Ο Μινώταυρος της φοροδιαφυγής
Το περιστατικό της Κνωσού είναι γνωστό: την περασμένη Τετάρτη, κατά τη διάρκεια σχετικού ελέγχου στο πωλητήριο του αρχαιολογικού χώρου, διαπιστώθηκε ότι για μια ολόκληρη ημέρα δεν κόπηκε ούτε μισή απόδειξη ταμειακής μηχανής, ενώ στη συνέχεια αποκαλύφθηκε πως η ταμειακή μηχανή δεν ήταν καν δηλωμένη στην τοπική εφορία!
Η κινητοποίηση της υπηρεσίας Ειδικών Ελέγχων του υπουργείου Οικονομικών προκλήθηκε, σύμφωνα με το ρεπορτάζ του ιστότοπου tvxs.gr, ύστερα από καταγγελίες τουριστών που είχαν αγοράσει αναμνηστικά δώρα από το συγκεκριμένο πωλητήριο χωρίς να πάρουν ποτέ αποδείξεις.
Να είμαστε ευχαριστημένοι που μια δημόσια υπηρεσία προχώρησε σε έλεγχο άλλης δημόσιας υπηρεσίας, φέρνοντας σε δύσκολη θέση τους οκτώ (δημοσίους) υπαλλήλους που εργάζονται στο πωλητήριο; Το γεγονός είναι θετικό, όμως, παρ’ όλα αυτά, υπάρχει ένα «αλλά»: η είδηση δεν έσκασε σαν κεραυνός εν αιθρία σε όσους γνωρίζουν πώς λειτουργεί «το σύστημα». Σχετικές φήμες κυκλοφορούσαν στα δημοσιογραφικά γραφεία, πόσο μάλλον στα ανώτερα κλιμάκια της δημόσιας διοίκησης. Δεν γνωρίζω κάτι, μια υπόθεση κάνω. Οι αρχαιολογικοί χώροι διοικούνται σήμερα από το Ταμείο Αρχαιολογικών Πόρων (ΤΑΠ) που, ανάμεσα σε άλλα, διαχειρίζεται τα πωλητήρια, την παραγωγή εκμαγείων, λειτουργεί εργαστήρια, μισθώνει τα αναψυκτήρια σε διάφορους τουριστικούς χώρους και μουσεία. Σύμφωνα με εμπεριστατωμένη μελέτη της εταιρείας συμβούλων McKinsey και του Συνδέσμου Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων (2012), τα έσοδα από τους τουριστικούς χώρους και τα μουσεία στην Ελλάδα προέρχονται κατά 86% από τα εισιτήρια στην είσοδο, όταν το αντίστοιχο ποσοστό (των εσόδων από τα εισιτήρια) στην Αγγλία καλύπτει μόλις το 26% των συνολικών εσόδων, ενώ στη Γαλλία εμφανίζεται ακόμα μικρότερο. Εκτός Ελλάδας, δηλαδή, ο συντριπτικός όγκος των εσόδων από τους αρχαιολογικούς χώρους προέρχεται από τα πωλητήριά τους. Ετσι, το 2011, ενώ στην Ελλάδα το μέσο έσοδο ανά επισκέπτη από τα πωλητήρια είναι μόλις 0,2 ευρώ, στη Γαλλία... εκτοξεύεται στα 6,5 ευρώ. Εως σήμερα πιστεύαμε ότι τα περιορισμένα έσοδα οφείλονται στο γεγονός ότι τα ελληνικά πωλητήρια λειτουργούσαν με όρους αγοράς της δεκαετίας ’80 και συνθήκες εκσυγχρονισμένης Βουλγαρίας του Ζίφκοφ. Η μελαγχολική ιστορία από την Κνωσό δείχνει ότι το πρόβλημα είναι βαθύτερο, πολύ βαθύτερο. Στο ίδιο ρεπορτάζ αναφέρεται ότι εισπράξεις από τις πωλήσεις που γίνονται στα καταστήματα των αρχαιολογικών χώρων αποστέλλονται στο Ταμείο Αρχαιολογικών Πόρων, χωρίς όμως επίσημα παραστατικά (θεωρημένες αποδείξεις και τιμολόγια) που να αποδεικνύουν την ακρίβεια των συναλλαγών και των αναφερόμενων και αποδιδόμενων ποσών. Μιλάμε, δηλαδή, για ένα απαρχαιωμένο, αδιαφανές σύστημα, που όχι μόνο δεν λειτουργεί αποτρεπτικά για γεγονότα τύπου Κνωσού, αλλά διευκολύνει ένα κομμάτι του κράτους να εξαπατά ένα άλλο κομμάτι του κράτους. Είναι σαφές ότι εδώ χρειαζόμαστε μια κανονική επανάσταση, που όχι μόνο θα βάλει τα πωλητήριά μας στον 21ο αιώνα μεγιστοποιώντας τα έσοδα του υπουργείου Πολιτισμού και της χώρας, αλλά και θα εξασφαλίζει ότι αυτά τα έσοδα θα καταλήγουν στη σωστή τσέπη.
Εκτός Ελλάδας, ο συντριπτικός όγκος των εσόδων από τους αρχαιολογικούς χώρους προέρχεται από τα πωλητήριά τους.