Σφοδρές αντιπαραθέσεις για το «γεφύρι της Αρτας»
Η κυοφορία της ελληνικής τηλεόρασης συνεχίστηκε κάπως έτσι. Με συνεχείς, κατ’ έτος αναγγελίες της έλευσής της. Και με πολιτικές κρίσεις που τη ματαίωναν. Το 1954, ο πανίσχυρος υπουργός Συντονισμού του Παπάγου, Σπύρος Μαρκεζίνης, παραιτήθηκε κατηγορούμενος από τον συναγερμικό Τύπο ότι είχε συμφωνήσει με τον Γερμανό ομόλογό του, Λούντβιχ Ερχαρτ, την παραχώρηση της μελλοντικής ελληνικής τηλεόρασης στην Τελεφούνκεν.
Τον Ιανουάριο του 1958, ο Κ. Καραμανλής ανακοίνωσε έναν νέο διεθνή διαγωνισμό για την προμήθεια από το Εθνικό Ιδρυμα Ραδιοφωνίας των αναγκαίων για την ίδρυση τηλεοπτικού σταθμού, κίνηση που τον έφερε σε σφοδρή σύγκρουση με την Ελένη Βλάχου («η ελληνική ραδιοφωνία είναι ντροπή για ένα δημοκρατικό κράτος», έγραψε στην «Καθημερινή»). Τον διαγωνισμό τον κέρδισε μια ιαπωνική εταιρεία, αλλά ο Καραμανλής υποχρεώθηκε, για να συμφιλιωθεί με τον Τύπο, να ανακοινώσει τον Οκτώβριο ότι «η κυβέρνησις έλαβε την απόφασιν να μη εγκρίνη εις το προσεχές μέλλον την εγκατάστασιν τηλεοράσεως διά λόγους συνδεομένους προς την ασκουμένην οικονομική πολιτική».
Ο Καραμανλής δεν παραιτήθηκε ποτέ από την ιδέα της τηλεόρασης την οποία ονόμαζε «στοιχείον προόδου». Το 1960 ανέθεσε στη ΔΕΗ να δημιουργήσει έναν τηλεοπτικό σταθμό που εξέπεμψε από τις εγκαταστάσεις της Διεθνούς Εκθεσης Θεσσαλονίκης. Ο ίδιος έδωσε τότε και την πρώτη τηλεοπτική συνέντευξη πολιτικού στην ιστορία της ελληνικής τηλεόρασης, το βράδυ των εγκαινίων, 3 Σεπτεμβρίου, στον συνεργάτη της «Καθημερινής», Βασίλη Καζαντζή. Οι αντιδράσεις ήταν και πάλι σφοδρές («πολυτελή ασυναρτησία» χαρακτήριζε την τηλεόραση ο Πά- νος Κόκκας, μ’ ένα οκτάστηλο πρωτοσέλιδο άρθρο στην «Ελευθερία», και κατέληγε πως αν πρέπει τέλος πάντων να γίνει, «δεν υπάρχει άλλη λύσις από την παραχώρησίν της εις την ιδιωτικήν πρωτοβουλίαν»). Την ίδια εκείνη χρονιά, ο υπουργός Εξωτερικών, Ευάγγελος Αβέρωφ, υπέγραψε συμφωνία με τον Ιταλό ομόλογό του, βάσει της οποίας η Ιταλία θα εξοφλούσε το υπόλοιπο των οφειλομένων πολεμικών αποζημιώσεων προσφέροντας, μέσω της RAI, την εγκατάσταση τηλεοπτικού δικτύου. Η συμφωνία ματαιώθηκε και οι ιταλικές αποζημιώσεις δόθηκαν με τη μορφή τριών κρουαζιερόπλοιων, δωρεά στον ΕΟΤ. Την ίδια άδοξη έκβαση είχε κι ένας ακόμη, ο τελευταίος διεθνής διαγωνισμός του ΕΙΡ, το 1963, που είχε κατακυρωθεί, και πάλι, σε ιαπωνικό οίκο.
Η τελική ευθεία προς την πρώτη εκπομπή αρχίζει με την άνοδο της Ενωσης Κέντρου στην εξουσία, τον Φεβρουάριο του 1964. Η Αθήνα είδε ξαφνικά τηλεόραση, τον Σεπτέμβριο εκείνης της χρονιάς. Το παλάτι είχε συμφωνήσει με τη RAI να στήσει προσωρινά έναν πομπό στον Λυκαβηττό, ώστε να μεταδώσει τον γάμο του Κωνσταντίνου με την Αννα- Μαρία. Οι Ιταλοί πρότειναν να αφήσουν τα μηχανήματά τους μόνιμα στην Αθήνα. Η πρόταση απερρίφθη, αλλά ο δρόμος για την τηλεόραση ήταν πια ανοιχτός.
Στις 18 Μαΐου 1965 συγκροτήθηκε η πρώτη «ομάδα τηλεοράσεως» του ΕΙΡ, με επικεφαλής τον Μιχάλη Γιαννακάκη και μέλη ανθρώπους όπως η Τατιάνα Μιλλιέξ, ο Γιώργος Κάρτερ, ο Γιώργος Δάμπασης και ο Αλέξης Κωστάλας και εγκαταστάθηκε στο Ζάππειο. Υστερα από πολλές ακόμη πολιτικές περιπέτειες, ήταν αυτή η ομάδα που οργάνωσε την πρώτη ιστορική, βραδινή πειραματική εκπομπή.