Ενας «σταρ» του ποδοσφαίρου σε λάθος εποχή
Οτανσκόραρε το νικητήριο γκολ στον αγώνα του Μαρακανά, ο Τζίτζια ήταν μονάχα τέσσερις μήνες μέλος της Εθνικής Ουρουγουάης. Παρ’ όλα αυτά, το απαράμιλλο ταλέντο του ανάγκαζε τους συμπαίκτες του να τον ψάχνουν στο γήπεδο προκειμένου να βοηθήσει στη δημιουργία του παιχνιδιού.
Η αφορμή για να πάει στην Ευρώπη ήταν ένα βίαιο χτύπημα σε διαιτητή σε ντέρμπι της Πενιαρόλ με τη Νασιονάλ το 1952 και στη Ρώμη αγαπήθηκε όσο λίγοι ποδοσφαιριστές, παρά το γεγονός ότι δεν συνέδεσε το όνομά του με επιτυχίες της ομάδας. Ο Τζίτζια αποτέλεσε την πρώτη σπουδαία μεταπολεμική μεταγραφή της Ρό- μα, και στο πρώτο του παιχνίδι 55 χιλιάδες άνθρωποι συνέρρευσαν για να τον δουν να αγωνίζεται. Το πολυπόθητο «σκουντέτο» το κατέκτησε με τη Μίλαν, σε μια σεζόν που δεν είχε πολλές συμμετοχές.
Λάτρευε τις Αλφα Ρομέο και είχε πέραση στις γυναίκες, ζώντας στην ιταλική πρωτεύουσα ως σταρ. Συμπαίκτες και φίλοι του τον χαρακτήριζαν καρδιοκατακτητή, αν και σε πολλές περιπτώσεις παρουσιαζόταν απόμακρος. Εκλεισε την ποδοσφαιρική του καριέρα στα 41 του αγωνιζόμενος για την Ντανούμπιο με την οποία έπαιξε 126 παιχνίδια. Χρίστηκε διεθνής 12 φορές με την Ουρουγουάη και 5 με την Ιταλία, σκο- ράροντας συνολικά 5 γκολ.
Μετά το πέρας της ποδοσφαιρικής καριέρας του, εργάστηκε ως δημόσιος επιθεωρητής στο καζίνο του Μοντεβιδέο, θέση που του προσέφερε η κυβέρνηση της Ουρουγουάης ως ένδειξη αναγνώρισης της χώρας προς το πρόσωπό του.
Προς το τέλος της ζωής του, επιβίωσε από σφοδρό τροχαίο ατύχημα περνώντας κάποιες εβδομάδες σε κώμα. Απεβίωσε σε ιδιωτική κλινική του Μοντεβιδέο και, μέχρι να πεθάνει, μπορούσε να εξιστορήσει στιγμή προς στιγμή ό,τι συνέβη στον θρυλικό αγώνα του 1950 σε δημόσιες και προσωπικές του συναντήσεις, όντας ένας καταπληκτικός αφηγητής.