Μόνη λύση, η προσφυγή στις κάλπες
Ο κ. Αντ. Σαμαράς μιλάει στην «Κ» για τη διακυβέρνησή του, το πισωγύρισμα της χώρας επί ΣΥΡΙΖΑ, τον Σόιμπλε και τον Κουβέλη
Σε αποτίμηση της πρωθυπουργίας του, καθώς και σε αποκαλυπτικές αναφορές για την τότε διαπραγμάτευση με τους εταίρους, προβαίνει ο κ. Αντ. Σαμαράς, μέσω συνέντευξης στην «Κ». Ο κ. Σαμαράς δεν κρύβει την αγωνία του για τις συνέπειες της διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ στη χώρα και υπογραμμίζει πως, με δεδομένο ότι δεν μπορεί να προκύψει κυβέρνηση «ευρύτερης στήριξης» από την παρούσα Βουλή, μόνη λύση είναι οι εκλογές, για τις οποίες «δεν “πιέζει” ο Κυριάκος Μητσοτάκης, αλλά η πραγματικότητα». – Πρόσφατα συμπληρώθηκαν δύο χρόνια από την εκλογική νίκη του ΣΥΡΙΖΑ και τη δική σας αποχώρηση από την πρωθυπουργία. Ποιο θεωρείτε ότι ήταν το μεγαλύτερο σφάλμα της διακυβέρνησής σας και το ένα πράγμα για το οποίο είστε πραγματικά περήφανος.
– Πρώτα, αυτό για το οποίο νιώθω υπερήφανος. Και μάλιστα, για λογαριασμό όλων εκείνων που στήριξαν το έργο της κυβέρνησής μας τότε. Νιώθω υπερήφανος που σηκώσαμε τη χώρα στα πόδια της. Αναλάβαμε με το έλλειμμα να «τρέχει» στο 9,5% και σε δυόμισι χρόνια το κατεβάσαμε στο 2,6%. Μόνο έτσι ανακτάται η ανεξαρτησία της χώρας. Νιώθω υπερήφανος που πήραμε την οικονομία με ύφεση 7,2% και δυόμισι χρόνια αργότερα την παραδώσαμε με ανάπτυξη 0,7%. Αυτό σημαίνει «στροφή στην ανάπτυξη». Νιώθω υπερήφανος που κάναμε τις περισσότερες μεταρρυθμίσεις, αλλά και τις περισσότερες αποκρατικοποιήσεις που έχουν γίνει στην Ελλάδα τις τελευταίες δεκαετίες. Αυτό σημαίνει «στροφή στην ανταγωνιστικότητα». Και στο διάστημα εκείνο η ανταγωνιστικότητα της οικονομίας μας βελτιώθηκε κατά δεκάδες θέσεις στη διεθνή κατάταξη της Παγκόσμιας Τράπεζας και του ΟΟΣΑ. Ενώ τώρα καταποντίζεται πάλι. Νιώθω υπερήφανος γιατί, παρά τη θεαματική μείωση των ελλειμμάτων, καταφέραμε ταυτόχρονα να μειώσουμε μια σειρά φόρους: και τον ΦΠΑ στην εστίαση και την εισφορά αλληλεγγύης και τον φόρο πετρελαίου και τον φόρο ακινήτων (δύο φορές) και τον φόρο των ενοικίων και τις ασφαλιστικές εισφορές (επίσης δύο φορές). Και προγραμματίζαμε μειώσεις κι άλλων φόρων στο μέλλον. Αυτό σημαίνει «στροφή στις φιλελεύθερες ιδέες». Μέχρι που ήλθε ο Τσίπρας και αύξησε ξανά τους φόρους που είχαμε μειώσει εμείς. Ενώ αύξησε και τους φόρους που είχαμε αρνηθεί να αυξήσουμε εμείς. Νιώθω υπερήφανος που βάλαμε την Ελλάδα στον «ενεργειακό χάρτη». Με τον ΤΑΡ και όχι μόνο. Νιώθω υπερήφανος που ανοίξαμε την Ελλάδα στον κόσμο των διεθνών επιχειρήσεων. Και πολλές ήλθαν στην Ελλάδα τότε, κατέθεσαν επενδυτικά σχέδια που θα δημιουργούσαν δεκάδες χιλιάδες θέσεις εργασίας, σχέδια που προχώρησαν, αλλά δεν πρόλαβαν να υλοποιηθούν. Γιατί ήλθε ο Τσίπρας και τους έδιωξε. Νιώθω υπερήφανος που, ύστερα από δυόμισι χρόνια, στα τέλη του 2014, έβλεπα την κοινωνία μας να ανακτά σιγά σιγά την αισιοδοξία της και την εθνική αυτοπεποίθηση. Το κυριότερο λάθος ήταν πως όλα αυτά δεν «επικοινωνήθηκαν» στον κόσμο. Το λάθος αυτό το παίρνω πάνω μου. Είχαμε, βλέπετε, άλλον ενάμιση χρόνο μπροστά μας. Διάστημα στο οποίο η ανάπτυξη θα έκλεινε το στόμα οποιουδήποτε αμφισβητία. Εν πάση περιπτώσει, μόλις τώρα καταλαβαίνει ο κόσμος τι κάναμε εμείς τότε. Γιατί τώρα τα συγκρίνει με αυτά που έκανε ο Τσίπρας μετά… – Ως πρωθυπουργό εκτιμάτε ότι υπήρξαν κάποιοι που σας υπέσκαψαν μέσα από τη Ν.Δ.; Υπήρξαν ομάδες ή πρόσωπα που πρόσκεινται ή ανήκουν στη Ν.Δ. και με έμμεσο τρόπο συνέβαλαν ώστε να αποκτήσει δυναμική εξουσίας ο ΣΥΡΙΖΑ;
– Και να υπήρξαν κάποιες «μεμονωμένες περιπτώσεις», δεν έπαιξαν κανένα ρόλο. Προσέξτε: Εμείς ξεκινήσαμε τη διακυβέρνηση τον Ιούλιο του 2012 με κοινοβουλευτική δύναμη 129 εδρών. Και τελειώσαμε τον Γενάρη του 2015 με κοινοβουλευτική δύναμη επίσης 129. Ενώ το ΠΑΣΟΚ είχε ξεκινήσει τη διακυβέρνησή του τον Οκτώβρη του 2009 με 162 βουλευτές και μέσα σε δυόμισι χρόνια είχε χάσει περίπου 30 βουλευτές. Και ο ΣΥΡΙΖΑ ξεκίνησε τον Γενάρη του 2015 με 149 βουλευτές και, έξι μήνες αργότερα, τον Σεπτέμβριο εκείνης της χρονιάς, είχε πέσει στους 106. Εμείς κρατήσαμε συμπαγή την κοινοβουλευτική μας δύναμη κατά τη διάρκεια μιας πολύ δύσκολης διακυβέρνησης. Πράγμα που δεν κατάφερε άλλος κανείς, πριν από μας ή μετά από μας. Προβλήματα από διαφωνίες και γκρίνιες υπήρξαν ασφαλώς. Αλλά τα αντιμετωπίσαμε. Δεν έδειξαν, βέβαια, όλοι οι συνάδελφοι την ίδια ψυχική συμμετοχή ή και αγωνία για το έργο μας. Ομως, αυτό δεν έθεσε σε κίνδυνο ούτε τον ενότητα του κόμματος ούτε την πορεία του κυβερνητικού έργου. – Πολλοί υποστηρίζουν πως σημείο καμπής για τη δική σας διακυβέρνηση υπήρξε η θεσμοθέτηση του ΕΝΦΙΑ. Ηταν λάθος; Μπορούσε να αποφευχθεί;
– Πρώτα πρώτα, εμείς βρήκαμε ήδη τον φόρο ακινήτων, τον ΕETΗΔΕ, το λεγόμενο «χαράτσι». Και το μειώσαμε –δύο φορές, μάλιστα– πριν φτάσουμε στον ΕΝΦΙΑ. Που ήταν και μνημονιακή υποχρέωση.
