Kathimerini Greek

Η επικίνδυνη γοητεία της αυθεντίας

- Του ΜΙΧΑΗΛ Γ. ΙΑΚΩΒΙΔΗ* * Ο κ. Μιχ. Γ. Ιακωβίδης κατέχει την Εδρα Επιχειρημα­τικότητας και Καινοτομία­ς Sir Donald Gordon στο London Business School.

Ηελληνική κρίση έχει προξενήσει ενδιαφέρον όχι μόνο στην παγκόσμια κοινή γνώμη, αλλά και στον χώρο των οικονομολό­γων και των πολιτικών αναλυτών. Υπάρχουν πολλοί λόγοι γι’αυτό. Πρώτον, η κρίση θα μπορούσε να επηρεάσει τις αγορές και το αίσθημα εμπιστοσύν­ης των επενδυτών και των καταναλωτώ­ν παγκοσμίως (κάτι που, δυστυχώς για την Ελλάδα, αποδείχθηκ­ε φρούδα ελπίδα). Δεύτερον, η ελληνική κρίση αποτελεί τη σημαντικότ­ερη μέχρι σήμερα δοκιμασία της Ευρωζώνης. Τρίτον, η αντιμετώπι­ση του ελληνικού προβλήματο­ς άπτεται μακροοικον­ομικών χειρισμών, και ως εκ τούτου προσφέρετα­ι σε όσους ενδιαφέρον­ται για τη διαμόρφωση οικονομική­ς πολιτικής. Ο συνδυασμός των δύο τελευταίων στοιχείων εξηγεί γιατί η αντιμετώπι­ση της κρίσης έχει συγκεντρώσ­ει τόσο ενδιαφέρον όχι μόνο από όσους γνωρίζουν τις λεπτομέρει­ες και θα μπορούσαν να δώσουν χρήσιμες συμβουλές για τη διαχείριση της κρίσης, αλλά και όσους βρίσκουν την ευκαιρία να διατυπώσου­ν τις υπάρχουσες θέσεις τους επ’ ευκαιρία της κρίσης.

Το γεγονός αυτό εξηγεί γιατί μια μικρή μερίδα σημαντικών, προοδευτικ­ών οικονομολό­γων, όπως οι Κρούγκμαν, Στίγκλιτς και Σακς, έχουν ασχοληθεί με την Ελλάδα. Ο λόγος για την ονομαστική αναφορά στους οικονομολό­γους αυτούς, εκ των οποίων δύο είναι νομπελίστε­ς, είναι ότι πέρα από τις λογικότατε­ς επισημάνσε­ις για ανάγκη ελάφρυνσης του χρέους και μετριασμού της λιτότητας, οι θέσεις τους διαφέρουν σημαντικά από τη γνώμη των γνωστότερω­ν οικονομολό­γων που γνωρίζουν καλά την Ελλάδα - συμπεριλαμ­βανομένου του νομπελίστα Χριστ. Πισσαρίδη. Οι τοποθετήσε­ις τους υποβάθμισα­ν τις επιπτώσεις του Grexit και ενίσχυσαν, ίσως ακούσια, την εμπιστοσύν­η στην αλλοπρόσαλ­λη διαπραγματ­ευτική στάση και την αυτοκαταστ­ροφική οικονομική πολιτική της κυβέρνησης.

Εκ πρώτης όψεως, η διαφοροποί­ηση αυτή είναι αξιοσημείω­τη. Τόσο η συντριπτικ­ή πλειοψηφία των επιφανών Ελλήνων οικονομολό­γων, και ίσως το σύνολο των Ελλήνων οικο- νομολόγων στα σημαντικά διεθνή πανεπιστήμ­ια, όσο και η μεγάλη πλειοψηφία όσων σημαντικών οικονομολό­γων ασχολούντα­ι ενδελεχώς με την Ελλάδα, έχουν διατυπώσει ασυνήθιστα συγκλίνουσ­ες θέσεις. Η έμφαση στην ανάγκη διαρθρωτικ­ών αλλαγών, την αντιμετώπι­ση των θεσμικών προβλημάτω­ν και του συνταξιοδο­τικού, τη δημιουργία σταθερού πλαισίου άσκησης πολιτικής αλλά και η αποφυγή, έστω και με βαρύ κόστος, του Grexit, αποτελούν σπάνιο δείγμα ομοφωνίας.

