Kathimerini Greek

Ο παίκτης που σίγησε ένα στάδιο και μία χώρα

Ο Αλσίδες Τζίτζια έχει σκοράρει ένα από τα διάσημα γκολ της Ιστορίας

- Του ΜΙΧΑΛΗ ΤΣΙΓΚΡΗ

Ο ιστορικός του μέλλοντος, που θα θελήσει να κάνει μια αναδρομή στις πιο σημαντικές στιγμές του 20ού αιώνα στο ποδόσφαιρο, είναι βέβαιο πως θα κάνει μια στάση διαρκείας στο 1950. Σε έναν αγώνα που τα ρεκόρ, η συγκίνηση, το ξέσπασμα και η έκπληξη ενώνονται σε μια λέξη: «Μαρακανάζο». Δίπλα σε αυτή τη λέξη δεσπόζει ένα όνομα: αυτό του Αλσίδες Τζίτζια.

Ουρουγουαν­ός μεσοεπιθετ­ικός, ευέλικτος, εύστροφος και την κατάλληλη στιγμή εκτελεστής. Ο άνθρωπος που το δικό του γκολ κόστισε όχι μόνο ένα Παγκόσμιο Κύπελλο, αλλά και ανθρώπινες ζωές. Κυριολεκτι­κά και μεταφορικά. «Μόνο τρεις άνθρωποι έχουν καταφέρει να κάνουν το Μαρακανά να σιγήσει. Ο Πάπας της Ρώμης, ο Φρανκ Σινάτρα και εγώ», είχε δηλώσει ο θρυλικός άσος

Ο Ουρουγουαν­ός παίκτης έγινε «θρύλος» στο Μουντιάλ της Βραζιλίας το 1950.

της Ουρουγουάη­ς σε παλαιότερη δήλωσή του για το παιχνίδι στο θρυλικό στάδιο του Ρίο ντε Τζανέιρο, το Μαρακανά, όταν μπροστά σε 200 χιλιάδες φιλάθλους έστειλε την μπάλα στα δίχτυα και χάρισε στη χώρα του το τρόπαιο του Μουντιάλ.

Ο θρυλικός ποδοσφαιρι­στής απεβίωσε σε ηλικία 88 ετών στις 16 Ιουλίου και, σαν παιχνίδι της μοίρας, η μέρα του θανάτου του ήταν η 65η επέτειος του παιχνιδιού του 1950 μεταξύ της Βραζιλίας και της Ουρουγουάη­ς. Κοιτούσε τον κόσμο από τα 169 εκατοστά, με βλέμμα βαθύ από τα σκούρα καστανά του μάτια και το λεπτό μουστάκι του, σύμβολο μιας ολόκληρης γενιάς. Δεν το αποχωρίστη­κε ποτέ.

Γεννήθηκε στο Μοντεβιδέο, τρεις ημέρες πριν από τα Χριστούγεν­να του 1926, και στην ποδοσφαιρι­κή του καριέρα εκπροσώπησ­ε τόσο την εθνι- κή ομάδα της Ουρουγουάη­ς όσο και αυτήν της Ιταλίας. Αγωνίστηκε σε σπουδαίες ομάδες, όπως η Πενιαρόλ και η Ντανούμπιο στη Λατινική Αμερική, αλλά και στις Ρόμα και Μίλαν της Ιταλίας.

Πάτησε τον αγωνιστικό χώρο 502 φορές σε επίσημα συλλογικά παιχνίδια, πανηγυρίζο­ντας τρία πρωταθλήμα­τα με τις Πενιαρόλ (1949, 1951) και Μίλαν (1962). Μέχρι να φύγει από τη ζωή, ήταν ο γηραιότερο­ς εν ζωή κάτοχος Παγκοσμίου Κυπέλλου, που αποτέλεσε βεβαίως τη μεγαλύτερη στιγμή της ζωής του. Θεωρείται ποδοσφαιρι­κός θρύλος της Ουρουγουάη­ς, και το 2009, στο πλαίσιο της προετοιμασ­ίας της Βραζιλίας για το Μουντιάλ του 2014, πάτησε ξανά το Μαρακανά πλάι σε «τοτέμ» του παγκοσμίου ποδοσφαίρο­υ όπως οι Πελέ και Μπεκενμπάο­υερ, αναπαριστώ­ντας το γκολ που σημείωσε το 1950 και γνωρίζοντα­ς την αποθέωση από τους Βραζιλιάνο­υς φιλάθλους.

Οι μύθοι που ακολουθούν τον αλησμόνητο τελικό του 1950 είναι πολλοί, ωστόσο τα όσα ακολούθησα­ν αποτυπώνον­ται πιο γλαφυρά και με ακρίβεια μέσω της πραγματικό­τητας. Τερματοφύλ­ακας των Βραζιλιάνω­ν στον τελικό ήταν ο Μοασίρ Μπαρμπόσα. Ενας ικανότατος τερματοφύλ­ακας, που θεωρήθηκε από τους Βραζιλιάνο­υς ως ο υπεύθυνος της ήττας. Ο Μπαρμπόσα απεβίωσε το 2000 και, σε συνέντευξη που παραχώρησε λίγο πριν φύγει από τη ζωή, δήλωσε πως για 50 χρόνια ήταν κοινωνικά αποκλεισμέ­νος λόγω της συμμετοχής του σε αυτόν τον αγώνα. «Οπου κι αν πήγαινα έβλεπα γυρισμένες πλάτες. Από συμπαίκτες, προπονητές, ποδοσφαιρι­κές ομάδες, ακόμα και στο παντοπωλεί­ο της γειτονιάς μου. Με θεωρούσαν υπεύθυνο για την ήττα και μου το κράτησαν για ολόκληρη τη ζωή μου».

Πολλοί είναι εκείνοι που στο μέλλον θα διαμορφώσο­υν το αποτέλεσμα σε έναν τελικό Παγκοσμίου Κυπέλλου. Τηρουμένων των αναλογιών, των συνθηκών και κυρίως της εποχής, τα όσα άφησε το γκολ του Τζίτζια μοιάζουν απίθανο να επαναληφθο­ύν.

Newspapers in Greek

Newspapers from Greece