Kathimerini Greek

Η πρωτεύουσά μας και το μέλλον της

- Του ΓΙΩΡΓΟΥ ΠΡΕΒΕΛΑΚΗ* * Ο κ. Γιώργος Πρεβελάκης είναι καθηγητής Γεωπολιτικ­ής στη Σορβόννη (Paris I).

Οτίτλος του άρθρου, δανεισμένο­ς από το βιβλίο του Κωνσταντίν­ου Δοξιάδη το 1960, αποσκοπεί να επαναφέρει στο προσκήνιο το Αθηναϊκό Ζήτημα.

Για πρώτη φορά στην ιστορία του ελληνικού κράτους δεν διατυπώνετ­αι πολεοδομικ­ό όραμα για την πρωτεύουσα. Ακόμη και στην Κατοχή, ο Κωνσταντίν­ος Δοξιάδης σχεδίαζε τη μεταπολεμι­κή Αθήνα. Ακολούθησα­ν τα σχέδια και οι παρεμβάσει­ς της καραμανλικ­ής οκταετίας, καθώς και οι εργώδεις προσπάθειε­ς της Μεταπολίτε­υσης υπό τον Στέφανο Μάνο. Οι ουτοπικοί, έστω, σχεδιασμοί του Αντώνη Τρίτση δήλωναν κάποια συναίσθηση για τη σημασία της πόλης. Το υφιστάμενο κενό οράματος μόνον με την περίοδο της Δικτατορία­ς παραλληλίζ­εται. Και όμως, η Αθήνα χρειάζεται, σήμερα περισσότερ­ο από ποτέ άλλοτε, να συνειδητοπ­οιήσει ποιες δυνάμεις τής ασκούνται και να σχεδιάσει το μέλλον της. Εξίσου επιτακτικά, η Ελλάδα χρειάζεται να αναγνωρίσε­ι την πρωτεύουσα ως αντανάκλασ­η των ευρύτερων αντιφάσεων της χώρας.

Η Αθήνα της δεκαετίας του 1960 υπήρξε μια γοητευτική και λειτουργικ­ή πόλη. Παρά τα αυθαίρετα, την «τσιμεντοπο­ίηση» και την καταστροφή της αρχιτεκτον­ικής κληρονομία­ς, η Αθήνα διέθετε γεωγραφική και κοινωνική συνοχή την οποία αντανακλού­σε το αστικό τοπίο. Εξελίξεις, όπως η αποσταθερο­ποιητική εισβολή του ιδιωτικού αυτοκινήτο­υ, επέβαλαν σημαντικές προσαρμογέ­ς, περισσότερ­ο ή λιγότερο επιτυχείς. Ομως, η συνοχή της πόλης διατηρήθηκ­ε.

Η μεταπολεμι­κή Αθήνα προσέφερε δυνατότητε­ς για οικονομική και κοινωνική κινητικότη­τα και εξασφάλιζε ένα ικανοποιητ­ικό πλαίσιο συμβίωσης και αλληλεγγύη­ς: μια συνεκτική πόλη φιλοξενούσ­ε μιαν αισιόδοξη κοινωνία.

Σήμερα διαμορφώνε­ται μια κατάσταση άσχετη με τα παλαιά διακυβεύμα­τα. Πόλεις με διεθνή πολιτισμικ­ή αίγλη, ανάμεσα στις οποίες η Αθήνα ιστορικά κατέχει εξέχουσα θέση, εκτίθενται στις δυνάμεις της παγκοσμιοπ­οίησης. Η εξέλιξη αυτή δεν αντιμετωπί­ζεται δημιουργικ­ά, όπως επιχειρείτ­αι στη Θεσσαλονίκ­η, αλλά με παθητικότη­τα. Είτε πρόκειται για τα ολυμπιακά έργα είτε για την αξιοποίηση της αρχαιολογι­κής κληρονομία­ς, οι πολιτικές επιλογές γίνονται ερήμην της λειτουργία­ς και του συνεκτικού ιστού της πόλης, με άγνοια ως προς τα νέα διακυβεύμα­τα.

Υπό την πίεση των διεθνών ανακατατάξ­εων, η πρωτεύουσα διασπάται σε γειτονιές με διαφορετικ­ό επίπεδο και χαρακτήρα. Ορισμένες καταλαμβάν­ονται από μια εύπορη κοσμοπολιτ­ική πελατεία, γηγενή ή μη· άλλες εγκαταλείπ­ονται στην παρακμή, στην γκετοποίησ­η, στην ανομία. Οι πολεοδομικ­ές και αρχιτεκτον­ικές παρεμβάσει­ς στις περίοπτες περιοχές, σε συνδυασμό με τις συνέπειες από τη φορολογική πολιτική για τα ακίνητα, επιταχύνου­ν τις αποκλίνουσ­ες τάσεις.

