Kathimerini Greek

Η μεγάλη στροφή στην αντίληψη της οικονομίας

- Του ΝΙΚΟΥ ΜΑΡΑΝΤΖΙΔΗ*

Ηπαρατεταμ­ένη οικονομική ύφεση που η χώρα μας βιώνει την τελευταία δεκαετία επηρεάζει βαθιά την ελληνική κοινωνία και αλλάζει τον τρόπο που αυτή σκέπτεται τα πράγματα. Περισσότερ­ο από οποιονδήπο­τε άλλον τομέα της δημόσιας ζωής, στο πεδίο της οικονομίας η κοινή γνώμη δείχνει να μεταβάλλει τις αντιλήψεις της και να ανατρέπει παγιωμένες ιδέες και νοοτροπίες. Τα συμπεράσμα­τα από την πρόσφατη έρευνα της διαΝΕΟσις («Τι πιστεύουν οι Ελληνες», Δεκέμβριος 2016) δεν αφήνουν καμία αμφιβολία πως βρισκόμαστ­ε μπροστά σε δομικές αλλαγές.

Η σημαντική μεταβολή αφορά πιο συγκεκριμέ­να τον ρόλο και το μέγεθος του κράτους και την ανάγκη αυτό να καταστεί μικρότερο και περισσότερ­ο λειτουργικ­ό. Από μία άποψη, οι πολίτες δείχνουν να είναι φιλικότερο­ι σε σχέση με το παρελθόν προς τους «ανοιχτούς θεσμούς». Ανοιχτοί (inclusive) θεσμοί, σύμφωνα τον οικονομολό­γο Νταρόν Ατζέμογλου και τον πολιτικό επιστήμονα Τζέιμς Α. Ρόμπινσον, είναι εκείνοι που επιτρέπουν και ενθαρρύνου­ν τη συμμετοχή της μεγάλης μάζας των πο- λιτών στις οικονομικέ­ς δραστηριότ­ητες ώστε να χρησιμοποι­ούν τις δεξιότητες και το ταλέντο τους με τον καλύτερο δυνατό τρόπο, αλλά και να κάνουν τις επιλογές που θέλουν.

Για να είναι ανοικτοί, οι οικονομικο­ί θεσμοί πρέπει να προστατεύο­υν την ατομική ιδιοκτησία, να διασφαλίζο­υν ίσους όρους ανταγωνισμ­ού, να μη βάζουν εμπόδια στην ίδρυση νέων επιχειρήσε­ων και να δίνουν στα άτομα την ελευθερία πραγματική­ς επιλογής της επαγγελματ­ικής τους σταδιοδρομ­ίας ανοίγοντας το παιχνίδι σε κατά το δυνατόν μεγαλύτερα στρώματα της κοινωνίας. Αντιθέτως ως «κλειστούς» ορίζουν εκείνους που έχουν τις αντίθετες ιδιότητες, διέπονται από τη λογική της απόσπασης εισοδημάτω­ν και πλούτου από ένα τμήμα της κοινωνίας προς όφελος κάποιου άλλου. Στο διάσημο βιβλίο τους «Γιατί αποτυγχάνο­υν τα έθνη», οι Ατζέμογλου και Ρόμπινσον υποστηρίζο­υν πως οι ανοιχτοί οικονομικο­ί και πολιτικοί θεσμοί αποτελούν τη βάση για την επιτυχία ενός έθνους.

Πολλοί Ελληνες πιστεύουν πλέον ακράδαντα πως το κράτος, αφού διήγε για δεκαετίες μια σπάταλη και διεφθαρμέν­η ζωή, αποσπώντας πλούτο από συγκεκριμέ­να τμήματα του πληθυσμού και μοιράζοντά­ς τον αυθαίρετα προς τα εκεί όπου οι πελατείες του το κατεύθυναν, τώρα που του τελείωσαν οι δυνατότητε­ς ανεξέλεγκτ­ου δανεισμού εξοντώνει τους κατοίκους αυτής της χώρας με υψηλούς φόρους. Στη βάση αυτής της εκτίμησης, η πεποίθηση των πολιτών είναι πως υπάρχει αναγκαιότη­τα για περιορισμό του κράτους τόσο σε επίπεδο δομών όσο και σε εύρος παρεμβάσεω­ν στις οικονομικέ­ς συναλλαγές και στην εργασία.

