Αυξάνονται τα προβλήματα του Ματέο Ρέντσι
Οι οιωνοί δεν είναι ευνοϊκοί για τον Ιταλό πρωθυπουργό Ματέο Ρέντσι και τις φιλοδοξίες που τρέφει για την οικονομία της Ιταλίας. Μόνο αν η ιταλική οικονομία αναπτυχθεί με πολύ υψηλό ρυθμό το δεύτερο εξάμηνο του 2016 θα διαμορφωθεί ο ετήσιος ρυθμός ανάπτυξης στο 1,2%, δηλαδή τον στόχο που έχει θέσει ο κ. Ρέντσι. Οικονομικοί αναλυτές υποστηρίζουν πως η οικονομία δεν αναπτύσσεται τόσο γρήγορα, γεγονός που αναμένεται να είναι προβληματικό για τον κ. Ρέντσι και γενικότερα για την Ευρωζώνη.
Το φθινόπωρο ο κ. Ρέντσι θα έρθει αντιμέτωπος με ένα δημοψήφισμα που θα μπορούσε να σφραγίσει την πολιτική του καριέρα, ενώ η οικονομία που είναι στάσιμη και το τραπεζικό σύστημα που είναι φορτωμένο με μη εξυπηρετούμενα δάνεια αποτελούν επιπλέον προκλήσεις που θα πρέπει να αντιμετωπίσει. Το φθηνότερο πετρέλαιο, το ασθενέστερο ευρώ και τα δίχως προηγούμενο μέτρα ενίσχυσης της οικονομίας που έχει πάρει η ΕΚΤ συνέβαλαν στο να βγει, πέρυσι, η ιταλική οικονομία από την ύφεση, την πλέον μακροχρόνια από την εποχή του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, ωστόσο φαίνεται ότι δεν αρκούν ώστε να συνεχιστεί η ανάκαμψη. «Ο δυνητικός ρυθμός ανάπτυξης της ιταλικής οικονομίας είναι, μέχρι τώρα, μηδενικός αν όχι αρνητικός», υποστηρίζει η κ. Ραφαέλα Τενκόνι, οικονομολόγος της Wood & Co στο Λονδίνο. «Οι εταιρείες εξακολουθούν να είναι υπερχρεωμένες, η κερδοφορία είναι, κατά μέσον όρο, πολύ χαμηλή και συνολικά η οικονομία βρίσκεται σε πολύ δύσκολη θέση, ενώ δεν έχει δημοσιονομική και νομισματική ανεξαρτησία». Η κυβέρνηση Ρέντσι δεν έχει αναθεωρήσει τον στόχο της για την ανάπτυξη, παρά το γεγονός ότι καταγράφηκε στασιμότητα το δεύτερο τρίμηνο. Το δημοψήφισμα για τη συνταγματική μεταρρύθμιση που θα διεξαχθεί τον Νοέμβριο μετατρέπεται σε δοκιμασία για την απήχηση του Ιταλού πρωθυπουργού, ενώ η ανεργία αυξήθηκε, αναπάντεχα στο 11,6% τον Ιούνιο και η τραπεζική κρίση έχει ταρακουνήσει μικρούς και μεγάλους επενδυτές.
Σύμφωνα με υπολογισμούς του Bloomberg, η ιταλική οικονομία θα πρέπει να αναπτυχθεί με ρυθμό 1,3% το δεύτερο εξάμηνο του 2016, ώστε να επιτευχθεί ο στόχος που έχει θέσει ο κ. Ρέντσι. Θα αποτελούσε τον υψηλότερο ρυθμό ανάπτυξης των τελευταίων 16 ετών και θα σηματοδοτούσε πολύ μεγάλη επιτάχυνση του ρυθμού ανάπτυξης. Ο κ. Φάμπιο Φουά, οικο- νομολόγος της Barclays στο Μιλάνο, λέει ότι δεν περιμένει τέτοιου είδους ανάπτυξη. Προβλέπει ότι θα συνεχιστεί η «αργή και εύθραυστη ανάκαμψη», ενώ οι δυσκολίες που πηγάζουν από την αναταραχή που υπάρχει στις αγορές και την πολιτική αστάθεια στην Ιταλία είναι πιθανό να περιορίσουν σημαντική την εσωτερική ζήτηση. Στις 12 Αυγούστου ο Ιταλός υπουργός Οικονομικών κ. Πιέρ Πάολο Πάντοαν είχε αναγνωρίσει ότι η πρόβλεψη για ρυθμό ανάπτυξης 1,2% το 2016 θα τεθεί εν αμφιβόλω εξαιτίας της απόφασης των Βρετανών να εγκαταλείψουν την Ευρωπαϊκή Ενωση, της απειλής της διεθνούς τρομοκρατίας και της εισόδου μεταναστών. Το ιταλικό υπουργείο Οικονομικών θα εκδώσει νέες προβλέψεις για την ανάπτυξη τον Σεπτέμβριο. Παρά τα πρόσφατα στοιχεία, ο κ. Ρέντσι είχε δηλώσει την περασμένη Κυριακή ότι εξακολουθεί να περιμένει ρυθμό ανάπτυξης 1,2% για το 2016. Το δημόσιο χρέος της Ιταλίας είχε ανέλθει τον Ιούνιο στο ύψος των 2,25 τρισ. ευρώ, ενώ το σύνολο των μη εξυπηρετούμενων δανείων που έχουν οι ιταλικές τράπεζες στους ισολογισμούς τους ανερχόταν στα 360 δισ. ευρώ. Ο χαμηλός ρυθμός ανάπτυξης της οικονομίας πιθανότατα θα περιπλέξει την προσπάθεια του κ. Ρέντσι να πάρει το «πράσινο φως» από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, ώστε να αυξήσει τις δαπάνες για να στηρίξει την οικονομία. Για να το πετύχει, η ιταλική κυβέρνηση επιθυμεί να διατηρήσει το δημοσιονομικό έλλειμμα στο 2,4% του ΑΕΠ για το 2017, αντί να το μειώσει στο 1,8% όπως έχει συμφωνηθεί με την Ε.Ε. ανέφερε η ιταλική εφημερίδα «La Repubblica» την περασμένη εβδομάδα.
Η Ιταλία χρειάζεται δημοσιονομικό έλλειμμα μεγαλύτερο από το 2% του ΑΕΠ, ώστε να μπορέσει να ακολουθήσει επεκτατική δημοσιονομική πολιτική, είχε δηλώσει την Πέμπτη ο κ. Ενρίκο Μοράντο, αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών της Ιταλίας.
Οδεύει προς δημοψήφισμα το φθινόπωρο, με την οικονομία στάσιμη και τις τράπεζες φορτωμένες με «κόκκινα» δάνεια.