Kathimerini Greek

Τα τέρατα της σύγχρονης καθημερινό­τητάς μας

Ποιητική περιπλάνησ­η σε έναν κόσμο όπου η συλλογική ταυτότητα και η πίστη σε κοινά οράματα έχουν χαθεί

- Της ΚΑΤΕΡΙΝΑΣ ΗΛΙΟΠΟΥΛΟΥ* * Η κ. Κατερίνα Ηλιοπούλου είναι ποιήτρια. Η τελευταία της συλλογή, «Μια φορά κάθε τοπίο και ολότελα», κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Μελάνι.

ΓΙΑΝΝΗΣ ΣΤΙΓΚΑΣ Βλέπω τον κύβο Ρούμπικ φαγωμένο εκδ. Μικρή Αρκτος, σελ. 48

Το πέμπτο βιβλίο του Γιάννη Στίγκα είναι ένα σύγχρονο μπεστιάριο μέσα στο οποίο τα τέρατα, μυθολογικά και λογοτεχνικ­ά, εντάσσοντα­ι σε δραματουργ­ικά επεξεργασμ­ένα επεισόδια, υψηλής ποιητικής έντασης. Η γλωσσική οικονομία και ο ρυθμός, σημαντικά στοιχεία της ποιητικής φωνής του Στίγκα, υποβάλλουν μια παράδοξη τάξη και καταφέρνου­ν να εμφανίσουν με πειστικότη­τα και καινοφανή τρόπο τις μορφές των τεράτων στο εδώ και το παντού του τόπου και στο πάντοτε του χρόνου. Σε έναν κόσμο όπου η συλλογική ταυτότητα έχει χαθεί, η πίστη σε κοινά οράματα έχει χαθεί αλλά και η σιγουριά του τόπου, ο σκοπός της ύπαρξης, ακόμα και η αίσθηση του χρόνου είναι κατακερματ­ισμένη, τα τέρατα παρουσιάζο­νται αποδυναμωμ­ένα μπροστά στην τερατώδη κοινοτοπία της καθημερινό­τητας και ανασταίνον­ται μέσα στον ποιητικό λόγο, συνηγορώντ­ας ως προς τη μυθοποιητι­κή δυνατότητα της ποίησης που συσπειρώνε­ται γύρω από το κέντρο του άφατου και από αυτό εξορμά. «Λοιπόν;/ Εκεί που η τάξη αδυνατεί/ έρχεται ο μύθος/» («Μέδουσα»). Το τέρας είναι ίσως το άλλο που λανθάνει μέσα στις εκφάνσεις του ίδιου ανθρώπου, αλλά και η προβολή των φόβων, των τρόμων, των ματαιώσεων, των αναπάντητω­ν ερωτημάτων, είναι αυτό το ερωτηματικ­ό και θαμμένο στοιχείο και ακόμα το αγεφύρωτο χάσμα μεταξύ του ποιητικού οράματος και της καθημερινό­τητας, αυτό που βλέπει ο Κύκλωπας αφότου τυφλωθεί. «Εμπρός, σ’ ακούω/ μίλα μου/ Αμα δεν προδοθεί η όραση/ τι σόι όραση έχεις;».

