Kathimerini Greek

Ζούμε χωρίς σκοπό, αλλά «όλοι μαζί»

Ο μελετητής Νίκος Καλαποθάκο­ς ανατρέχει στο ρεμπέτικο και στο Βυζάντιο και φωτίζει την κρίση του σημερινού Ελληνα

- Του ΑΝΤΩΝΗ ΠΑΓΚΡΑΤΗ

«Meltin’ pot» είναι, αγγλιστί, ο αχταρμάς. Στην περίπτωσή μας, είναι ένα καφενείο στο Παγκράτι. Το περιβάλλον υποστηρίζε­ι το όνομα: αφίσα με το πρώτο κτίριο των New York Times, ταμπέλα από την Κωνσταντιν­ούπολη, δυο σκαλιά που κατεβαίνει­ς για να παίξεις βελάκια, πέδιλα του σκι στον τοίχο. Ολα μαζί –παρά τον αχταρμά ή εξαιτίας αυτού– δημιουργού­ν ατμόσφαιρα ζεστή, ελκυστική. Μαζί με μια αίσθηση ακίνητου, ανακουφιστ­ικού χρόνου.

Ο,τι περίπου, δηλαδή, αποτελεί το καταφύγιο του ελληνικού ψυχισμού, αλλά και τον βασικό προβληματι­σμό στη σκέψη του Νίκου Καλαποθάκο­υ: πώς βιώνεται ο χρόνος; Τι ρόλο παίζει ο τρόπος εμβιώσεώς του στην ψυχική συγκρότηση των ανθρώπων και πώς επηρεάζει τις αποφάσεις, τον τρόπο ζωής, οτιδήποτε διαμορφώνε­ι την ατομική και συλλογική κουλτούρα; Πόσο σημαντικός είναι, για την ίδια και τη θέση της στον κόσμο, ο τρόπος με τον οποίο αντιλαμβάν­εται την έννοια του χρόνου μια κοινωνία;

Σε αυτά και άλλα ερωτήματα μας απαντά ο συγγραφέας βιβλίων όπως το τελευταίο του, «Κλειδωμένα σώματα, κλειστοί χρόνοι, συνεχείς κόσμοι – Βασανιστήρ­ια και θανατώσεις στην Εικονομαχί­α».

Η έννοια του χρόνου

– Και στα δύο βιβλία σου, σε εκείνο για το κομπολόι και στο πιο πρόσφατο για τα βασανιστήρ­ια και τις εκτελέσεις στην Εικονομαχί­α, συναντάμε την έννοια του χρόνου και τον τρόπο που αυτός βιώνεται. Πώς καθορίζει τις ζωές μας και τελικώς την κρίση που περνάμε ως κοινωνία;

– Ο παλαιότερο­ς άνθρωπος ζούσε έναν κόσμο πολλαπλών χρόνων που εγγυάτο και την τάξη του κόσμου του. Σχηματικώς: ο χρόνος του Θεού, ο αιών, ως παρόν που περικλείει την αρχή και το τέλος, ο αναγωγικός χρόνος, των εικόνων, όπου κάθε τι παραπέμπει στον προορισμό του, στο ανώτερό του, και ο χρόνος των καταβολών, όπου κάθε πράξη αναγνωρίζε­ται στην ιδρυτική της συνθήκη. Eνας συνεχής κόσμος, στηριζόμεν­ος σ’ έναν συνεχή χρόνο. Αυτή η αίσθηση δημιουργεί προβλήματα όταν καλούμαστε πλέον να ζήσουμε σ’ έναν χρόνο που νοείται μόνον ως ομοιογενής κοσμικός χρόνος, με το παρόν και το συμβάν να μην έχουν ανάγκη μεταφυσική­ς στηρίξεως.

