Σκυλιά πηγαίνουν... φυλακή για να σώσουν ζωές
Κρατούμενοι στις ΗΠΑ εκπαιδεύουν μικρά κουτάβια με στόχο όταν μεγαλώσουν να ανιχνεύουν βόμβες και ναρκωτικά
Οπελίκα βρισκόταν στον προθάλαμο της αίθουσας του δημοτικού συμβουλίου, αλλά δεν μπορούσε να σταθεί ακίνητη ούτε λεπτό. Ποιος, άραγε, θα μπορούσε να την κατηγορήσει; Σε λίγα λεπτά επρόκειτο να συναντήσει τον δήμαρχο της πόλης Οπελίκα της Αλαμπάμα, ο οποίος της έδωσε το όνομα της πόλης. Συγκρατημένη και ήρεμη η μητέρα της αδιαφόρησε για την κινητικότητα της κόρης. Εκείνη την ημέρα, οι δημοτικές αρχές τις τιμούσαν για τις υπηρεσίες τους προς το κοινωνικό σύνολο. Η Οπελίκα, όμως, έκλεψε την παράσταση καθώς -όπως συχνά κάνουν τα μικρά- άρχισε να γαβγίζει στο μέσον της τελετής.
Η Οπελίκα και η Λίλι, δύο πανέμορφα ξανθά Λαμπραντόρ Ρετρίβερ, συμμετέχουν στο Πρόγραμμα Επιστημών Συμπεριφοράς Σκύλων του Πανεπιστημίου Ομπορν, το οποίο εκτρέφει και εκπαιδεύει σκυλιά για να κρατούν ασφαλείς τους ανθρώπους. Επειτα από έναν ολόκληρο χρόνο προετοιμασίας η Οπελίκα, κατά πάσα πιθανότητα, θα πιάσει δουλειά και θα «μυρίζει» βόμβες, ναρκωτικά ή εκρηκτικά. Για τους πρώτους έξι μήνες, το σκυλί θα ζήσει στο τοπικό σωφρονιστικό κατάστημα όπου οι έγκλειστοι, οι οποίοι έχουν κερδίσει το δικαίωμα να εργάζονται με τα σκυλιά του προγράμματος, θα αξιοποιήσουν τον χρόνο τους για να ενισχύσουν τις ικανότητες των σκυλιών. Ταυτόχρονα θα επιδιώξουν να τα κοινωνικοποιήσουν. Ολα αυτά φυσικά είναι κάπως πολλά για ένα κουτάβι έξι εβδομάδων, όπως η Οπελίκα. Τα περισσότερα σκυλιά περνούν τους πρώτους μήνες της ζωής τους μαθαίνοντας να μη μασουλάνε τα έπιπλα. Ωστόσο, οι οργανωτές του προγράμματος υποστηρίζουν ότι η μέθοδος που ακολουθούν μεγαλώνει πολύ πειθαρχημένα σκυλιά, με εξαιρετικές ικανότητες.
Τα σκυλιά στη συντριπτική τους πλειονότητα είναι Λαμπραντόρ, μία ράτσα ιδιαίτερα κοινωνική, που διαθέτει μεγάλη αντοχή. Οταν τελικά φύγουν από τη φυλακή θα «είναι πιο ώριμα διανοητικά» εξηγεί η Τζέιν Μπροκ, η βασική εκπαιδεύτρια στο Ομπορν. «Εχουν μεγαλύτερη αντοχή και περισσότερη δύναμη» λέει η Μπροκ, ενώ η εκπαίδευση επιτρέπει να έρθει στην επιφάνεια μία κάπως πιο ανθρώπινη πλευρά των φυλακισμένων, όπως π.χ. όταν ένας κρατούμενος ξέσπασε σε κλάματα παραλαμβάνοντας το κουτάβι του. Οπως είπε, είχε «πάνω από 40 χρόνια να χαϊδέψει σκύλο».
