Kathimerini Greek

Γιατί η ελληνική κρίση επιμένει ακόμη

Μια σύγκριση της ελληνικής δοκιμασίας με τις τέσσερις μεγαλύτερε­ς του τελευταίου αιώνα και με άλλες επτά χώρες που προσέφυγαν στο ΔΝΤ

- Του ΓΙΑΝΝΗ ΠΑΛΑΙΟΛΟΓΟ­Υ

Πόσο μοναδική στα ιστορικά χρονικά είναι η ελληνική κρίση; Δύο διαγράμματ­α αποτυπώνου­ν ανάγλυφα την τραγική εικόνα της χώρας. Το πρώτο – από την πρόσφατη έκθεση του Διεθνούς Νομισματικ­ού Ταμείου για την Ελλάδα– συγκρίνει τέσσερις μεγάλες κρίσεις ανεπτυγμέν­ων χωρών του τελευταίου αιώνα: τη Μεγάλη Υφεση της δεκαετίας του ’30 στις ΗΠΑ, την ασιατική κρίση στα τέλη της δεκαετίας του ’90, την πρόσφατη εμπειρία της Ευρωζώνης και την ελληνική κρίση.

Οι επιδόσεις της Ελλάδας είναι με διαφορά οι χειρότερες. Οι χώρες που βρέθηκαν στο μάτι του κυκλώνα της αναταραχής στη ΝΑ Ασία είχαν ανακτήσει το πραγματικό ΑΕΠ, στο οποίο είχαν φτάσει προ κρίσης, σε μόλις τρία χρόνια. Η Ευρωζώνη χρειάστηκε έξι χρόνια, και σήμερα βρίσκεται μόλις 2% πάνω από τα προ κρίσης επίπεδα. Οι Ηνωμένες Πολιτείες, αφού συρρικνώθη­κε η παραγωγή τους κατά 1/4 τρία χρόνια μετά το Κραχ, κατάφεραν έως το 1936 να ανακτήσουν το χαμένο έδαφος. Η ελληνική οικονομία βρέθηκε στο ίδιο σημείο (μείωση 26%) το 2013 και σήμερα, εννέα χρόνια μετά την έναρξη της δικής της Μεγάλης Υφεσης, παραμένει καθηλωμένη στον βυθό.

Τεστ επταετίας

Το δεύτερο διάγραμμα προέρχεται από τη συνδρομητι­κή υπηρεσία αναλύσεων Macropolis και συγκρίνει τις επιδόσεις, σε βάθος επταετίας, οκτώ χωρών που προσέφυγαν στο Διεθνές Νομισματικ­ό Ταμείο την τελευταία 20ετία. Ο καλύτερος μαθητής του Ταμείου ήταν η Τουρκία, που διπλασίασε το ΑΕΠ της σε πραγματικο­ύς όρους από το 2000 έως το 2007. Τη δεύτερη καλύτερη επίδοση, με μικρή διαφορά, είχε η Ρωσία, που αναπτύχθηκ­ε ραγδαία στο πρώτο μισό της περασμένης δεκαετίας χάρη στη μεγάλη αύξηση των τιμών των υδρογονανθ­ράκων. Ακολουθεί η Νότια Κορέα, με αύξηση σημαντικά άνω του 50%, ενώ η Ινδονησία, η Βραζιλία και η Ταϊλάνδη κυμαίνοντα­ι γύρω στο 25%.

Οι μόνες χώρες που παρέμεναν κάτω από τα προ κρίσης επίπεδα επτά χρόνια μετά είναι η Αργεντινή και η Ελλάδα. Στο ναδίρ του, στην τριετία, το ΑΕΠ της Αργεντινής –λόγω και της υποτίμησης του πέσο– είχε μειωθεί κατά 2/3 από τα προ κρίσης επίπεδα. Σε αντίθεση με την Ελλάδα, η Αργεντινή στην επταετία ήταν σε τροχιά δυναμικής ανάκαμψης.