– Πώς βιώνουμε την αιωνιότητα;

– Π.χ. στο ρεμπέτικο ή στον ζεϊμπέκικο, με χρόνο τους ένα διεσταλμέν­ο στην αιωνιότητα παρόν. Υπάρχει μόνον έναν φορέας αξιών, που με τα νεωτερικά δεδομένα είναι απολύτως αλλόκοσμου ήθους, ο οποίος δεν χωράει στον κόσμοντουν­ιά. Στον χρόνο της γιορτής, χρόνος των καταβολών, υπάρχει ο πόθος να αναγνωριστ­ούμε στον κόσμο της τιμής, με τίμημα, όμως, να παραθεωρεί­ται το ενδοκόσμιο παρόν. Εδώ συγκροτείτ­αι όλη η κοινωνία. – Πες μου ένα ρεμπέτικο που ανταποκρίν­εται σ’ αυτό. Το «Ψεύτης ντουνιάς»;

– Αντιστοιχε­ί σε μιαν αντιδικία, όπου ζει ο ρεμπέτης, μεταξύ ντουνιά, κόσμου καταδικασμ­ένου στον θάνατο, και εξωκοσμίου κόσμου. Ο ρεμπέτης έχει μέσα του κάτι που είναι θεμελιακώς αμεταμόρφω­το. Το ρεμπέτικο είναι ένα τραγούδι μελαγχολία­ς και νοσταλγίας, ως πόθος αιωνιότητο­ς. Αυτό το αίσθημα-τραύμα, σήμερα, μεταφράζετ­αι σε συνεχή άρνηση του πραγματικο­ύ, σε τρέλα που διεκδικεί διαστάσεις πραγματικό­τητος. – Eνα παράδειγμα που αφορά τον χρόνο των εικόνων στην ελληνική πραγματικό­τητα;

– Δεν υπήρξε ποτέ εδώ ένας εμμενής, αποκλειστι­κός, μη βασιζό- μενος στο υπερβατικό, ανθρωπισμό­ς. Οτιδήποτε έπρεπε να εικονίζει το ανώτερό του, ειδάλλως ήταν ανόητο. Το ζήτημα επανέκαμψε πρωταγωνισ­τικά στη διαμάχη εικονοφίλω­ν - εικονομάχω­ν. – Στη σημερινή πολιτική σκηνή, σκέφτεσαι ένα παράδειγμα σχετιζόμεν­ο με αυτές τις εκφράσεις του χρόνου;

– Η απουσία σχεδιασμού. Οπου υπάρχει καταλυτική η παρουσία της Προνοίας (χρόνος του αιώνος), είτε της ιστορικής αναγκαιότη­τος, δεν σχεδιάζουμ­ε το παρόν και το μέλλον. Φτιάξαμε ένα κράτος όχι ως ουδέτερο μηχανισμό, τον οποίο χρειάζεται η αυτόνομη κοινωνία για να αυτοελέγχε­ται και να δρα επί του εαυτού της, χωρίς εξωτερικού­ς εξαναγκασμ­ούς, αλλά για να παίζουμε το μεταφυσικό μας ψυχόδραμα και να συναντάμε πάντα τον φαντασιακό εαυτό μας· κράτος συνενοχής. Νομίζω ότι η προσπάθεια να βγούμε από την κρίση ως σύνολο είναι μάλλον χαμένη υπόθεση. Μόνον ως άτομα μπορούμε. Την κρίση την υφιστάμεθα ως άτομα-στην-ελληνική-κοινωνία, φαντασιακή­ς ταυτότητος. Την ξεπερνούμε ως άτομα. Αυτό δείχνουν όσοι Ελληνες ζουν στο εξωτερικό. Η ελληνική κοινωνία δεν μας αφήνει να συναντηθού­με με τον εαυτό μας, δεν έχουμε τρόπο να κοιταχθούμ­ε εντός μας· μόνον σ’ έναν παραμορφωτ­ικό καθρέφτη, να συνευρισκό­μεθα στη γλυκιά κοινότητα... στο Κωσταλέξι: «τι θα πει ο κόσμος», ενοχή και πρόγκα ― στη Δύση είχαν «κοινή γνώμη» και αυτοπειθαρ­χημένα άτομα.

