Οι φοβίες της πολιτικής για το νέο μέσο
Η τηλεόραση ήρθε στα Βαλκάνια στα μέσα της δεκαετίας του ’50. Το 1956 ιδρύθηκαν τηλεοπτικοί σταθμοί στο Βελιγράδι και στο Βουκουρέστι, στη Σόφια το 1957, στα Σκόπια το 1959 και στα Τίρανα το 1960. Γιατί, λοιπόν, η Ελλάδα χρειάστηκε να περιμένει ώς το 1966 – όταν πια τηλεόραση έβλεπαν σχεδόν όλες οι αφρικανικές χώρες– για μια πειραματική εκπομπή και ώς το 1968 για να αποκτήσει κανονικό εθνικό δίκτυο;
Η απάντηση είναι πως η τηλεόραση στην Ελλάδα, πριν ακόμη γεννηθεί, είχε γίνει ένα υψηλό πολιτικό διακύβευμα, άμεσα συναρτημένο με τις οξείες αντιπαλότητες της πολιτικής ζωής. Οι πολιτικές ελίτ ήταν δέσμιες μιας δεισιδαιμονικής σχεδόν αντίληψης για τη δύναμη της τηλεόρασης, στην οποία απέδιδαν σατανικές ικανότητες και ταυτόχρονα μιας βουλιμίας να έχουν αυτό το παντοδύναμο –υποτίθεται– θηρίο υπό τον έλεγχό τους. Οι εκάστοτε αντιπολιτεύσεις, αλλά και οι ισχυρές εφημερίδες, μάχονταν λυσσαλέα για να εμποδίσουν τις εκάστοτε κυβερνήσεις να προχωρήσουν στη δημιουργία τηλεόρασης. Και οι κυβερνήσεις αποδεικνύονταν εν τέλει ανίσχυρες να επιβάλουν το σχέδιό τους και απρόθυμες να συμβιβαστούν με τους αντιπάλους τους σε συναινετική λύση. Είναι ενδεικτικό πως ακόμη και μετά το 1964, όταν το «πράσινο φως» για τηλεόραση είχε οριστικά ανάψει, το αν η τηλεόραση αυτή θα ήταν δημόσια ή ιδιωτική παρέμενε εκκρεμές. Ενώ το ΕΙΡ – αφού ο Αναστάσης Πεπονής κέρ- δισε τη μάχη με τη ΔΕΗ και πέτυχε να ανατεθεί στη ραδιοφωνία η τηλεόραση– ετοιμαζόταν για το πειραματικό του πρόγραμμα, στα υπουργικά γραφεία έρχονταν βροχή οι προτάσεις από ξένους οίκους για τη δημιουργία ιδιωτικής τηλεόρασης «με την κυβέρνησιν να διατηρεί τον έλεγχον των ειδήσεων και των ενημερωτικών προγραμμάτων». Η Εθνική Τράπεζα υπέβαλε πρόταση σε συνεργασία με τον λόρδο Τόμσον της λονδρέζικης Fleet Street. Η Εμπορική τράπεζα υπέβαλε ανάλογη πρόταση σε συνεργασία με την Phillips και τον οργανισμό Time-Life. Ο πρόεδρος του NBC είχε καταθέσει πρώτος πρόταση στο γραφείο του πρωθυπουργού Γ. Παπανδρέου, ο πολύς Σπύρος Σκούρας της Twentieth Century Fox υπέβαλε πρόταση δημιουργίας ελληνικής τηλεόρασης σε συνεργασία με το δίκτυο ABC, ενώ λίγες εβδομάδες αργότερα έφθασε και πρόταση του δικτύου CBS. Σε ένα περιβάλλον κρίσης, μετά τα Ιουλιανά, η ομάδα του ΕΙΡ συνέχιζε ακέφαλη. Για να κερδίσει τον αγώνα δρόμου η ομάδα Γιαννακάκη έβγαλε στον αέρα τον πομπό της ΔΕΗ στις 9.30 το πρωί της 21ης Σεπτεμβρίου 1965, με εκφωνήτριες την Ελένη Κυπραίου και την Αλέκα Μαβίλη – μία μέρα πριν η κυβέρνηση Στεφανόπουλου πάρει ψήφο εμπιστοσύνης. Την επομένη ο Στεφανόπουλος ανακοινώνει τη διακοπή των εκπομπών, αλλά ανακαλεί την απόφασή του υπό την πίεση μιας απεργίας όλων των εργαζομένων του ΕΙΡ. Αλλά η μάχη δεν είχε κριθεί. Το βράδυ της ιστορικής εκπομπής, στις 23 Φεβρουαρίου του ’66, ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης, Γεώργιος Αθανασιάδης-Νόβας, που είχε παρακολουθήσει από τα στούντιο του ΟΤΕ την εκπομπή, συνεχάρη τους τεχνικούς αλλά τους ανακοίνωσε ότι: «Το θέμα των μελλοντικών φορέων της ελληνικής τηλεοράσεως μελετάται. Το ΕΙΡ ενδέχεται να μην είναι εις το μέλλον ο αποκλειστικός φορέας της τηλεοράσεως. Ενδέχεται να δοθεί άδεια ιδρύσεως και ιδιωτικών ή ημικρατικών τηλεσταθμών...». Η ειρωνεία είναι ότι μόλις στις 20 Απριλίου του 1967, μια σύσκεψη στο υπουργείο Συντονισμού έλαβε την οριστική απόφαση να ανατεθεί στο ΕΙΡ η δημιουργία της τηλεόρασης. Η είδηση δημοσιεύθηκε στις εφημερίδες της 21ης Απριλίου – που δεν έφθασαν ποτέ στα περίπτερα.