Γαβράς: Η μουσική στο «Ζ» είναι του Μίκη, αλλά...
Ούτε ο ίδιος την αναγνώρισε όταν είδε αργότερα την ταινία στο Παρίσι
Η μουσική στην ταινία «Ζ» είναι του Μίκη Θεοδωράκη, αλλά με σύνθεση από την... ανάποδη, αποκαλύπτει στην «Κ» ο σκηνοθέτης Κώστας Γαβράς, μιλώντας για τη μυθιστορηματική τροπή των γυρισμάτων στο Αλγέρι.
Παραμονή του πραξικοπήματος της 21ης Απριλίου, ο σκηνοθέτης Κώστας Γαβράς φεύγει από το σπίτι των γονέων του στην Αθήνα, επιστρέφοντας στο Παρίσι. Στη διαδρομή προς το αεροδρόμιο, ο αδερφός του Αποστόλης, του δίνει ένα βιβλίο. «Πάρ’ το, ίσως σ’ ενδιαφέρει, το έγραψε κάποιος Βασιλικός, ήμασταν μαζί στον στρατό», του είπε για το «Ζ».
«Αρχισα να το διαβάζω στο αεροπλάνο και με συνεπήρε αμέσως. Η γραφή του Βασίλη, τον οποίο δεν είχα καν ακουστά, ήταν συναρπαστική, κυλούσε σαν μυθιστόρημα, σαν μια αστυνομική ιστορία. Αυτό εδώ είναι ένα φιλμ είπα μέσα μου», λέει στην «Κ» ο διάσημος σκηνοθέτης, ξεδιπλώνοντας το παρασκήνιο γύρω από την προσπάθειά του να μεταφέρει στον κινηματογράφο την πολύκροτη υπόθεση δολοφονίας του Γρήγορη Λαμπράκη, τον Μάιο του 1963. Αμερικανικές στρατιωτικές βάσεις, πραξικοπηματίες της Αφρικής, ο δικτάτορας Φράνκο της Ισπανίας, η Σοβιετική Ενωση, η... Ζάτουνα στην Πελοπόννησο, παρελαύνουν ως εμπόδια στο εγχείρημα μέσα από τη συναρπαστική αφήγηση του σκηνοθέτη. «Αυτό εδώ είναι ένα φιλμ, αλλά δεν μπορεί να γυριστεί στην Ελλάδα γιατί εκεί ζουν ακόμα οι άνθρωποι που πρωτοστάτησαν», σκέφτεται. Οι δραματικές εξελίξεις που θα ακολουθήσουν τις επόμενες ώρες στην Αθήνα θα ενισχύσουν την πεποίθησή του αυτή.
«Την επομένη χτυπάει νωρίς το πρωί το τηλέφωνο και ήταν ο Ισπανός συγγραφέας και φίλος μου, Χόρχε Σεμπρούν. “Ξύπνα, είδες τι έγινε στην Ελλάδα;” μου λέει. “Ιδέα δεν έχω” απάντησα. “Εγινε πραξικόπημα, οι στρατιωτικοί έριξαν την κυβέρνηση” μου είπε και έκλεισε το τηλέφωνο. Συναντηθήκαμε αμέσως στο “Καφέ Φλορ” και εκεί μου εξήγησε με λεπτομέρειες τα συμβάντα, γιατί τα είχε ακούσει στο ραδιόφωνο. Κινητοποιηθήκαμε να δούμε τι θα κάνουμε, να μαζέψουμε υπογραφές να πάμε στην ελληνική πρεσβεία. Αρχισαν να πέφτουν τηλέφωνα, οι Παριζιάνοι ήταν πολλοί δυνατοί σ’ αυτά. Με τους Ελληνες του Παρισιού δεν είχα πολλές επαφές γιατί αλληλοτρώγονταν με τις κομματικές έριδες.
