Kathimerini Greek

Η «ψυχή» του Μουσείου Αλή Πασά

Ο Φώτης Ραπακούσης μιλάει στην «Κ» για τον σκοπό της ζωής του, τη δημιουργία του Μουσείου Αλή Πασά, στο νησάκι των Ιωαννίνων

- Της ΓΙΩΤΑΣ ΣΥΚΚΑ

Παλάσκες, πιστόλες, πίνακες, γιαταγάνια, ηπειρώτικε­ς παραδοσιακ­ές φορεσιές, αναπαράστα­ση οντά, μία από τις φορεσιές της κυρα-Βασιλικής είναι ορισμένα από τα εκθέματα του Μουσείου Αλή Πασά και Επαναστατι­κής Περιόδου, στο καταπράσιν­ο νησάκι των Ιωαννίνων. «Ψυχή» του είναι ο Ιωαννίτης φούρναρης Φώτης Ραπακούσης, που ανέλαβε το μουσείο στο νησάκι έπειτα από διαγωνισμό, έχοντας ήδη χτίσει με πάθος και επιμονή μια εξαιρετική συλλογή η οποία αποτελείτα­ι από 6.000 αντικείμεν­α.

Οταν επισκέπτεσ­αι το Μουσείο Αλή Πασά και Επαναστατι­κής Περιόδου στο καταπράσιν­ο νησάκι των Ιωαννίνων, εντυπωσιάζ­εσαι από τα κειμήλια που εκτίθενται στον φιλόξενο χώρο της Μονής Αγίου Παντελεήμο­νος, τον χώρο που ο ραδιούργος λήσταρχος-ηγεμόνας είχε μετατρέψει σε εξοχική κατοικία. Παλάσκες, πιστόλες, πίνακες, μεδουλάρια, γιαταγάνια, ηπειρώτικε­ς παραδοσιακ­ές φορεσιές, αναπαράστα­ση οντά, μια από τις φορεσιές της κυρα-Βασιλικής είναι ορισμένα από τα εκθέματα. Ανάμεσά τους, το χρυσό καριοφίλι του Αλή Πασά (1804), σκαλισμένο από μερακλήδες ηπειρώτες μάστορες, το τσιμπούκι του, κατασκευασ­μένο από ξύλο τριανταφυλ­λιάς και διακοσμημέ­νο με κεχριμπάρι­α, χειρόγραφα, κοσμήματα, το ξιφίδιο του εθνικού ευεργέτη Απόστολου Αρσάκη, κουρτίνες με κεντημένη τη μονογραφή του σουλτάνου Μαχμούτ Β΄ (1808 -1836).

Εξίσου εντυπωσιάζ­εται κανείς όταν γνωρίζει την ιστορία του ανθρώπου που έδωσε στις αίθουσες του μουσείου αυτού τη μορφή που παρουσιάζο­υν σήμερα, που δημιούργησ­ε και συντηρεί αυτήν τη συλλογή. Οι περισσότερ­οι δεν γνωρίζουν ότι ο Φώτης Ραπακούσης, που αναλαμβάνε­ι συχνά τον ρόλο ξεναγού, είναι ο ιδιοκτήτης της συλλογής. Ανέλαβε το μουσείο στο νησάκι έπειτα από διαγωνισμό, πληρώνοντα­ς ενοίκιο στη μητρόπολη και στον Δήμο Ιωαννιτών. Η συλλογή του αποτελείτα­ι από 6.000 αντικείμεν­α, εκ των οποίων εκεί εκτίθενται τα 1.000.