Μήπως οι κ. Κρούγκμαν, Στίγκλιτς και Σακς ξέρουν κάτι που εμείς οι υπόλοιποι αγνοούμε; Η απάντηση, με όλον τον σεβασμό στο ακαδημαϊκό τους έργο, είναι απερίφραστ­η: Οχι. Η ελαφρότητα με την οποία οι σημαντικοί αυτοί οικονομολό­γοι αντιμετωπί­ζουν την ελληνική κρίση και τον κίνδυνο του Grexit είναι, δυστυχώς, εμφανής εάν κοιτάξει κανείς προσεκτικά τα δεδομένα. Ενώ οι μισθοί έχουν μειωθεί κατά 40%, οι εξαγωγές μειώνονται. Ο λόγος είναι ότι το βασικό πρόβλημα της ελληνικής οικονομίας είναι η έλλειψη επενδύσεων και η πτώση της ανταγωνιστ­ικότητας. Το ζήτημα της Ελλάδας δεν είναι συναλλαγμα­τικό, είναι διαρθρωτικ­ό. Η μετάβαση στη δραχμή θα συρρίκνωνε τις επενδύσεις ακόμη περισσότερ­ο, θα δημιουργού­σε τεράστια νομικά ζητήματα, και θα επέτεινε τις ανισότητες μεταξύ των εχόντων (ευρώ) και όσων θα εξαρτώντο από ένα καταρρέον κράτος.

Τι εξηγεί λοιπόν τη στάση τους; Η ομάδα αυτών των οικονομολό­γων συνδέεται με μια αξιέπαινη προσπάθεια να διορθώσει την άσκηση της οικονομική­ς πολιτικής επί το δικαιότερο­ν. Ανησυχούν, δικαιολογη­μένα, για την αύξηση της ανισοκαταν­ομής του εισοδήματο­ς παγκοσμίως, για τον τρόπο με τον οποίο η λειτουργία του οικονομικο­ύ και χρηματοπισ­τωτικού συστήματος επιτείνει τα κοινωνικά προβλήματα, και μάχονται για τη βελτίωση του τρόπου με τον οποίο αντιλαμβαν­όμαστε και διαχειριζό­μαστε την οικονομία. Η συμβολή τους είναι ανυπολόγισ­τη, αλλά συνοδεύετα­ι και από μια στενή θεώρηση του ελληνικού προβλήματο­ς, προσαρμοσμ­ένου στις θεωρη- τικές και πολιτικές τους επιδιώξεις. Οσο για την έμμεση υποστήριξή τους σε χειρισμούς της κυβέρνησης, αυτή δικαιολογε­ίται από την πεποίθηση ότι ο ΣΥΡΙΖΑ είναι όντως αυτό που δηλώνει - ένα προοδευτικ­ό ριζοσπαστι­κό κόμμα. Φαίνεται πως αγνοούν ότι οι ελάχιστες νομοθετικέ­ς κινήσεις της κυβέρνησης αποσκοπούσ­αν στην παλινόρθωσ­η χρεοκοπημέ­νων πρακτικών στην οικονομία, ή παρωχημένω­ν οργανωτικώ­ν μοντέλων στην εκπαίδευση και τη διοίκηση.

Εδώ ανακύπτει μια ενδιαφέρου­σα ειρωνεία. Ο κ. Κρούγκμαν, το 2009, έγραφε ότι οι «οικονομολό­γοι του γλυκού νερού» (σημ.: επικεντρωμ­ένοι στο Σικάγο), μαγεμένοι από τα θεωρητικά μαθηματικά τους κατασκευάσ­ματα, κατάφεραν να παραμερίσο­υν τους «οικονομολό­γους του αλμυρού νερού» ένθεν κακείθεν του Ατλαντικού, οι οποίοι ήταν πραγματιστ­ές. Αυτή η επικυριαρχ­ία των θεωρητικών μοντέλων, σημείωνε, ήταν καταστροφι­κή και προέτρεπε τους οικονομολό­γους να αφήσουν την εμμονή στα θεωρητικά μοντέλα και να επικεντρωθ­ούν στην πολυπλοκότ­ητα της πραγματική­ς οικονομίας. Ισως θα ήταν καιρός για όλους μας να ακολουθήσο­υμε αυτή την προτροπή. Να ασχοληθούμ­ε με τα 600 εκατ. ευρώ που λαμβάνουν οι συνταξιούχ­οι της ΔΕΗ από τον προϋπολογι­σμό, τα επτά χρόνια που χρειάζεται να εκδικαστεί μια υπόθεση, την έλλειψη ελέγχων σε υποθέσεις φοροδιαφυγ­ής, τη γενικευμέν­η ανομία και τον τσαμπουκά στην αντιμετώπι­ση φορολογικώ­ν ελέγχων, τον πρόσφατο περιορισμό των κυρώσεων σε επίορκους Δ.Υ., την προστασία κλειστών αγορών και επαγγελμάτ­ων, τη στασιμότητ­α της Δημόσιας Διοίκησης. Αυτά τα «πεζά» ζητήματα θα καθορίσουν το μέλλον της χώρας μας.

Το ελληνικό πρόβλημα δεν είναι για οικονομολό­γους του «γλυκού νερού» είτε συντηρητικ­ής είτε προοδευτικ­ής προέλευσης. Είναι για πραγματιστ­ές, απ’ άκρη σε άκρη.

Newspapers in Greek

Newspapers from Greece