»Το μεσημέρι φάγαμε με τον Ιβ Μοντάν, τη Σιμόν Σινιορέ και άλλους φίλους και συζητήσαμε για τα όσα γίνονταν στην Αθήνα. Στο μυαλό μου στριφογύριζε το βιβλίο. Σκεφτόμουν ότι ένα φιλμ για τη δολοφονία Λαμπράκη θα ήταν μια δυνατή πράξη αντίστασης κατά της Χούντας. Δεν είπα όμως τίποτα στον Μοντάν και στους άλλους. Μίλησα αργότερα με τον Σεμπρούν και δύο εβδομάδες μετά αρχίσαμε με τον Χόρχε τη δουλειά για το σενάριο. Μας έλειπε όμως ο χρηματοδότης. Ετσι απευθύνθηκα στον φίλο μου Ηλια Λομπέρ διευθυντή μεγάλης εταιρείας κινηματογραφικών παραγωγών. “Παλαβός είσαι; Αυτό το φιλμ δεν θα πάει κανένας να το δει. Φτάνει, κάναμε ως εταιρεία ένα πολιτικό φιλμ στην Ισπανία με τον Γκρέγκορι Πεκ και τον Αντονι Κουίν και ο Φράνκο μας κήρυξε ανεπιθύμητους όλους για πέντε χρόνια. Θέλεις να μου κάνουν το ίδιο πράγμα στην Ελλάδα; Οχι δεν πρόκειται κάνω μια τέτοια ταινία”, απάντησε.
»Πήγα στον Ρόμπερτ Ντόρθμαν, σπουδαίο Γάλλο παραγωγό. Ακουσε, μου λέει, μ’ εσένα κάνω ταινία και τον “τηλεφωνικό κατάλογο του Παρισιού” αλλά όχι αυτή την ιστορία, θα είναι καταστροφή. Πήγα σε άλλον και σε άλλον, αρνιόντουσαν όλοι». Ο Κώστας Γαβράς, όμως, πίστευε βαθιά, όπως λέει, σ’ αυτή την υπόθεση, και έτσι θα αρχίσει να ψάχνει ηθοποιούς. «Εδωσα το σενάριο στον Μοντάν λέγοντάς του ότι έχω για εκείνον έναν μικρό ρόλο, αυτόν του Λαμπράκη. Το διάβασε και μου λέει: “μικρός -μεγάλος ρόλος το φιλμ πρέπει να γίνει”. Απευθύνθηκα στη συνέχεια στον Ζαν-Λουί Τρεντινιάν, του λέω “για την ώρα δεν έχω λεφτά, σε θέλω για τον ρόλο του δικαστή”. Το διάβασε, με παίρνει και μου λέει: “λεφτά; Εγώ αυτόν τον ρόλο τον παίζω χωρίς χρήματα”. Ηθελα όμως και μια γυναίκα και σκέφτηκα την Ειρήνη Παππά. Εμαθα ότι ήταν στις ΗΠΑ, επικοινώνησα μαζί της και μου είπε “ό,τι θέλεις”».
Τίποτα όμως δεν μπορούσε να γίνει δίχως τη σύμφωνη γνώμη του Βασίλη Βασιλικού, συγγραφέα του «Ζ». «Την εποχή εκείνη τα τηλεφωνήματα στην Αθήνα δεν ήταν εύκολα. Ολοι που ρωτούσα στο Παρίσι μου έλεγαν ότι αποκλείεται να τον βρεις, θα τον έχουν βάλει φυλακή από το βιβλίο που έγραψε. Από την κόρη του Ζυλ Ντασσέν, την Τζούλι, έμαθα ότι ζούσε στην Ιταλία και με τη βοήθεια του φίλου μου σκηνοθέτη Φραντζέσκο Ρόζι τον εντόπισα στη Ρώμη. Πήρα το αεροπλάνο και πήγα να τον συναντήσω. Ζούσε σ’ ένα φθηνό ξενοδοχείο, σ’ ένα δρομάκι πίσω από την πιάτσα Εσπάνια. Του εξήγησα ότι δεν έχω λεφτά αλλά θέλω να κάνω το φιλμ. Να μου δώσεις άδεια να δουλέψω. Ο,τι θες, μου λέει, δεν θέλω λεφτά. Του είπα να έρθει στο Παρίσι να του βρούμε ένα σπίτι και να ζήσει εκεί. Μετά δυο-τρεις μήνες ήρθε στη Γαλλία».
Κάποιοι φίλοι από τις ΗΠΑ που είχαν δει την ταινία, μου τηλεφώνησαν αργότερα, όταν έγινε πρόεδρος ο Χρήστος Σαρτζετάκης, να με ρωτήσουν αν πράγματι ο Τρεντινιάν έγινε Πρόεδρος της Δημοκρατίας στην Ελλάδα. Απευθύνθηκα στον Ζαν-Λουί Τρεντινιάν, του λέω «για την ώρα δεν έχω λεφτά, σε θέλω για τον ρόλο του δικαστή». Το διάβασε, με παίρνει και μου λέει: «Λεφτά; Εγώ αυτόν τον ρόλο τον παίζω χωρίς χρήματα».