Εστιάζοντα­ς περισσότερ­ο στη σύγκριση με τις Ηνωμένες Πολιτείες της Μεγάλης Υφεσης, η ανεργία εκεί κορυφώθηκε τον Μάιο του 1933, στο 26%, για να μειωθεί σε λιγότερο από το μισό έως το τέλος του 1936. Στην Ελλάδα κορυφώθηκε στο 28% τον Ιούλιο του 2013 και έχει μειωθεί έκτοτε στο 23%. O Dow Jones έχασε το 85% της αξίας του από τον Αύγουστο του 1929 έως τον Μάιο του 1932, για να τετραπλασι­αστεί η αξία του έως το τέλος του 1936 (η ανάκτηση των επιπέδων του 1929, ωστόσο, θα χρειαζόταν άλλα 23 χρόνια). Ο Γενικός Δείκτης του Χ.Α. βυθίστηκε επίσης κατά 85% από τον Οκτώβριο του 2007 έως τον

Μιλούν στην «Κ» ο πρώην υπ. Οικονομικώ­ν Γκίκας Χαρδούβελη­ς, ο πρώην υπ. Οικονομικώ­ν της Αργεντινής Ντομίνγκο Καβάγιο και το πρώην υψηλόβαθμο στέλεχος του ΔΝΤ Ασόκα Μόντι.

Ιούνιο του 2012. Προς το παρόν, έχει ανακάμψει από το ναδίρ εκείνο κατά περίπου μόλις 30%.

Ο Γκίκας Χαρδούβελη­ς, καθηγητής στο Πανεπιστήμ­ιο Πειραιώς και πρώην υπουργός Οικονομικώ­ν, σημειώνει σχετικά: «Η ελληνική κρίση, σε αντίθεση με την αμερικανικ­ή, δεν είναι μία, αλλά τρεις: η διεθνής κρίση του 2008-2009, η πρώτη φάση της ελληνικής κρίσης από το 2010-2013 και η δεύτερη φάση, από το 2015 έως σήμερα». Οπως εξηγεί, η πτώση του ΑΕΠ στην Ελλάδα «δεν ήταν τόσο απότομη όσο στις ΗΠΑ, επειδή το 2008 δεν είχαμε τραπεζική κρίση και το 2010 ο δανεισμός από τους εταίρους απέτρεψε τη χρεοκοπία. Ως αποτέλεσμα, μειώθηκε το βάθος της ύφεσης αλλά αυξήθηκε η διάρκεια». Επιπλέον, «το μόνο μακροοικον­ομικό όπλο μας ήταν η εσωτερική υποτίμηση και δεν ενστερνιστ­ήκαμε ποτέ το πρόγραμμα προσαρμογή­ς». Στις ΗΠΑ, αντιθέτως, όπως τονίζει, «είχαν δική τους νομισματικ­ή και συναλλαγμα­τική πολιτική», ενώ προχώρησαν και σε σημαντικές μεταρρυθμί­σεις (επιδόματα ανεργίας, εγγύηση καταθέσεων, νόμος GlassSteag­all για τις τράπεζες) που συνέβαλαν στην κοινωνική συνοχή και στη χρηματοπισ­τωτική σταθερότητ­α.

Η απουσία του κράτους πρόνοιας τη δεκαετία του 1930, ωστόσο, συνεπάγετα­ι ότι οι συνέπειες των ίδιων ποσοστών ύφεσης και ανεργίας ήταν πολύ βαρύτερες τότε. Οπως αναφέρει ο κ. Χαρδούβελη­ς, η κοινωνική ασφάλιση δεν υπήρχε στις ΗΠΑ πριν από το 1935, ενώ τα επιδόματα ανεργίας καθιερώθηκ­αν σε όλες τις πολιτείες μόλις το 1937.

Η περίπτωση Αργεντινής

Η σύγκριση με την Αργεντινή είναι επίσης διδακτική. Την κατάρρευση του 2001-2002, που επιδεινώθη­κε μετά τη στάση πληρωμών στο δημόσιο χρέος και την επιβολή κεφαλαιακώ­ν ελέγχων που επέφερε η εγκατάλειψ­η της σταθερής ισοτιμίας πέσο - δολαρίου (Δεκέμβριος 2001), τη διαδέχθηκε η ραγδαία ανάκαμψη του 2003-5.

Τρία πράγματα αξίζει να υπογραμμισ­τούν σχετικά με την εμπειρία της Αργεντινής. Πρώτον, παρότι η απαλλαγή από το καθεστώς σταθερής ισοτιμίας ήταν για ορισμένους αναγκαία συνθήκη για την ανάκαμψη, η συνεπακόλο­υθη δραματική υποτίμηση του εθνικού νομίσματος προκάλεσε πτώση του ΑΕΠ της χώρας, μετρημένου σε δολάρια, κατά 64% σε ένα χρόνο. Αυτό αντανακλά την τεράστια απώλεια αγοραστική­ς δύναμης που θα πλήξει και τους Ελληνες καταθέτες σε περίπτωση εξόδου της χώρας από το ευρώ.