Χώρια που με τον ΕΝΦΙΑ καταγράφηκε για πρώτη φορά ηλεκτρονικά το σύνολο της ιδιωτικής ακίνητης περιουσίας. Και δημιουργήθηκε στέρεη βάση για Κτηματολόγιο. Κι ακόμα, πέρα από τις δύο μειώσεις που κάναμε, προγραμματίσαμε και ακόμα τρεις μειώσεις του ΕΝΦΙΑ στα επόμενα χρόνια, πάνω από 20% (μειώσεις που τις ματαίωσε ο Τσίπρας). Και κυρίως εξαγγείλαμε ότι επρόκειτο να δοθεί εξ ολοκλήρου στην Τοπική Αυτοδιοίκηση μετά το 2018, πράγμα που θα τον καθιστούσε απόλυτα «ανταποδοτικό» και θα ήταν, από μόνο του, πολύ μεγάλη μεταρρύθμιση. Κι αυτό ματαιώθηκε από τον Τσίπρα. Για να το πω απλά: Εμείς βάλαμε τον ΕΝΦΙΑ για να ΜΗΝ αυξήσουμε τον ΦΠΑ (που αρχίσαμε να τον μειώνουμε), για να ΜΗΝ αυξήσουμε τις ασφαλιστικές εισφορές (που κι αυτές αρχίσαμε να τις μειώνουμε), για να ΜΗΝ αυξήσουμε την προκαταβολή φόρου (που κι αυτή τη μειώσαμε). Κι ήλθε ο Τσίπρας, υποσχέθηκε πως θα… καταργήσει τον ΕΝΦΙΑ, κι αντί γι’ αυτό… αύξησε τον ΕΝΦΙΑ, όπως αύξησε κι όλους τους φόρους που είχαμε μειώσει εμείς. Ή που είχαμε αρνηθεί να αυξήσουμε εμείς. Τέτοια μαζική εξαπάτηση. – Προτείνατε ο ίδιος στον Φ. Κουβέλη την Προεδρία της Δημοκρατίας ή απλώς βολιδοσκοπήθηκε από συνεργάτες σας; Σας εξήγησε ποτέ γιατί αρνήθηκε να είναι υποψήφιος;
– Εκείνο που μπορώ σήμερα να σας πω είναι πως στον κ. Κουβέλη έφτασε τότε η πρότασή μας από διάφορες πλευρές και όχι μόνο από τη Ν.Δ. Και βεβαίως, και από τον υπουργό μου Επικρατείας τον κ. Σταμάτη. Τι «δεν κατάλαβε», δηλαδή; Απλώς είχε πάρει ήδη τις αποφάσεις του: να στηρίξει τον ΣΥΡΙΖΑ. Κι αυτό το πλήρωσε ολόκληρη η χώρα. – Πιστεύετε ότι ο κ. Σόιμπλε και το ΔΝΤ «σας τράβηξαν το χαλί» ζητώντας το φθινόπωρο του 2014 περισσότερα μέτρα για να κλείσει η αξιολόγηση; Το συζητήσατε ποτέ μαζί τους; Και πού αποδίδετε ότι ουδέποτε υλοποιήθηκε η δέσμευση για μείωση του χρέους, ενώ επιτύχατε πρωτογενή πλεονάσματα;
– Στο πρώτο σκέλος της ερώτησής σας: Εμενε τελικά ένα πολύ μικρό «κε- νό» περίπου 600 εκατομμυρίων (ανάμεσα στους δικούς μας υπολογισμούς και αυτούς του ΔΝΤ), που θα μπορούσαμε, αν χρειαζόταν, να κλείσουμε αργότερα (και μάλλον δεν θα χρειαζόταν.) Αλλά η αξιολόγηση τελικά δεν έκλεισε για πολιτικούς λόγους: γιατί οι δανειστές μας κατάλαβαν τότε πως μάλλον δεν θα καταφέρναμε να εκλέξουμε Πρόεδρο της Δημοκρατίας. Οπότε και θα πηγαίναμε αναγκαστικά σε πρόωρες εκλογές. Κι αυτό ήταν που τους έκανε να εμποδίσουν το κλείσιμο της τελευταίας αξιολόγησης. Οι δανειστές φοβήθηκαν τότε πως αν η Ελλάδα έπαιρνε την τελευταία δόση των 7,2 δισεκατομμυρίων τον Δεκέμβριο του 2014, τα χρήματα αυτά θα κινδύνευαν να βρεθούν στα χέρια της επόμενης