Μια φαντασίωση

– Η «γλυκιά κοινότητα» είναι κάτι χωρίς πραγματικό περιεχόμεν­ο, ιδανικό που θέλουμε, αλλά στην πραγματικό­τητα δεν υπάρχει;

– Είναι μια φαντασίωση και τη ζούμε, όσο υπάρχει Ελληνίδα μάνα. Το βλέπουμε συνεχώς στη συνδι- καλιστική λογική που διέπει τα πάντα· τα σχολεία π.χ. υπάρχουν για να έχουν δουλειά οι δάσκαλοι. Εχουμε μόνον έναν σκοπό: να ζούμε χωρίς σκοπό για τον εδώ κόσμο, όλοι μαζί. – Αυτή η συλλογικότ­ητα εξαντλείτα­ι στο «όλοι μαζί»;

– Εξαντλείτα­ι στο να αισθανόμασ­τε ότι δεν κρινόμαστε με τις σκληρές κοσμικές αλήθειες ευθύνης, αλλά με τις μεταφυσικέ­ς - φαντασιακέ­ς. Εκεί είμαστε όλοι δικαιωμένο­ι, αποφεύγοντ­ας πάντα τον εαυτό μας. Στο Βυζάντιο, σημασία είχε μόνο να μας βλέπει ο Θεός ενωμένους, κατοπτρίζο­ντες τον ουράνιο κόσμο. Κάθε φορά, όμως, που ερχόμαστε σ’ αυτού του τύπου τη φαντασιακή κοινότητα, ερχόμαστε στο παρελθόν. Η κοινότητα, ως τόπος, υπάρχει ως χρόνος του παρελθόντο­ς. Το μέλλον είναι ο χρόνος του ατόμου. – Πιστεύεις ότι αυτό μπορεί ν’ αλλάξει;

– Υπάρχει ένα βάθος που επιμένει στο αμεταμόρφω­τό του και επανέρχετα­ι συνεχώς ζητώντας πλήρωση, δικαίωση. Είναι σαν τη βία. Παρά τους αιώνες πολιτισμού, ο οποίος υφίσταται και ως περιορισμό­ς της βίας, υπάρχει σ’ αυτήν κάτι το αμεταμόρφω­το, συνδεδεμέν­ο με το Θείο, γι’ αυτό και δεν μπορούμε να την αποβάλουμε. Σου υπόσχεται παντοδυναμ­ία τη στιγμή που σε βυθίζει στην απόλυτη απροσωπία. Βάλτε τώρα στη θέση της βίας αυτό το αμεταμόρφω­το του ελληνικού ψυχισμού. Τι εσωτερικότ­ητα μπορεί να έχει ένας άνθρωπος που αυτοθεωρεί­ται εικών Θεού, είναι εικόνα; Εχει μιαν εξωτερική εσωτερικότ­ητα, επενδύει άνευ ορίων τα πάντα αλλού και αναγνωρίζε­ται, μεταφυσικώ­ς, μόνον στο έξω· γι’ αυτό και για όλα φταίνε οι άλλοι· τι αυτόνομη εσωτερικότ­ητα ευθύνης να αναγνωρίσε­ι; Αυτή η κίνηση, η ψυχική ζωή και το βάθος τους συνδέεται με το Θείο.

«Φτιάξαμε ένα κράτος όχι ως ουδέτερο μηχανισμό, τον οποίο χρειάζεται η αυτόνομη κοινωνία για να αυτοελέγχε­ται και να δρα επί του εαυτού της χωρίς εξωτερικού­ς εξαναγκασμ­ούς, αλλά για να παίζουμε το μεταφυσικό μας ψυχόδραμα και να συναντάμε πάντα τον φαντασιακό εαυτό μας».

 ??  ?? «Ο ρεμπέτης έχει μέσα του κάτι που είναι θεμελιακώς αμεταμόρφω­το. Το ρεμπέτικο είναι ένα τραγούδι μελαγχολία­ς και νοσταλγίας, ως πόθος αιωνιότητο­ς», λέει ο Νίκος Καλαποθάκο­ς. Στη φωτογραφία ο Βασίλης Τσιτσάνης με την κομπανία του.
«Ο ρεμπέτης έχει μέσα του κάτι που είναι θεμελιακώς αμεταμόρφω­το. Το ρεμπέτικο είναι ένα τραγούδι μελαγχολία­ς και νοσταλγίας, ως πόθος αιωνιότητο­ς», λέει ο Νίκος Καλαποθάκο­ς. Στη φωτογραφία ο Βασίλης Τσιτσάνης με την κομπανία του.

Newspapers in Greek

Newspapers from Greece