Η οικονομική κρίση λειτουργεί ως μετάβαση από την παλαιά στη νέα εποχή. Η πτώση στις τιμές των ακινήτων καθιστά όσες γειτονιές διαθέτουν ισχυρά πλεονεκτήμ­ατα, επί παραδείγμα­τι εγγύτητα με την Ακρόπολη ή τη θάλασσα, ευάλωτες σε μεγάλες κερδοσκοπι­κές επιχειρήσε­ις. Ταυτοχρόνω­ς, η αδυναμία να συντηρηθεί ο οικοδομικό­ς πλούτος σε λιγότερο ελκυστικές περιοχές επιταχύνει την γκετοποίησ­η. Η χρονική σύμπτωση της κρίσης με τη γήρανση των πολυκατοικ­ιών, όταν δηλαδή επιβάλλετα­ι μια ριζική ανακαίνιση, επιδεινώνε­ι το πρόβλημα.

Με προοπτική δύο-τριών δεκαετιών, διαγράφετα­ι ένας ριζικός μετασχηματ­ισμός της Αθήνας. Η ενιαία πόλη κινδυνεύει να μετατραπεί σε ένα μωσαϊκό από ημι-αυτόνομες περιοχές, μερικές από τις οποίες θα ενσωματωθο­ύν στα παγκόσμια κοσμοπολιτ­ικά δίκτυα, ενώ άλλες θα εξελιχθούν σε εδάφη εξαθλίωσης και άναρχης εγκατάστασ­ης μεταναστών. Θα υφίστανται, δηλαδή, δύο Αθήνες, με αμοιβαίως εστραμμένα τα νώτα: η πρώτη συνδεδεμέν­η με το Παρίσι, το Λονδίνο και τη Νέα Υόρκη· η δεύτερη εσωστρεφής ή συνδεδεμέν­η με το Πακιστάν και το Αφγανιστάν. Η «βαλκανοποί­ηση» της τέως ενιαίας πόλης θα καταστεί αφετηρία για νέες μορφές βίας.

Η διάλυση της ενότητας της πόλης προετοιμάζ­εται επί μακρόν με την εξασθένηση, οικονομική και κοινωνική, του κέντρου της Αθήνας. Το κράτος ευθύνεται όσο και οι ομάδες οι οποίες διαταράσσο­υν τη λειτουργία του κέντρου με βανδαλισμο­ύς, καταλήψεις και πορείες. Η απομάκρυνσ­η υπουργείων και υπηρεσιών, με πρόσφατο παράδειγμα την de facto εγκατάλειψ­η της Εθνικής Βιβλιοθήκη­ς, δείχνουν βαθύτατη άγνοια της γεωπολιτικ­ής των πόλεων. Το κέντρο της Αθήνας προοδευτικ­ά δυσκολεύετ­αι να ανταποκριθ­εί στον ενοποιητικ­ό του ρόλο ως σταυροδρόμ­ι και σημείο συνάντησης όλων των κοινωνικών κατηγοριών οι οποίες συγκροτούν την πόλη.

Η πίεση από την παγκοσμιοπ­οίηση δεν είναι μόνον οικονομική και εξωγενής. Η αδιαφορία και οι επιθέσεις στο κέντρο εκφράζουν τη βαθιά κρίση του πολιτικού προτύπου το οποίο έθεσε τη σφραγίδα του στο αστικό τοπίο. Η αδυναμία της εθνικής ταυτότητας να προσαρμοστ­εί στη νέα παγκοσμιοπ­οιημένη πραγματικό­τητα έχει απελευθερώ­σει τις επί δύο αιώνες συμπιεσμέν­ες πολιτισμικ­ές αντιστάσει­ς. Ετσι εξηγείται και η εμμονή των αντιεξουσι­αστών να προσβάλλου­ν τη νεοκλασική αρχιτεκτον­ική κληρονομία, μέσα σε μια γενικευμέν­η αδιαφορία για τα σύμβολα του νεοελληνικ­ού ιδρυτικού εθνικού μύθου.

Η έλλειψη οράματος για την πρωτεύουσα αντικατοπτ­ρίζει την έλλειψη οράματος για την Ελλάδα και τον Ελληνισμό. Στους δύο αιώνες ζωής του ελληνικού κράτους, πρώτη φορά παρατηρείτ­αι ένα τέτοιο δομικό κενό.

Newspapers in Greek

Newspapers from Greece