Γεωπολιτικοί κίνδυνοι για Ελλάδα από ένα Grexit
Ο πρώην πρωθυπουργός της Ιταλίας, Μάριο Μόντι, μιλάει στην «Κ» για το Grexit και την Ε.Ε.
Για τον κίνδυνο να διολισθήσει η Ελλάδα προς «άλλες» κατευθύνσεις στο γεωπολιτικό πεδίο, εάν φύγει από την Ευρωζώνη, προειδοποιεί ο πρώην πρωθυπουργός της Ιταλίας, Μάριο Μόντι.
Εκτός Ευρωζώνης η Ελλάδα μπορεί να διολισθήσει προς «άλλες» κατευθύνσεις, όχι μόνο οικονομικά αλλά και γεωπολιτικά, προειδοποιεί σε συνέντευξή του στην «Κ», ο πρώην πρωθυπουργός της Ιταλίας και μία από τις σημαίνουσες προσωπικότητες της Ευρώπης, Μάριο Μόντι. Κατηγορεί τους Ευρωπαίους ηγέτες ότι ενδιαφέρονται περισσότερο για τα βραχυπρόθεσμα πολιτικά οφέλη στο εσωτερικό των χωρών τους και λιγότερο για το μέλλον της ενωμένης Ευρώπης και υπό αυτό το πρίσμα τους αποδίδει την κύρια ευθύνη για την υπαρξιακή κρίση που βιώνει η Ε.Ε. Ο κ. Μόντι βρέθηκε στην Ελλάδα για να συμμετάσχει στο Οικονομικό Φόρουμ των Δελφών. – Σε τι κατάσταση βρίσκεται η Ευρώπη μετά το Brexit;
– Το Brexit και η εντελώς διαφορετική προσέγγιση του προέδρου των ΗΠΑ αποτελούν αρνητικές εξελίξεις, αλλά αυτό που με ανησυχεί περισσότερο εδώ και αρκετό καιρό είναι η αυξανόμενη αποστασιοποίηση των Ευρωπαίων πολιτών από το ευρωπαϊκό οικοδόμημα. Και εδώ πιστεύω ότι οι κύριοι υπεύθυνοι δεν είναι οι γραφειοκράτες των Βρυξελλών, αλλά οι εθνικές κυβερνήσεις. Η Ευρώπη δεν απαντά στις ανησυχίες των απλών ανθρώπων στον βαθμό που θα έπρεπε και η ευθύνη γι’ αυτό δεν ανήκει στους θεσμούς της Ενωσης –Ευρωκοινοβούλιο, Κομισιόν, Ευρωπαϊκό Δικαστήριο, Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα– αλλά στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο. Κάθε μέλος του Συμβουλίου συμμετέχει στη λήψη αποφάσεων θεωρητικά για την Ευρώπη, αλλά στην πράξη αυτό που απασχολεί τους ηγέτες είναι πώς η κάθε απόφαση θα ερμηνευθεί στη χώρα του και πώς θα επηρεάσει τις δημοσκοπήσεις της επόμενης εβδομάδας και τις εκλογές όταν αυτές διεξαχθούν. Μάλιστα, πολλοί από τους ηγέτες χωρών βρίσκουν «χρήσιμο» να μιλούν αρνητικά για την Ε.Ε. με την ελπίδα ότι αυτή η στάση θα τους εξασφαλίσει μερικές ψήφους παραπάνω. Είμαι, λοιπόν, πολύ ανήσυχος όχι για τα κενά που παρατηρούνται στους πανευρωπαϊκούς μηχανισμούς, όσο για την αυξανόμενη τάση των εθνικών κυβερνήσεων να καταφέρονται κατά της Ενωσης. – Πόσο θα επηρεάσουν οι επερχόμενες εκλογές σε Ολλανδία, Γαλλία και Γερμανία;
– Το αποτέλεσμα των επερχόμενων εκλογών μπορεί να αποδειχθεί προβληματικό για την Ευρώπη. Οχι στην περίπτωση της Γερμανίας, διότι τόσο η κ. Μέρκελ όσο και ο κ. Σουλτς είναι βαθιά ευρωπαϊστές. Μπορεί να έχουν διαφορές στην εσωτερική πολιτική, ή ακόμη και διαφορετικές απόψεις για την οικονομική πολιτική της Ενωσης, αλλά είναι ένθερμοι υποστηρικτές του ευρωπαϊκού οικοδομήματος. Στη Γαλλία, τα πράγματα είναι λίγο διαφορετικά, όπως και στην Ολλανδία, αν και πιστεύω ότι η πιθανότητα να επικρατήσουν και να είναι σε θέση να κυβερνήσουν οι πολιτικές δυνάμεις που αντιτάσσονται στην Ε.Ε., είναι πολύ μικρή. – Τι θα σημάνει ενδεχόμενη νίκης της Λεπέν;
