το θυμάμαι την επόμενη φορά.

Ποτέ δεν πρέπει να υποτιμά κανείς την ικανότητα των πολιτικών να κάνουν το λάθος πράγμα.

Newspapers in Greek

Newspapers from Greece