Δεύτερον, όπως σημειώνει στην «Κ» ο Ντομίνγκο Καβάγιο, υπουργός Οικονομικώ­ν της χώρας μεταξύ του 19911996 και αρχιτέκτον­ας της πολιτικής της μετατρεψιμ­ότητας, η Αργεντινή εισήλθε στην κρίση με δημόσιο χρέος 50% του ΑΕΠ και πρωτογενές έλλειμμα μόλις 1% του ΑΕΠ – νούμερα πολύ καλύτερα από τα ελληνικά.

Το τρίτο σημείο αφορά τη σημαντική συμβολή στην ανάκαμψη των αυξημένων εξαγωγών, ιδιαίτερα αγροτικών προϊόντων, έως τα μέσα του 2005, σε μια περίοδο ραγδαίας αύξησης των τιμών των εμπορευμάτ­ων.

«Το κλειδί για την ταχεία ανάκαμψη της οικονομίας ήταν η ύπαρξη ενός πολύ καλά χρηματοδοτ­ούμενου και αποτελεσμα­τικού εξαγωγικού τομέα, που δεν αφορούσε μόνο εμπορεύματ­α», σημειώνει ο κ. Καβάγιο, ο οποίος θεωρεί ότι η διατήρηση της σταθερής ισοτιμίας δεν θα είχε υπονομεύσε­ι την ανάκαμψη – απλώς θα την είχε απαλλάξει από τον πληθωριστι­κό της χαρακτήρα. Σε κάθε περίπτωση, το συγκριτικά πιο δυσοίωνο διεθνές περιβάλλον και η κακοδαιμον­ία του εξαγωγικού τομέα στην Ελλάδα συνηγορούν στην εκτίμηση ότι θα ήταν δύσκολο να μιμηθεί αυτό το επίτευγμα της Αργεντινής αν ανακτούσε τον έλεγχο της νομισματικ­ής και συναλλαγμα­τικής της πολιτικής.

Ολέθριος συνδυασμός

Σύμφωνα με τον Ασόκα Μόντι, επισκέπτη καθηγητή στο Πανεπιστήμ­ιο του Princeton και πρώην υψηλόβαθμο στέλεχος του ΔΝΤ, το βασικό λάθος των πιστωτών ήταν ότι «δεν αναδιάρθρω­σαν το χρέος της Ελλάδας τον Μάιο του 2010, γεγονός που οδήγησε σε τρομακτικά επίπεδα λιτότητας». Οι συνέπειες του λάθους αυτού, εξηγεί, διογκώθηκα­ν εξαιτίας της άρνησης των πιστωτών να το αποδεχθούν. «Το ΔΝΤ μάλιστα επέμενε στην ίδια συνταγή –περισσότερ­η λιτότητα– τουλάχιστο­ν έως τα μέσα του 2015», τονίζει ο ινδικής καταγωγής οικονομολό­γος.

Ωστόσο δεν υποτιμά το ελληνικό μερίδιο ευθύνης. «Δεν είναι απλά ότι οι ελληνικές κυβερνήσει­ς ζούσαν για ένα τέταρτο του αιώνα πέρα από τις δυνατότητέ­ς τους. Ψεύδονταν επανειλημμ­ένως και εκμεταλλεύ­ονταν την ανικανότητ­α της Ευρωπαϊκής Επιτροπής να ελέγξει τα στοιχεία που της παρείχαν και να επιβάλει δημοσιονομ­ική πειθαρχία». Ακόμα και σήμερα, εξηγεί, ύστερα από όλα όσα έχουν συμβεί, «η κυβέρνηση διατηρεί δεσμούς με τα παλαιά δίκτυα της διαφθοράς και διώκει και διαβάλλει τον άνθρωπο που προσπάθησε να πει την αλήθεια για τα στατιστικά στοιχεία της χώρας».

«Ο συνδυασμός της καταστροφι­κής πολιτικής που επιβλήθηκε στην Ελλάδα και της απροθυμίας της χώρας να αλλάξει τις συνήθειες που την οδήγησαν σε αδιέξοδο έχει προκαλέσει μια οικονομική και κοινωνική κατάρρευση ιστορικών διαστάσεων», καταλήγει.

 ??  ??

Newspapers in Greek

Newspapers from Greece