Για πολλά χρόνια, τα σκυλιά εκπαιδεύονταν για να ανιχνεύουν εκρηκτικούς μηχανισμούς, οι οποίοι είχαν τοποθετηθεί είτε σε κάποιο αυτοκίνητο στον χώρο στάθμευσης του πανεπιστημίου ή στην υπαίθρια αγορά ενός κοντινού χωριού. Ωστόσο αυτές οι πρακτικές εγκαταλείφθηκαν πριν από οκτώ χρόνια. Εκτοτε εκπαιδευτές και επιστήμονες του πανεπιστημίου προσπαθούν να διδάξουν τα σκυλιά να ανιχνεύουν αυτοσχέδιους εκρηκτικούς μηχανισμούς που βρίσκονται εν κινήσει, όπως όταν μία βόμβα μεταφέρεται από τον επίδοξο βομβιστή.
«Αρχικά στραφήκαμε προς τα Μέσα Μαζικής Μεταφοράς» εξηγεί ο δρ Πολ Ουάγκονερ, εκ των επικεφαλής του προγράμματος. «Θελήσαμε να βρούμε τρόπο ώστε να μη διαταράξουμε τη λειτουργία τους κατά τη διάρκεια εντοπισμού του υπόπτου». Ετσι γεννήθηκε ένα σημαντικό ερώτημα: Ποιος ήταν ο καλύτερος τρόπος για να περιπολούν τα σκυλιά σε περιοχές όπου υπάρχει κοσμοπλημμύρα; Η απάντηση βρέθηκε στην εργασία του Γκάρι Σετλς, καθηγητή Μηχανολογίας Μηχανικής στο Πολιτειακό Πανεπιστήμιο της Πενσιλβάνια. Ο Σετλς είχε διαπιστώσει ότι οι άνθρωποι παράγουν «θερμικούς πίδακες» από το σώμα τους, οι οποίοι μεταφέρουν αέρια σωματίδια. Τα περισσότερα από αυτά, όπως τα ίχνη από αρώματα ή ιδρώτα, είναι εντελώς ακίνδυνα. Αλλά αυτοί ακριβώς οι πίδακες μπορούν να μαρτυρήσουν αν κάποιος έχει έρθει σε επαφή με επικίνδυνα υλικά που χρησιμοποιούνται για την κατασκευή εκρηκτικών μηχανισμών. Τα σκυλιά, λοιπόν, αντί να ελέγχουν κάθε άνθρωπο θα μπορούσαν να επιθεωρούν «τα ανθρώπινα αεροδυναμικά ίχνη» που μας ακολουθούν όταν κινούμαστε. Βέβαια, αν οσμίζονταν εκρηκτικά θα μπορούσαν να ειδοποιήσουν τον χειριστή τους. Ομως, και αυτό ήταν προβληματικό, τονίζει ο δρ Ουάγκονερ, αφού τα σκυλιά ερευνούν αντικείμενα και ανθρώπους και όχι ανοικτούς χώρους.
«Οταν, όμως, οι ειδικοί είδαν τη μεγάλη πρόοδο που κατέγραψαν τα σκυλιά στην εφαρμογή της μεθόδου, άρχισαν να πειραματίζονται και με πιο δύσκολους στόχους, όπως είναι π.χ. οι παθογόνοι παράγοντες, μικρόβια και ιοί. Οι ερευνητές ενδιαφέρονταν κυρίως να διαπιστώσουν κατά πόσον οι σκύλοι μπορούσαν να ανιχνεύσουν ιούς διάφορων ζωονόσων, ώστε όταν προσβάλλονται κάποια ζώα να μην είναι αναγκαίο να θανατωθεί ολόκληρο το κοπάδι.
Ενας κρατούμενος ξέσπασε σε κλάματα παραλαμβάνοντας το κουτάβι του. Οπως είπε, είχε «πάνω από 40 χρόνια να χαϊδέψει σκύλο».