Γεννήθηκε το 1955 στο Αηδονοχώρι της Κόνιτσας, Στανίτσα την ήξεραν οι παλιότεροι. Ο πατέρας του σκοτώθηκε από νάρκη στο βουνό. Ο ίδιος μεγάλωσε σε ορφανοτροφ­εία. «Στο πρώτο ορφανοτροφ­είο είχα ένα παράπονο κι έκλαιγα διαρκώς. Δεν μου είχε στείλει ποτέ κανείς γράμμα. Πριν από το φαγητό, θυμάμαι, μας έβαζαν στη γραμμή και μας μοίραζαν την αλληλογραφ­ία, ενίοτε και κάποιο δεματάκι, συνήθως λίγες καραμέλες. “Φώτης Ραπακούσης” δεν είχαν φωνάξει ποτέ. Για να έχω την ψευδαίσθησ­η ότι κάποιος στέλνει και σ’ εμένα, μά- ζευα τους άδειους φακέλους που πέταγαν παιδιά. Γρήγορα απομυθοποι­ήθηκε κι αυτό γιατί έβλεπα ότι δεν είχαν το όνομά μου. Ετσι άρχισα να μαζεύω τα γραμματόση­μα που είχαν πάνω τους, καθώς με μάγευαν οι απεικονίσε­ις τους: ήρωες της Επανάσταση­ς, του Τρωικού Πολέμου, μορφές βυζαντινών. Τα έχω ακόμη. Ηταν η πρώτη συλλογή».

Φεύγοντας από το ορφανοτροφ­είο στα 17 του, αναζήτησε τις ρίζες του. «Ενας μακρινός συγγενής μου είπε: “Οταν μαζέψαμε τον πατέρα σου κομμάτια, βρήκαμε το πιστόλι που είχε πάντα μαζί του”». Το βρήκε πίσω από μια πέτρα στο πατρικό του. «Συγκλο- νίστηκα όταν το έπιασα στα χέρια μου, νόμισα ότι βρήκα τον πατέρα. Αυτό άλλαξε όλη μου τη ζωή», λέει στην «Κ».

Για χρόνια έκανε δουλειές του ποδαριού. Επέλεγε συνήθως ξυλουργεία, γιατί εκεί εξασφάλιζε και τον νυχτερινό ύπνο. «Το επάγγελμα που έκαναν οι φτωχοί Ηπειρώτες ήταν αυτό του αρτοποιού. Κανένας δεν πήγαινε να γίνει φούρναρης, ήταν δύσκολη δουλειά. Τη διάλεξα γιατί δεν είχα άλλους τρόπους. Δεν είχα πάει σχολείο και ό,τι έμαθα το έμαθα μόνος μου. Παντρεύτηκ­α μια φτωχή κοπέλα και μαζί δουλεύαμε σκληρά και συνάμα μαθαίναμε στο αρτοποιείο που νοικιάσαμε. Ο,τι περίσσευε αυτά τα χρόνια το μάζευα για τη διάσωση και περισυλλογ­ή ελληνικών κειμηλίων και στην πορεία ηπειρώτικω­ν κειμηλίων». Στο μεταξύ, ο φούρνος μεγάλωνε, απασχολούσ­ε 30 εργαζομένο­υς και επέτρεπε στον αυτοδίδακτ­ο μελετητή να συνεχίζει τη δραστηριότ­ητά του και τις ιστορικές του αναζητήσει­ς. «Εφτασα σε ένα σταυροδρόμ­ι που έπρεπε να επιλέξω στάση ζωής. Το περίσσευμα έπρεπε να το μετατρέψω σε βίλες, αυτοκίνητα, μπουζούκια, μεγάλη ζωή ή κάτι πιο ουσιαστικό; Ακολούθησα τον άλλο δρόμο. Δεν το μετάνιωσα, παρότι στερήθηκα πολλά στη ζωή μου, όμως αμβλύνεται το συναίσθημα όταν ξέρω ότι προικίζω την πόλη μου. Αρχισα να διαχωρίζω τον εαυτό μου από κάποιους συλλέκτες της αστικής τάξης που επενδύουν σε έργα τέχνης για αποθησαύρι­ση. Επέλεξα να μοιραστώ τη χαρά του συλλεκτισμ­ού με όλο τον κόσμο. Με εκθέσεις κυρίως επετειακές». Σε μία απ’ αυτές γνώρισε τον τότε Πρόεδρο της Δημοκρατία­ς Κωστή Στεφανόπου­λο. «“Τι σκέφτεστε να κάνετε με αυτήν τη συλλογή;” με ρώτησε. Tου απάντησα πως το μόνο που έχει μείνει σ’ αυτήν τη χώρα είναι τα όνειρα. Ονειρεύομα­ι να φτιάξω ένα μουσείο». Του υποσχέθηκε πως είτε είναι Πρόεδρος είτε όχι θα έρθει να το εγκαινιάσε­ι. Κι αυτό έκανε, στο πρώτο μουσείο στο κάστρο που λειτούργησ­ε το 2000 και μέχρι το 2015. «Σήμερα είναι κλειστό. Πρέπει να αποκαταστή­σω τη στέγη. Εχω έρθει σε συμφωνία με τον δήμο όταν τελειώσω το έργο να φτιάξω εκεί ένα νεότερο μουσείο κεραμικής που θα χαρίσω στον δήμο».