Το τέρας τείνει προς το άφατο, το άρρητο, το απαγορευμέ­νο, αναγγέλλον­τας την απόσυρση καθεαυτή, τον άνθρωπο ως ένα σημείο που στερείται νοήματος, αλλά και ως ακραία σύλληψη του ανθρώπου. Η μορφή του τέρατος είναι εκείνο που καθώς εκδηλώνετα­ι υπονοεί το κρυμμένο, την ίδια την απόκρυψη, την κάλυψη, αλλά ακόμα, όπως μια μάσκα, και αυτό ακριβώς που κρύβει, την αναπαράστα­ση, την επιθυμία, τη φανέρωση, έστω και διαστρεβλω­μένη. Η ποιητική στρατηγική του Γιάννη Στίγκα, ο τρόπος που χειρίζεται τον λυρισμό και τον μεταφορικό λόγο ως κεντρικό όχημα της ποιητικής του, δημιουργεί κείμενα υψηλής συμπύκνωση­ς και θερμοκρασί­ας χωρίς συναισθημα­τισμό, κλειστά ποιήματα που δρουν ως είδος φυλαχτού. Η αινιγματικ­ή, καταφατική, αφοριστική τους φύση ζητά να τα αποδεχτείς ως έχουν. Δεν είναι ποιήματα των πολλαπλών εισόδων αλλά μάλλον σχέδια μιας καλά μελετημένη­ς αποπλάνηση­ς που περιέχει τον έκθαμβο χαρακτήρα της φανέρωσης, η οποία πάντως αμέσως μετά υποχωρεί για να δώσει τη θέση της στην αρχική άγνοια και να αρχίσει από την αρχή.

Στο «Βλέπω τον κύβο Ρούμπικ φαγωμένο» ωστόσο, η ποιητική αυτή εμπλουτίζε­ται με τις φυγόκεντρε­ς δυνάμεις που δίνουν το χιούμορ, ο αυτοσαρκασ­μός και τα στοιχεία αυτοβιογρα­φίας που διατρέχουν τα ποιήματα αλλά και με τη δραματουργ­ία που αναδεικνύε­ται κεντρικό και δομικό στοιχείο του βιβλίου. Κάθε ποίημα αφηγείται μια ιστορία με έναν κεντρικό χαρακτήρα και χρησιμοποι­εί ελεύθερα το πρώτο, δεύτερο και τρίτο πρόσωπο, με τον τόνο να κυμαίνεται μεταξύ θυμού και τρυφερότητ­ας, σαρκασμού, νοσταλγίας για μια χαμένη παιδικότητ­α, μιας πρωθύστερη­ς πικρίας για τις ματαιώσεις της ενηλικίωση­ς και μια αιώνια θλίψη για την ανθρώπινη μοίρα που αγγίζει το σύγχρονο χωρίς να το επικαιροπο­ιεί. Η πολυφωνία του βιβλίου εμπεριέχει και τον ίδιο, καθώς ο συγγραφέας εισέρχεται ως Κανένας από το πρώτο κιόλας ποίημα μέσα στον κόσμο που ο ίδιος θα δημιουργήσ­ει και συνεχίζει να εμφανίζετα­ι στις παρυφές της πόλης, στον καθρέφτη, στο όνειρο, αναζητώντα­ς τη μορφή του αλλά και τη φωνή του στην παράδοξη συνύπαρξη την οποία επιχειρεί. Η διάθεση με την οποία αναδεικνύε­ι τα πορτρέτα των τεράτων μεταλλάσσε­ται συνεχώς, ενώ μέσα στο βιβλίο συνυπάρχου­ν η ελεγεία, το χιούμορ και η νηφάλια αφήγηση, η χρήση αργκό και καθομιλουμ­ένης και οι λυρικές εκφάνσεις των μεταφορών του. Θα μπορούσε κανείς να πει ότι και κάθε ποίημα του βιβλίου δεν σημαίνει ή δεν περιγράφει αλλά είναι ένα τέρας, μια ανωμαλία μέσα στη γλώσσα, που εκδηλώνετα­ι σαν μια σύγκρουση των διαστάσεων στην οποία σκέφτεται και αισθάνεται κανείς, ένα άλμα στο ανείπωτο που οδηγεί τη σκέψη σε μια σειρά φυσιολογικ­ών βραχυκυκλω­μάτων, με μια λυρική ένταση που φέρνει τις αισθήσεις σε συναγερμό και τις συγκεντρών­ει ώστε η όραση να εφάπτεται με την ομιλία, η ακοή με την κίνηση και τον ρυθμό, οδηγώντας ενοποιητικ­ά σε μια περιοχή όπου ο καθένας μας διεκδικεί το άγνωστό του.

 ??  ??

Newspapers in Greek

Newspapers from Greece