– Εάν κερδίσει θα είναι ένα πολύ, πολύ σοβαρό πρόβλημα. Μέχρι την εκλογή Τραμπ είχαμε συνηθίσει να λέμε ότι υπάρχει διαφορά ανάμεσα στις προεκλογικές υποσχέσεις και στην εφαρμογή της κυβερνητικής πολιτικής. Εάν η κ. Λεπέν εφαρμόσει αυτά που λέει, η Ε.Ε. θα δεχθεί ένα βαρύ πλήγμα. Αυτό που μου προκαλεί έκπληξη είναι πως η κ. Λεπέν, όπως και άλλοι σαν αυτήν, ξεχνούν ότι το ευρώ δεν δημιουργήθηκε γιατί το ήθελε η Γερμανία. Αντίθετα, η Γερμανία δεν το ήθελε. Ηταν η Γαλλία, η Ιταλία και άλλοι που πίεσαν αφόρητα τον καγκελάριο Κολ με το επιχείρημα ότι δεν μπορούσαν να αντέξουν μια ενωμένη Γερμανία που θα είχε ως νόμισμα το δικό της γερμανικό μάρκο. Εάν η Γαλλία αποχωρήσει από το ευρώ, μπορεί να αισθανθούν κάποιοι στη χώρα μια στιγμιαία ευφορία και αίσθηση «απελευθέρωσης», αλλά πολύ γρήγορα θα ανακαλύψουν ότι υπήρχαν πολύ σοβαροί λόγοι για τους οποίους η Γαλλία επεδίωξε από την αρχή να υπάρξει το ευρώ. – Είναι το Grexit υπαρκτή πιθανότητα αυτή τη φορά;
– Εχω την αίσθηση ότι η Ελλάδα έχει μια πολύ σταθερή πρόσδεση στο ευρώ και αυτή είναι η ελληνική κοινή γνώμη. Μέχρι στιγμής μπορεί να διαφωνούν με την κατεύθυνση κάποιων οικονομικών πολιτικών της Ε.Ε., ή τον τρόπο που διαδοχικές ελληνικές κυβερνήσεις ήταν αναγκασμένες να τις ακολουθήσουν, αλλά –και διορθώστε με αν κάνω λάθος– οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι η μεγάλη πλειονότητα των Ελλήνων επιθυμεί η χώρα να παραμείνει εντός του ευρώ. – Ετσι είναι, αν και καταγράφεται μικρή υποχώρηση.
– Ο ελληνικός λαός έχει μια βαθύτερη υπαρξιακή αίσθηση. Αντιλαμβάνεται ότι χωρίς αυτή την πρόσδεση, η Ελλάδα μπορεί, με όλο τον σεβασμό, να διολισθήσει προς διάφορες κατευθύνσεις. – Εννοείτε πολιτικά;
– Οχι μόνον οικονομικά και πολιτικά, αλλά και γεωπολιτικά. – Ποιος φέρει την κύρια ευθύνη για την κρίση που βιώνει η Ελλάδα;
– Μεγάλο μέρος των ευθυνών ξεκινά πολύ πριν από την τελευταία επταετία και ανήκει σε προηγούμενες ελληνικές κυβερνήσεις, του ΠΑΣΟΚ και της Νέας Δημοκρατίας, που δεν εκσυγχρόνισαν τη χώρα στον βαθμό που απαιτούσε η συμμετοχή της στην Ευρωζώνη. Η συνύπαρξη τριών μερών στην τρόικα δεν έχει κάνει τα πράγ- ματα πιο απλά και αυτό οφείλεται κυρίως στην έλλειψη εμπιστοσύνης της Γερμανίας προς την Κομισιόν. Γι’ αυτό επέβαλε τη συμμετοχή του ΔΝΤ, αν και τώρα στην περίπτωση της Ελλάδας, η Γερμανία ίσως το μετανιώσει, διότι το ΔΝΤ υποστηρίζει την ελάφρυνση χρέους. Επίσης, το ΔΝΤ είχε την ειλικρίνεια να αναγνωρίσει πριν από μερικά χρόνια ότι κάποιες από τις αναλύσεις του ήταν εσφαλμένες. – Κάτι που δεν έκαναν άλλοι...
– Ακριβώς. Εχετε δίκιο. – Πώς βλέπουν την κυβέρνηση Τσίπρα στην Ευρώπη;
– Οταν είδα τη μεγάλη νίκη του Τσίπρα, ήλπιζα ότι η Αριστερά θα ήταν σε καλύτερη θέση να προωθήσει τις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις που ήταν πολύ απαραίτητες στην Ελλάδα, ιδιαίτερα σε ό,τι αφορά την καταπολέμηση της φοροδιαφυγής και της διαφθοράς. Με την ευκαιρία να σας πω ότι αποτελεί πεποίθησή μου πως σήμερα στις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες η σημαντικότερη διαφορά δεν είναι πλέον μεταξύ Αριστεράς και Δεξιάς, αλλά μεταξύ μεταρρυθμιστών και συντηρητικών που δεν θέλουν να αλλάξουν τα πράγματα. Στην προσωπική μου εμπειρία ως πρωθυπουργός, αυτό που έκανα ήταν να οικοδομήσω έναν μεγάλο συνασπισμό εθνικής ανάγκης όπου διασφάλισα από την Αριστερά και το Δημοκρατικό Κόμμα κυρίως τη μεταρρύθμιση του συνταξιοδοτικού συστήματος, κάτι που είχε γι’ αυτούς πολιτικό κόστος, και ταυτόχρονα από τη Δεξιά του Μπερλουσκόνι, την ενίσχυση της καταπολέμησης της φοροδιαφυγής και της διαφθοράς.
Τη δεκαετία του ’80 ο Ρόναλντ Ρέιγκαν πέτυχε να διασπάσει τη Σοβιετική Ενωση, τώρα ο Ντόναλντ Τραμπ εργάζεται για να διασπάσει την Ευρωπαϊκή Ενωση.