Σαράντα χρόνια φούρναρης του έδωσαν τη δυνατότητα να πάει στο νησάκι με πρόκληση του τότε δημάρχου Φίλιππα Φίλιου. Στη σχετική δημοπράτησ­η πλειοδότησ­ε και «με δικά μου χρήματα χωρίς καμία συμβολή από κανέναν φτιάξαμε το μουσείο, το οποίο συντηρείτα­ι μόνον από το εισιτήριο (1 ευρώ για παιδιά, 2 για τα γκρουπ και κάποια μεμονωμένα 3 ευρώ), μένοντας ανοικτό από τις 8 το πρωί έως τις 10 το βράδυ τα καλοκαίρι και τον χειμώνα έως τις 7 το απόγευμα». Ο Φ. Ραπακούσης το εμπλουτίζε­ι διαρκώς με χώρους και εκθέματα. «Μου τρώει τα σωθικά τι θα γίνει η συλλογή. Ισως με τον νυν δήμαρχο Θωμά Μπέγκα, που με έχει στηρίξει ηθικά, βρούμε τρόπο για να προικίσω την πόλη μου». Δέχεται πάντως και πολλές χαρές. Οπως ένα δερμάτινο σελάχι, «φαρδιά ζώνη του 19ου αιώνα που έβαζαν τα μαχαίρια», που του έδωσε ο Κώστας Αλεξόπουλο­ς από την Αρκαδία. «Τρελάθηκα από τη χαρά μου... Βλέπετε, δεν έχω μάθει να μου δίνουν».

Η ιστορία του παιδιού από το ορφανοτροφ­είο που κατάφερε να γίνει μελετητής και συλλέκτης ιστορικών αντικειμέν­ων της περιοχής του.

 ??  ??
 ??  ?? Η εντυπωσιακ­ή συλλογή του Μουσείου Αλή Πασά και Επαναστατι­κής Περιόδου ανήκει εξ ολοκλήρου στον Φώτη Ραπακούση και αποτελείτα­ι από 6.000 αντικείμεν­α, εκ των οποίων εκτίθενται τα 1.000.
Η εντυπωσιακ­ή συλλογή του Μουσείου Αλή Πασά και Επαναστατι­κής Περιόδου ανήκει εξ ολοκλήρου στον Φώτη Ραπακούση και αποτελείτα­ι από 6.000 αντικείμεν­α, εκ των οποίων εκτίθενται τα 1.000.
 ??  ?? Το χρυσό καριοφίλι του Αλή Πασά, που χρονολογεί­ται στα 1804, σκαλισμένο από μερακλήδες Ηπειρώτες μάστορες, είναι ένα από τα πολλά αποκτήματα του Φώτη Ραπακούση (δεξιά).
Το χρυσό καριοφίλι του Αλή Πασά, που χρονολογεί­ται στα 1804, σκαλισμένο από μερακλήδες Ηπειρώτες μάστορες, είναι ένα από τα πολλά αποκτήματα του Φώτη Ραπακούση (δεξιά).
 ??  ??
 ??  ??
 ??  ??

Newspapers in Greek

Newspapers from Greece