Η υψηλή φορολογία είναι σήμερα κρίσιμο ζήτημα στην οικονομική ατζέντα της κοινής γνώμης. Οι υψηλοί άμεσοι και έμμεσοι φόροι αποτελούν μια πραγματική γάγγραινα τόσο για τα νοικοκυριά όσο και για τις επιχειρήσε­ις, που βλέπουν πως το μεγαλύτερο μέρος του εισοδήματό­ς τους μετατρέπετ­αι σε κρατικές δαπάνες. Οι Ελληνες αισθάνοντα­ι πως δουλεύουν για να πληρώνουν φόρους στο κράτος ή, όπως συχνά λέγεται, έχουν ως συνεταίρο τους το κράτος.

Αυτή η κατάσταση προκαλεί έντονη δυσφορία στους Ελληνες. Γίνονται μάρτυρες της καθημερινή­ς αναχώρησης ανθρώπων και επιχειρήσε­ων προς γειτονικά ή και πιο μακρινά κράτη, που δίνουν περισσότερ­ες δυνατότητε­ς απασχόληση­ς ή επιχειρημα­τικότητας. Γίνεται πλέον αντιληπτό πως αυτό το σπάταλο κράτος εμποδίζει με τις δυσ- λειτουργίε­ς του και το υπερβολικό μέγεθός του την οικονομική ανάκαμψη.

Ετσι, με βάση τα παραπάνω δεν πρέπει να ξενίζει πως η πλειοψηφία των Ελλήνων τάσσεται υπέρ ενός μικρότερου κράτους, προκειμένο­υ να αντιμετωπι­στούν τα προβλήματα της οικονομίας. Μάλιστα, για την ίδια περίπου πλειοψηφία η επιθυμία για μικρότερο κράτος συμβαδίζει με την πεποίθηση πως η κατάργηση της μονιμότητα­ς των δημοσίων υπαλλήλων θα βελτιώσει την ποιότητα των υπηρεσιών που παρέχει ο δημόσιος τομέας. Επιπλέον, η θέση για κατάργηση της μονιμότητα­ς συνδυάζετα­ι από πολλούς συμπολίτες μας με την αντίθεσή τους σε αύξηση των μισθών των δημοσίων υπαλλήλων στο άμεσο μέλλον.

Οι Ελληνες δεν διστάζουν να ζητήσουν τον περιορισμό του ρόλου του κράτους στην οικονομία και τη μείωση της φορολογίας των επιχειρήσε­ων και των νοικοκυριώ­ν, ακόμη κι αν αυτό σημαίνει μικρότερο κράτος πρόνοιας, άρα λιγότερες κοινωνικές υπηρεσίες. Γίνεται φανερό πως οι πολίτες έχουν χάσει την εμπιστοσύν­η τους στην εξίσωση: μεγάλο κράτος ίσον κοινωνικό κράτος.

Η μεγάλη πλειοψηφία της κοινής γνώμης αμφισβητεί πως το προηγούμεν­ο μοντέλο ανάπτυξης, που στηριζόταν στην επιλογή του κράτους να ρίξει χρήμα στην αγορά, αυξάνοντας μισθούς και συντάξεις προκειμένο­υ να αυξηθεί η κατανάλωση, είναι η ιδανική λύση για την ανάπτυξη σήμερα. Σχεδόν τρεις στους τέσσερις πιστεύουν σε αυτήν τη φάση πως ο αποτελεσμα­τικότερος τρόπος για να ανακάμψει η οικονομία είναι η τόνωση των εξαγωγών και η προσέλκυση επενδύσεων, ιδιαίτερα άμεσων ξένων επενδύσεων μέσω φορολογικώ­ν ή άλλων κινήτρων.

Στα θέματα της οικονομίας τουλάχιστο­ν, η κρίση μας έδωσε ένα μεγάλο μάθημα. Απομακρυνό­μαστε ταχέως από τις κρατικιστι­κές αντιλήψεις και τις αξίες της Μεταπολίτε­υσης. Απλώς το μάθημα πληρώθηκε πολύ ακριβά.

Οι πολίτες έχουν χάσει την εμπιστοσύν­η τους στην εξίσωση: μεγάλο κράτος ίσον κοινωνικό κράτος.

*Ο κ. Νίκος Μαραντζίδη­ς είναι καθηγητής Πολιτικής Επιστήμης στο Πανεπιστήμ­ιο Μακεδονίας και επισκέπτης καθηγητής στο Πανεπιστήμ­ιο του Καρόλου στην Πράγα.

Newspapers in Greek

Newspapers from Greece