Διεθνής κατακραυγή για Τραμπ
Τριγμοί στους Ρεπουμπλικανούς
Χάος στα αεροδρόμια των ΗΠΑ, διαδηλώσεις και κύμα διεθνούς κατακραυγής προκάλεσε το προεδρικό διάταγμα του Ντόναλντ Τραμπ για προσωρινή απαγόρευση εισόδου στους πολίτες επτά μουσουλμανικών χωρών. Ομοσπονδιακοί δικαστές σε τουλάχιστον τέσσερις πολιτείες απαγόρευσαν στις διωκτικές αρχές να απελάσουν ταξιδιώτες κατ’ εφαρμογήν του επίμαχου προεδρικού διατάγματος, ενώ οι μεγαλύτερες επιχειρήσεις της Κοιλάδας του Πυριτίου (Google, Apple, Microsoft, Facebook κ.ά.) ανακοίνωσαν ότι θα προσφέρουν νομική στήριξη στους θιγομένους. Σε μια κίνηση μερικής αναδίπλωσης, ο Λευκός Οίκος διευκρίνισε ότι θα εξαιρεθούν όσοι έχουν «πράσινη κάρτα», όπως και οι πολίτες της Βρετανίας και του Καναδά με διπλή υπηκοότητα. Η πρωτοβουλία του νέου προέδρου προκάλεσε έντονες αντιδράσεις ακόμη και στο εσωτερικό του κόμματός του, με μερίδα γερουσιαστών να εκφράζει την αντίθεσή της στο μέτρο. Στην πρώτη του δημόσια παρέμβαση μετά την ορκωμοσία Τραμπ, ο τέως πρόεδρος Ομπάμα επαίνεσε τους διαδηλωτές, λέγοντας ότι υπερασπίζονται τις αξίες της δημοκρατίας.
Με ρυθμούς καταιγιστικούς εξαπλώνεται το κύμα των διεθνών αντιδράσεων στην απόφαση του Ντόναλντ Τραμπ να απαγορεύσει προσωρινά την είσοδο στις ΗΠΑ οποιουδήποτε πολίτη από επτά κατά πλειονότητα μουσουλμανικές χώρες. Ευρωπαϊκή Ενωση, Γερμανία, Βρετανία, Γαλλία, Ελβετία, Αυστρία, Ιρλανδία, Καναδάς, Ιράκ, Ιράν, Αραβικός Σύνδεσμος και Οργάνωση Ισλαμικής Διάσκεψης καταδίκασαν την επιλογή του νέου Αμερικανού προέδρου, σε μια πρωτοφανή περίπτωση απομόνωσης των Ηνωμένων Πολιτειών ακόμη και από τους πιο στενούς συμμάχους τους.
Μετά τον Γάλλο πρόεδρο Φρανσουά Ολάντ, ο οποίος ήδη από το Σάββατο καυτηρίασε το επίμαχο προεδρικό διάταγμα, η Αγκελα Μέρκελ εγκατέλειψε χθες την πολύ προσεκτική στάση της έναντι του νέου Αμερικανού προέδρου, τονίζοντας ότι η επιλογή του «αντιστρατεύεται τις θεμελιώδεις αρχές αναφορικά με τη διεθνή βοήθεια στους πρόσφυγες». Η Γερμανίδα καγκελάριος προσέθεσε ότι «ο αναγκαίος, αποφασιστικός αγώνας εναντίον της διεθνούς τρομοκρατίας δεν δικαιολογεί επ’ ουδενί την ενοχοποίηση ολόκληρων ομάδων συγκεκριμένων λαών».
Από την πλευρά του, ο εκπρόσωπος Τύπου της Κομισιόν, Μαργαρίτης Σχοινάς, διαβεβαίωσε πως η Ε.Ε. θα κινητοποιήσει τις νομικές υπηρεσίες της ώστε να διασφαλιστεί ότι «οι πολίτες μας δεν θα υποστούν καμία διάκριση» στις Ηνωμένες Πολιτείες. Η δήλωση του κ. Σχοινά αφορούσε κυρίως τους πολίτες της Ε.Ε. που έχουν διπλή υπηκοότητα και κινδυνεύουν να αποκλειστούν από τις ΗΠΑ βάσει του προεδρικού διατάγματος Τραμπ. Πιο προχωρημένος, ο Γκι Φερχόφσταντ, επικεφαλής των διαπραγματευτών της Ε.Ε. για το Brexit, εκτίμησε πως ο Ντόναλντ Τραμπ εξελίσσεται σε πολιορκητικό κριό
Ακτιβιστές
μιας επίθεσης σε τρία μέτωπα, που δέχεται η Ενωση, πλάι στο ριζοσπαστικό Ισλάμ και στη Ρωσία.
Στη Βρετανία, περισσότεροι από 1,3 εκατομμύριο πολίτες είχαν υπογράψει μέχρι χθες το απόγευμα διαδικτυακή έκκληση για τη ματαίωση της ήδη αναγγελθείσας επίσκεψης Τραμπ στη Βρετανία. Κατά τη συνάντησή της με τον Τραμπ στον Λευκό Οίκο, την περασμένη Παρασκευή, η Βρετανίδα πρωθυπουργός Τερέζα Μέι του μεταβίβασε πρόσκληση της βασίλισσας Ελισάβετ για επίσημη επίσκεψη στη χώρα της. Χθες, το πρωθυπουργικό γραφείο ξεκαθάρισε ότι η επίσκεψη Τραμπ θα πραγματοποιηθεί, παρά το γεγονός ότι και τα τρία κοινοβουλευτικά κόμματα της αντιπολίτευσης, όπως και μερίδα στελεχών του κυβερνώντος Συντηρητικού Κόμματος, είχαν ταχθεί υπέρ της ματαίωσής της.
Από την πλευρά των Ηνωμένων Εθνών, ο ύπατος αρμοστής για τα ανθρώπινα δικαιώματα, Ζέιντ Ράανταλ Χουσεΐν, επισήμανε ότι «οι διακρίσεις βάσει της εθνικότητας παραβιάζουν θεμελιώδη δικαιώματα», ενώ η οργάνωση Γιατροί Χωρίς Σύνορα ότι το προεδρικό διάταγμα Τραμπ «θα εγκλωβίσει ανθρώπους σε εμπόλεμες ζώνες, θέτοντας σε κίνδυνο τη ζωή τους».
Κίνα και Ρωσία
Ηπια στην κριτική της εμφανίστηκε η Κίνα, με το υπουργείο Εξωτερικών να αναγνωρίζει ότι «η προσαρμογή της μεταναστευτικής πολιτικής είναι πράξη εντός της κυριαρχίας κάθε χώρας». Προσέθεσε, όμως, ότι «τέτοιου είδους κινήσεις πρέπει να συνυπολογίζουν τις εύλογες ανησυχίες των εμπλεκόμενων χωρών». Εσωτερική υπόθεση των ΗΠΑ χαρακτήρισε το διάταγμα Τραμπ ο εκπρόσωπος Τύπου του Κρεμλίνου, Ντιμίτρι Πεσκόφ, αποφεύγοντας περαιτέρω σχολιασμό.