κυβέρνησης, που απειλούσε να τα τινάξει όλα στον αέρα. Είναι ξεκάθαρο πως αυτό δεν το «ρίσκαραν». Και τότε είδαμε να «ανεβάζουν συνεχώς τον πήχυ», δηλαδή να αυξάνουν τις απαιτήσεις, για να μην ολοκληρωθεί η διαπραγμάτευση. Hταν, λοιπόν, οι «αναπόφευκτες» πλέον εκλογές τις οποίες εκβίασε ο Τσίπρας που ματαίωσαν το κλείσιμο της πέμπτης αξιολόγησης. Και την οριστική έξοδο από τα μνημόνια. Στο δεύτερο σκέλος: Τα μέτρα για το χρέος που μας είχαν υποσχεθεί έπρεπε να μας δοθούν από τα μέσα του 2014. Ενόψει των ευρωεκλογών όμως, φοβήθηκαν πως θα είχαν πολιτικό κόστος στις χώρες τους, αν «έδιναν κι άλλα χρήματα στην Ελλάδα». Κι έτσι τα ανέβαλαν για τα τέλη του 2014. Οπότε και προέκυψε η «εμπλοκή» για την εκλογή Προέδρου στην Ελλάδα.Αλλά τότε βρισκόμασταν σε εντελώς διαφορετική κατάσταση απ’ ό,τι σήμερα: για να καταλάβετε, τότε το ΔΝΤ προέβλεπε πως το 2022 το χρέος μας θα ήταν κάτω από 110% του ΑΕΠ. Ενώ τώρα προβλέπει πως το χρέος της Ελλάδας θα παραμένει πάνω από το 180% του ΑΕΠ τουλάχιστον έως το 2060! Η διαπραγμάτευση Βαρουφάκη το πρώτο εξάμηνο του 2015 κυριολεκτικά τσάκισε τη χώρα και τη διαχείριση του χρέους της. Κι αυτό δεν το είχαν προβλέψει ούτε οι δανειστές. – Από την πλευρά του ΔΝΤ μεταδίδεται ότι και σεις ο ίδιος δεν πιέσατε επαρκώς για τη μείωση των πρωτογενών πλεονασμάτων για τα οποία είχε δεσμευθεί η χώρα. Αλήθεια ή ψέμα;
– Ανοησίες! Εγώ «πίεζα» για δύο πράγματα: να μπούμε στην ανάπτυξη και να βγούμε από το μνημόνιο μιαν ώρα αρχύτερα. Και τα δύο τα πετύχαμε, με τη «βούλα» –προσέξτε– και του ΔΝΤ. Το ίδιο το ΔΝΤ υποστήριζε πως το 2015 θα είχαμε ανάπτυξη 2,9%. Και ότι το 2016 θα είχαμε ανάπτυξη 3,7%. Με τέτοια ανάπτυξη, πιάναμε τους στόχους για τα πλεονάσματα χωρίς νέα μέτρα. Ομως το πιο σημαντικό είναι το εξής: αφότου φτάσαμε να βγαίνουμε από τα μνημόνια και να έχουμε μπει στην ανάπτυξη, μόνος μου εξήγγειλα ότι στο μέλλον ο στόχος ήταν, όχι πλεονάσματα 4,5% που προέβλεπε η συμφωνία, αλλά 3,5%. Οσο, δηλαδή, συμφώνησε τελικά και ο Τσίπρας έξι μήνες αργότερα. Κι αφού είχε μπει σε τρίτο μνημόνιο κι είχε εκτοξεύσει το χρέος.
Το μειωμένο αυτό πρωτογενές πλεόνασμα, για μετά το 2015, το εξήγγειλα δημόσια σε προεκλογική ομιλία μου στις 14 Ιανουαρίου του 2015. Εντεκα ημέρες πριν από τις εκλογές! Και η τρόικα δεν «αντέδρασε» τότε. Γιατί ήξεραν ότι η Ελλάδα μπορούσε πια να πορευτεί με μικρότερα πλεονάσματα. Μετά ήλθε ο Τσίπρας και τα ’κανε μαντάρα…
Αναλάβαμε με το έλλειμμα να «τρέχει» στο 9,5% και σε δυόμισι χρόνια το κατεβάσαμε στο 2,6%. Νιώθω υπερήφανος που πήραμε την οικονομία με ύφεση 7,2% και την παραδώσαμε με ανάπτυξη 0,7%.