Απόλυτη εναντίωση σε κάθε μορφή ολοκληρωτισμού
Σε αυτό το πλαίσιο, μπορεί να γίνει κατανοητή και η εναντίωση του Θεοτοκά σε κάθε μορφή ολοκληρωτισμού, ιδίως τη δεκαετία του 1930, κατά την οποία ο σοβιετικός κομμουνισμός, ο φασισμός και ο ναζισμός αμφισβητούσαν όχι μόνο τον δυτικού τύπου κοινοβουλευτισμό (στον οποίο και ο ίδιος ο Θεοτοκάς είχε ασκήσει ουσιαστική κριτική στις αρχές της δεκαετίας του 1930), αλλά προέβαλλαν και ένα μοντέλο κοινωνικής και πολιτικής οργάνωσης το οποίο οδηγούσε στην πλήρη καταπάτηση της προσωπικής ελευθερίας εις βάρος συλλογικών, «μαζικών» σκοπών. Είναι αλήθεια ότι την προσοχή του τράβηξε κυρίως ο κομμουνισμός, κατά του οποίου στράφηκε στοχευμένα με συγκεκριμένα κείμενα («Εμπρός στο κοινωνικό πρόβλημα», 1932) και πράξεις (ίδρυση του περιοδικού «Ιδέα») και που τον θεωρούσε τον πιο επικίνδυνο αντίπαλο στο εσωτερικό της Ελλάδας. Το ίδιο, όμως, έκανε και απέναντι στον φασισμό και τον ναζισμό, προτάσσοντας με τα κείμενά του κυρίως τη σημασία της ελευθερίας και προειδοποιώντας για τις καταστρεπτικές συνέπειες της απώλειάς της. Ασυμβίβαστος φιλελεύθερος και δημοκράτης, αντιπαρατέθηκε στα άκρα σε μια περίοδο κατά την οποία σημαντικό τμήμα της ελληνικής και ευρωπαϊκής διανόησης είχε στραφεί είτε στον κομμουνισμό είτε στην υποστήριξη αυταρχικών λύσεων. Η μετέπειτα ενασχόλησή του με το πρόβλημα της «ελληνικότητας» και της ελληνικής ταυτότητας πρέπει, επίσης, να ιδωθεί μέσα από το πρίσμα των φιλελεύθερων ιδανικών του. Το ζήτημα, τουλάχιστον για τον Θεοτοκά, δεν είχε να κάνει με μια εθνική εσωστρέφεια ή με κάποιον ισχυρισμό περί πολιτισμικής ανωτερότητας του ελληνικού έναντι των άλλων εθνών, αλλά με το αίτημα για αυτοσυνειδησία, που θα αποτελούσε θεμελιώδη προϋπόθεση για την ισότιμη ένταξη του ελληνισμού σε μια υπερεθνική Ευρώπη, χωρίς, όμως, την απώλεια της ελληνικής ιδιοσυστασίας.
Προέτασσε με τα κείμενά του τη σημασία της ελευθερίας και προειδοποιούσε για τις καταστρεπτικές συνέπειες της απώλειάς της.