Μια μακρά ιστορία τριβών με τη Συμμαχία
Η καθεστωτική αλλαγή που επήλθε στη Γαλλία το 1958 με τη μετάβαση από την Τέταρτη στην Πέμπτη Γαλλική Δημοκρατία υπό το βάρος του πολέμου της Αλγερίας, επανέφερε τον Ντε Γκωλ στην εξουσία αρχικά ως τελευταίο πρωθυπουργό του καταρρέοντος καθεστώτος και στη συνέχεια ως πρώτο πρόεδρο του νέου. Εν μέσω αυτής της εύθραυστης συγκυρίας, το θέμα των σχέσεων της Γαλλίας με το ΝΑΤΟ πρόβαλε επιτακτικά έπειτα από τη συντονισμένη στρατιωτική παρέμβαση των ΗΠΑ στον Λίβανο και του Ηνωμένου Βασιλείου στην Ιορδανία, κατόπιν της ιρακινής επανάστασης του 1958. Ο Ντε Γκωλ απηύθυνε ωστόσο διπλωματική νότα –γνωστή ως μνημόνιο της 17ης Σεπτεμβρίου– προς τον πρόεδρο των ΗΠΑ Ντουάιτ Αϊζενχάουερ και τον Βρετανό πρωθυπουργό Χάρολντ Μακ- μίλαν. Οι βασικές επιδιώξεις της Γαλλίας ήταν: πρώτον, η επέκταση των ζωνών που κάλυπτε το ΝΑΤΟ, ώστε να περιληφθούν η Μέση Ανατολή, η Βόρεια Αφρική και η Σαχάρα, και δεύτερον, η άτυπη τριμερής συνεννόηση μεταξύ ΗΠΑ, Βρετανίας και Γαλλίας για τα παγκόσμια θέματα, ουσιαστικά ένα τριμερές διευθυντήριο του ΝΑΤΟ.
Ενα από τα ερωτήματα της ιστορικής έρευνας είναι κατά πόσον το μνημόνιο της 17ης Σεπτεμβρίου σχετιζόταν με ενδεχόμενη επιδίωξη του Ντε Γκωλ να κάνει δεκτή από τους συμμάχους του τη γαλλική πολιτική στη Βόρεια Αφρική εν μέσω μιας κρίσιμης καμπής του αλγερινού πολέμου, τη στιγμή του σχηματισμού της προσωρινής κυβέρνησης της (μη υπάρχουσας ακόμα) Αλγερινής Δημοκρατίας. Οπως και να έχει, οι προθέσεις του Ντε Γκωλ εντάσσον- ταν σε ένα ευρύτερο συστημικό πλέγμα το οποίο βεβαίως επηρέασε και η συγκυρία του πολέμου της Αλγερίας. Οι θέσεις του μνημονίου δεν έγιναν δεκτές από τους παραλήπτες του, εγκαινιάστηκε όμως ένας κύκλος διπλωματικών επαφών με αντικείμενο την αναμόρφωση της συμμαχίας, οι οποίες διήρκεσαν ώς το 1965. Οι επαφές αυτές δεν καρποφόρησαν, με τις ΗΠΑ να θεωρούν ότι η Γαλλία δεν έθετε συγκεκριμένες προτάσεις και με τη δεύτερη να θεωρεί ότι δεν υπήρχε πρόσφορο έδαφος για να γίνουν δεκτές τυχόν προτάσεις. Στο ενδιάμεσο, το 1959 ο γαλλικός στόλος αποσύρθηκε από τις συμμαχικές δυνάμεις Μεσογείου, ενώ το 1962, έπειτα από τον τερματισμό του πολέμου στην Αλγερία, οι γαλλικές στρατιωτικές δυνάμεις δεν επανήλθαν υπό τη συμμαχική διοίκηση της Ευρώπης. Το 1964, ο γαλλικός στόλος αποσύρθηκε και από τη διοίκηση του Ατλαντικού. Ηδη από το 1965, οι ΗΠΑ θεωρούσαν ότι μία απόφαση της Γαλλίας για αποχώρηση από τις στρατιωτικές δομές του ΝΑΤΟ ήταν θέμα χρόνου. Πράγματι, την ίδια στιγμή, η αναμόρφωση της συμμαχίας έπαυσε να αποτελεί προτεραιότητα για τη Γαλλία, πολύ περισσότερο που η επιτυχία του πυρηνικού προγράμματος της χώρας της εξασφάλιζε αμυντική αυτονομία. Η ανακοίνωση της αποχώρησης από τις στρατιωτικές δομές του ΝΑΤΟ, κατά συνέπεια, υπήρξε έκπληξη μόνο στον βαθμό που δρομολογήθηκε άμεσα. Με δεδομένο επίσης ότι είχε πλέον εκλείψει και η διπλωματική υποθήκη που είχαν αποτελέσει οι αποικιακοί πόλεμοι στην Ινδοκίνα και την Αλγερία, ο Ντε Γκωλ δρομολόγησε και τη διαφαινόμενη έως τότε αυτονομία της Γαλλίας σε διε- θνή θέματα με πολιτική ύφεσης απέναντι στην ΕΣΣΔ και επιστροφή στη διπλωματική σκηνή της Ασίας. Το 1964, η Γαλλία υπήρξε η πρώτη δυτική χώρα που εγκαινίασε πλήρεις διπλωματικές σχέσεις με τη Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας. Δύο χρόνια αργότερα, σε επίσκεψη στην Πνομ Πενχ, ο Γάλλος ηγέτης τάχθηκε εναντίον στρατιωτικής λύσης στο Βιετνάμ, καλώντας τις ΗΠΑ να μην αναλωθούν σε μία μακρινή στρατιωτική εκστρατεία και να προτιμήσουν, αντίθετα, έναν διεθνή διακανονισμό ειρήνης.
Η Γαλλία επανεντάχθηκε στη στρατιωτική δομή του ΝΑΤΟ με απόφαση του προέδρου Νικολά Σαρκοζί το 2009.