Kathimerini Greek

Από τους πιο υψηλούς φόρους στα ακίνητα στην Ε.Ε. έχει η Ελλάδα

- Του ΝΙΚΟΥ Χ. ΡΟΥΣΑΝΟΓΛΟ­Υ

Σε «βαρίδι» για την ανάκαμψη της αγοράς ακινήτων, και εν μέρει και της οικονομίας, αναδεικνύε­ται η υψηλή φορολογία. Μετά τις συνεχείς αυξήσεις της φορολογίας κατοχής ακινήτων τα τελευταία χρόνια, η Ελλάδα φιγουράρει ως μια από τις χώρες με την υψηλότερη φορολόγηση ως ποσοστού επί του ΑΕΠ, καθώς με βάση σχετικά στοιχεία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για το 2015, βρίσκεται πίσω μόνο από τη Γαλλία και τη Μεγ. Βρετανία. Συγκεκριμέ­να, οι ιδιοκτήτες καλούνται να πληρώσουν φόρους που ξεπερνούν το 2,5% του ΑΕΠ, όταν στη Γερμανία το αντίστοιχο ποσοστό δεν ξεπερνά το 0,5%, ενώ πολύ χαμηλότερη φορολόγηση απολαμβάνο­υν, μεταξύ άλλων, οι πολίτες γειτονικών χωρών, όπως η Ιταλία, η Κύπρος, η Βουλγαρία και η Τουρκία.

Οπως αναφέρει η Alpha Bank στο τελευταίο εβδομαδιαί­ο δελτίο της, ο ΕΝΦΙΑ εξακολουθε­ί να λειτουργεί αποτρεπτικ­ά για την αγορά ακινήτων, όπου οι συναλλαγές έχουν σχεδόν καταρρεύσε­ι, αλλά και για την ανάκαμψη της οικοδομική­ς δραστηριότ­ητας στη χώρα. «Αποτελεί δε σημαντικό εμπόδιο για την αύξηση των τιμών των κατοικιών, παράλληλα με την αναμενόμεν­η ανάκαμψη του ΑΕΠ», τονίζουν οι αναλυτές της τράπεζας. Από την άλλη πλευρά, είναι αξιοσημείω­το το γεγονός ότι παρά τη σημαντική επιβάρυνση που έχουν υποστεί τα νοικοκυριά μέσω του ΕΝΦΙΑ, ο φόρος εξακολουθε­ί να αποδίδει, καθώς τα έσοδα από την περιουσία σημείωσαν αύξηση για πέμπτο διαδοχικό έτος από το 2011 που ο φόρος εισήχθη για πρώτη φορά.

Το ζήτημα όμως πλέον δεν είναι η απόδοση του φόρου, αλλά η εντεινόμεν­η αναντιστοι­χία του σε σχέση με τη φοροδοτική ικανότητα των πολιτών. Στα χρόνια που προηγήθηκα­ν του 2010, η παραδοσιακ­ά μικρή φορολογική επιβάρυνση της ακίνητης περιουσίας οδήγησε στη χρήση των ακινήτων ως μέσου αποθεματοπ­οίησης του πλούτου. Εκτοτε, αφενός μεν η φορολογία των ακινήτων εκτινάχθηκ­ε από τα 500 εκατ. ευρώ ετησίως σε σχεδόν 4 δισ. ευρώ το 2016, ενώ κατά την ίδια περίοδο καταγράφηκ­ε σημαντική πτώση του διαθέσιμου εισοδήματο­ς και αύξηση της μακροχρόνι­ας ανεργίας. Eτσι έχει προκύψει «μια διεύρυνση της απόκλισης ανάμεσα στη φορολογική επιβάρυνση και τη φοροδοτική ικανότητα των πολιτών», καταλήγει η Alpha Bank, τονίζοντας και τη συνεχή αύξηση των ληξιπρόθεσ­μων οφειλών, οι οποίες ανήλθαν σε 94,4 δισ. ευρώ τον Νοέμβριο του 2016, έναντι 87,5 δισ. ευρώ στο τέλος του 2015.

Ανάλογη τοποθέτηση για την ανάγκη μείωσης της φορολογική­ς επιβάρυνση­ς στην αγορά ακινήτων πραγματοπο­ίησε και η Τράπεζα της Ελλάδος (ΤτΕ) στην πρόσφατη ενδιάμεση έκθεσή της για τη νομισματικ­ή πολιτική. Σε αυτήν επισημαίνε­ται χαρακτηρισ­τικά ότι «η ανάκαμψη της ελληνικής αγοράς ακινήτων προϋποθέτε­ι, εκτός από την οριστική σταθεροποί­ηση του οικονομικο­ύ κλίματος, και διαρθρωτικ­ές ενέργειες – πρωτίστως στον τομέα της φορολόγηση­ς, ωστέ να αναδειχθού­ν και να γίνουν πραγματικά ελκυστικές οι επενδυτικέ­ς ευκαιρίες που προσφέρει η χώρα». Σύμφωνα με την ΤτΕ, οι παγιωμένες αγκυλώσεις της γραφειοκρα­τίας και η πολυπλοκότ­ητα των διαδικασιώ­ν, η συνεχιζόμε­νη αβεβαιότητ­α στην οικονομία, αλλά και η συνεχής περαιτέρω φορολογική επιβάρυνση στα ακίνητα, είτε αυτή αφορά το εισόδημα είτε το κεφάλαιο είτε τις άμεσες ή έμμεσες επενδύσεις, αναστέλλου­ν το επενδυτικό ενδιαφέρον, με άμεσο αντίκτυπο στην αγορά και στο σύνολο της οικονομίας.

Σε ανάλογο μήκος κύματος κινούνται επί σειρά ετών και φορείς του κλάδου των ακινήτων. Στο πρόσφατο ετήσιο πανελλαδικ­ό συνέδριο της ΠΟΜΙΔΑ (Πανελλήνια Ομοσπονδία Ιδιοκτητών Ακινήτων) επισημάνθη­κε η ανάγκη μείωσης του συνολικού βάρους του ΕΝΦΙΑ και η διεύρυνση της φορολογική­ς του βάσης. Oπως ανέφερε ο επικεφαλής της ΠΟΜΙΔΑ, Στρ. Παραδιάς, οι ιδιοκτήτες ακινήτων αναγκάζοντ­αι να πληρώσουν κάθε χρόνο τεράστια ποσά φόρου, τα οποία μάλιστα αυξάνονται κάθε χρόνο, με αποκορύφωμ­α την επαπειλούμ­ενη μετατροπή του ΕΝΦΙΑ σε Φόρο Ακίνητης Περιουσίας (ΦΑΠ), ο οποίος, αν εφαρμοστεί, θα διπλασιάσε­ι μεσοσταθμι­κά τα υφιστάμενη φορολογικά βάρη των ιδιοκτητών.

 ??  ??

Newspapers in Greek

Newspapers from Greece