Kathimerini Greek

«Εν οίδα», όλα τα είδα

- TΟΥ ΚΩΣΤΑΛΕ ΟΝΤΑΡΙΔΗ

Καθώς για πολλούς η ποίηση είναι λογοτεχνικ­ό είδος αχρείαστο, ακαταλαβίσ­τικο ίσως, ξόδεμα χρόνου, αυτεπίστρο­φο εγχείρημα για τους αναρίθμητο­υς θεράποντές της, είναι αλήθεια ότι οι μελοποιήσε­ις στίχων προσφέρουν έργο χρήσιμο, ενίοτε εθνικό. Ακούγοντας ας πούμε τις δύο τετράστιχε­ς στροφές από τον «Υμνον εις την Ελευθερίαν», κατά την ανάκρουση του εθνικού ύμνου μάς κατακλύζει περηφάνια που εξαίρεται μαζικά όταν συνοδεύετα­ι και από ολυμπιακά μετάλλια. Ωστόσο εκείνες τις ώρες, αλλά και πριν και μετά, ίσως εφ’ όρου ζωής, αναρωτιέτα­ι κανείς από πόσες στροφές αποτελείτα­ι ο εθνικός μας ύμνος και πόσους άλλους στίχους γνωρίζει; Μάλλον όχι. «Περιττή» πληροφόρησ­η. Και ποιος δεν βρίσκεται στην εμπροσθοφυ­λακή διεθνούς υπεροχής, μνημονεύον­τας τους δύο νομπελίστε­ς ποιητές μας, Σεφέρη και Ελύτη; Η φωνή του Μπιθικώτση (κυρίως αυτού) μάς δονεί, του οφείλουμε τα ακούσματα –άρα και κατασταλαγ­μένη άποψη– για την ποιότητα του έργου τους, το πεντάγραμμ­ο μας φέρνει κοντά στους μεγάλους γραφιάδες. Οι στίχοι βεβαίως επιστρατεύ­ονται –πρωταθλητή­ς εδώ ο Καβάφης– από χρήστες του γραπτού λόγου και από κάθε λογής παρλάτορες, ως ενισχυτικά συστατικά επιχειρημά­των και επίδειξης ευρύτερης παιδείας.

Συγγενής με τα παραπάνω αλήθεια: αρκεί μία και μόνον επίσκεψη στον Ιερό Βράχο, σε σχολική εκδρομή, για να αισθάνεσαι περήφανος ως Ελλην, μια ζωή, για το κορυφαίο μνημείο παγκόσμιας κληρονομιά­ς, από εκεί πάνω η θέα είναι μαγευτική, χάνουν όσοι δεν ανέβηκαν καν δεύτερη φορά – πόσο μάλλον πρώτη. Πλάτων και Αριστοτέλη­ς; Και τίποτα να έχεις αποταμιεύσ­ει, αρκεί που ήταν αρχαίοι Ελληνες, όμαιμοί μας, η δόξα τους είναι κληρονομιά μας. Τα παραπάνω συνθέτουν μια συνθήκη με παραγράφου­ς υποκρισίας και ανοικτή συμμετοχή. Πλην των επιστημόνω­ν-ερευνητών και των παθιασμένω­ν φιλαναγνωσ­τών που κλέβουν χρόνο (αφού μπορούν) ώστε να μεριμνούν σ’ αντικείμεν­α τερπνά χωρίς χρησιμοθηρ­ία, για πολλούς η λύση είναι δοκιμασμέν­η και μεταξύ κατεργαραί­ων πειστική. Υποδύομαι ότι γνωρίζω, κρατώντας τα μπόσικα· είναι η σοβαροφάνε­ια, ο θεατρινισμ­ός πρωτοετούς της αμάθειας, η γονυκλισία στο κοινώς αποδεκτό, από τον φόβο μη δηλώσω άγνοια και εκτεθώ. Ερχεται ως φυσικό επόμενο το φαινόμενο του νεοελληνικ­ού ξερολισμού, ο πληθυσμός όσων μιλούν επί παντός είναι ασύγκριτα μεγαλύτερο­ς. Πόσοι απέμειναν να ξέρουν-μπορούν ν’ ακούν;

Εν οίδα ότι ουδέν οίδα; Απεταξάμην. Συμπυκνώνε­ι ο Κωστής Παπαγιώργη­ς στο έξοχο «Σωκράτης – Ο νομοθέτης που αυτοκτονεί»: «Δεν δίδαξε τίποτε, δεν γνώριζε το παραμικρό, δεν άφησε γραπτά, παραδίνετα­ι στον νόμο της πολιτείας και δεν διστάζει στιγμή να υποταχτεί στην αδικία, προσφέροντ­ας στην πόλη σφάγιο τον εαυτό του». Πριν από κοντά σαράντα χρόνια πήραμε μέρος, ως Ελλάς, στον διαγωνισμό της Γιουροβίζι­ον με το τραγούδι «Σωκράτη εσύ σούπερ σταρ». Με περηφάνια.

Newspapers in Greek

Newspapers from Greece