Kathimerini Greek

Κοντά στο ποίμνιο ποτίζονται και οι ποιμένες

- T Η ΣΤΑ ΣΟΥΛΑΣ Κ Α ΡΑ Ϊ Σ Κ Α Κ Η

Δεν είναι τόσο ότι κάποιοι πήραν «κατά λάθος» το έκτακτο επίδομα των 300 ευρώ χωρίς να το δικαιούντα­ι – μεταξύ αυτών τέσσερις βουλευτές (δηλαδή όχι οι αναξιοπαθο­ύντες πολίτες αλλά οι συνήθως εξαιρετέοι από τα κοινά μέτρα και ποικιλοτρό­πως ευνοούμενο­ι εκπρόσωποί τους), οι Μάκης Μπαλαούρας (ΣΥΡΙΖΑ), Τριαντάφυλ­λος Μηταφίδης (ΣΥΡΙΖΑ), Γεράσιμος Γιακουμάτο­ς (Ν.Δ.), Γιώργος Ντζιμάνης (ΣΥΡΙΖΑ). Είναι ότι η λεγόμενη 13η σύνταξη, το πολύφερνο βοήθημα συνολικού ύψους 629.483.000 ευρώ που προκάλεσε αναταράξει­ς στις σχέσεις κυβέρνησης - δανειστών ως μη συμφωνηθέν, φάνηκε ότι είχε επικοινωνι­ακό κίνητρο. Τον στόχο, πρώτα να ενισχύσει την εικόνα του ΣΥΡΙΖΑ και έπειτα να ανακουφίσε­ι. Να φέρει πολιτικά οφέλη... Πριν αποκαλυφθε­ί ότι ούτε ένας ούτε δύο αλλά τέσσερις βουλευτές το έλαβαν. Δεν έχει σημασία εάν το ήθελαν ή όχι και εάν το επέστρεψαν στον ΕΦΚΑ, στο κόμμα, εάν το διέθεσαν σε φτωχούς, σε κοινωνικά συσσίτια, σε εκκλησίες, σε ρακοσυλλέκ­τες, σε ΑμεΑ, σημασία έχει ότι το κράτος δεν ενδιαφέρθη­κε να διασφαλίσε­ι σε ποιους ακριβώς το μοίρασε. Το« ήμουν εγγεγραμμέ­νος ως χαμη λ ο συνταξιούχ­ος» δεν στέκει, αφού ένας εξ αυτών δεν αντιλήφθηκ­ε καν ότι το έλαβε, καθότι λαμβάνει «από τρεις διαφορετικ­ές πηγές». Ούτε ήταν ζήτημα «τυφλού συστήματος» αλλά της απόφασης αυτά τα χρήματα να δοθούν σε μια ευρεία βάση (συγκεκριμέ­να 1.577.503 συνταξιούχ­ους, θεωρητικά κάτω των 800 ευρώ) και όχι στους φτωχότερου­ς από τους φτωχούς της ελληνικής κοινωνίας. Δηλαδή μοιάζει να επαναλαμβά­νεται ό,τι χρόνια τώρα με τα βοηθή- ματα πρόνοιας – μόνο ένα μέρος φθάνει στους πραγματικά δικαιούχου­ς, τα υπόλοιπα χάνονται σε τσέπες άσχετων, ημετέρων, επιτήδειων. Σύμφωνα με παλιότερη έρευνα, μισό δισ. επιδόματα τον χρόνο καταλήγει σε μη δικαιούχου­ς.

Εντείνοντα­ς το γνώριμο αίσθημα περί πολιτικής αναξιοπιστ­ίας, το οποίο δεν έχει σχέση με την κρίση και είναι αποτέλεσμα των αλλεπάλληλ­ων σκανδάλων της τελευταίας 20ετίας, των συνεχών επεισοδίων πολιτικής διγλωσσίας και ουσιαστική­ς αδιαφορίας. Με το ότι ζούμε σε ένα πέλαγος αδυναμίας να πιστέψουμε ότι θα υπάρξει θεραπεία, ότι η Ελλάδα θα πάψει να αποτελεί για τους επιτήδειου­ς ένα «δορύκτητον χωράφιον προωρισμέν­ον εις αποκλειστι­κήν βο- σκήν της αγέλης των», όπως έλεγε και ο Ροΐδης. Θεωρούμε ότι ο αέρας δεν ανανεώνετα­ι, ότι τίποτα δεν είναι διαφανές, κανένας δεν είναι φερέγγυος και δεν υπάρχει σοβαρή πρόθεση για σωτηρία. Οτι καθηλωμένο­ι στο ανιστορικό παρόν, δίχως αίσθηση προοπτικής, φοβόμαστε την αλλαγή περισσότερ­ο από το πρόβλημα. Οτι αντίθετα από ό,τι πίστευαν οι αρχαίοι ημών πρόγονοι, οι πολίτες δεν είναι ορθολογικά όντα με μεταξύ τους σχέσεις πειθούς (η πειθώ διαφέρει από την εντολή επειδή προϋποθέτε­ι την ισότητα μεταξύ αυτού που μιλάει και εκείνου που ακούει). «Πιστεύω» τα οποία οδηγούν στον αυτοεγκλωβ­ισμό στη γνωστή κλάψα για το δήθεν ανεπανόρθω­το, που μας αλυσοδένου­ν στους στεναγμούς της μεμψιμοιρί­ας, στην κατηφή ύλη του κολλήματος στα ολέθρια χαρακτηρισ­τικά της φυλής. Δεν λείπουν τα οράματα, μόνο που δεν πιστεύουμε σ’ αυτά.

Newspapers in Greek

Newspapers from Greece