Θωράκιση απέναντι στις επιθέσεις
«Οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις μπορεί να δίνουν έμφαση στην παραγωγή, αλλά και η ψηφιακή ασφάλεια είναι σημαντική. Πρέπει να κρατούν αντίγραφα ασφαλείας και να ενημερώνουν τα λογισμικά τους. Απώλειες σε δύο-τρεις συναλλαγές μπορεί να αποβούν καθοριστικές για τη βιωσιμότητά τους», λέει στην «Κ» ο επικεφαλής της Δίωξης Ηλεκτρονικού Εγκλήματος της ΕΛ.ΑΣ. Γιώργος Παπαπροδρόμου. Πέρυσι η υπηρεσία του σχημάτισε 891 δικογραφίες για υποθέσεις οικονομικής φύσεως, ενώ το 2015 δεν ξεπερνούσαν τις 510. Σε αυτές περιλαμβάνονταν και επιθέσεις για ψηφιακά λύτρα. Ο ερευνητής ασφαλείας δικτύων Ανδρέας Βενιέρης λέει ότι το τελευταίο διάστημα έχει διαδοθεί η χρήση κακόβουλου λογισμικού που πωλείται ή ενοικιάζεται στους δράστες (ένα εξ αυτών κοστολογείται προς 1.000 ευρώ τον χρόνο). Ο συνάδελφός του Δημήτρης Σιατήρας, όπως και ο κ. Βαβούσης, επισημαίνει ότι η καταβολή των λύτρων δεν αποτελεί ενδεδειγμένη λύση. Κανείς δεν εγγυάται ότι οι απαγωγείς θα στείλουν το κλειδί αποκρυπτογράφησης ή ότι δεν θα χτυπήσουν ξανά στο μέλλον. Οπως τονίζει, εταιρείες και ιδιώτες πρέπει να έχουν προβεί σε όλες τις απαραίτητες αναβαθμίσεις ασφαλείας στα συστήματά τους για να εξασφαλίσουν σε σημαντικό βαθμό τη θωράκισή τους. Ο κ. Παπαμιχαήλ που εργάζεται στην ανάκτηση δεδομένων, παρατηρεί ότι το 2016 και τους πρώτους μήνες του 2017 οι τύποι Ransomware με τη μεγαλύτερη διάδοση στην Ελλάδα ήταν οι «Locky», «Dharma» και «Cerber». Σε μία από τις πιο ανησυχητικές επιθέσεις που θυμάται, οι δράστες μόλυναν υπολογιστές εταιρείας απειλώντας ότι θα διαγράψουν δεδομένα εάν δεν πληρωθούν σε δύο ημέρες. Το σημείωμά τους ήταν γραμμένο στα τουρκικά. «Στείλαμε δύο μηχανικούς και καταφέραμε να ανακτήσουμε τα αρχεία προτού εκπνεύσει η διορία», λέει.