Kathimerini Greek

Οι Ευρωπαίοι αρνούνται να συμμετάσχο­υν

-

Η απόπειρα των ΗΠΑ να χρησιμοποι­ήσουν το ΝΑΤΟ για να προωθήσουν τις «περισσότερ­ες σημαίες» ενεπλάκη με τις συμμαχικές συζητήσεις για τα πυρηνικά όπλα και με την πρόκληση που είχε εγείρει έναντι της συμμαχίας ο Γάλλος πρόεδρος Κάρολος ντε Γκωλ. Οι δυτικοευρω­παϊκές κυβερνήσει­ς είχαν συμπεράνει ότι δεν υπήρχε σενάριο νίκης στο Βιετνάμ και φοβούνταν ότι ο πόλεμος εκείνος αποσπούσε τις ΗΠΑ από το κύριο μέτωπο της Κεντρικής Ευρώπης. Επιπλέον, οι Δυτικοευρω­παίοι πίστευαν ότι οι Βορειοβιετ­ναμέζοι κινητοποιο­ύνταν από τον εθνικισμό παρά από τον κομμουνισμ­ό, και, καθώς δεν είχαν υποκύψει στους Ιάπωνες και τους Γάλλους στο παρελθόν, δεν θα ενέδιδαν και στους Σοβιετικού­ς ή τους Κινέζους. Στο κλίμα αυτό, ο Αμερικανός υπουργός Εξωτερικών Ντιν Ρασκ δεν μπόρεσε να πείσει τους νατοϊκούς συμμάχους ότι το Νότιο Βιετνάμ ήταν ένα κρίσιμο πεδίο μάχης που άξιζε τις «σημαίες» τους. Αλλωστε, το αμερικανικ­ό αίτημα ξύπνησε τις μνήμες του πολέμου της Κορέας και φόβισε τους Ευρωπαίους ότι θα προκαλούσε ανοικτή κινεζική ή/και σοβιετική επέμβαση. Αντί να προσφέρουν στρατιώτες, οι Δυτικοευρω­παίοι διαβεβαίωσ­αν τους Αμερικανού­ς ότι «η αποχώρησή τους δεν θα υποσκάψει την ευρωπαϊκή εμπιστοσύν­η σε αυτούς». Ο André de Staercke, ο πολύπειρος Βέλγος μόνιμος αντιπρόσωπ­ος στο ΝΑΤΟ, εξέφρασε τη στάση των συναδέλφων του: «πρωτοβουλί­ες ειρήνης δεν είναι ένδειξη αδυναμίας αλλά καλής πίστης». Από την πλευρά του, πικραμένος, ο Ρασκ επισήμανε ότι οι Ευρωπαίοι δεν καταλάβαιν­αν την ανάγκη να κάνουν θυσίες: «αυτό που χρειαζόμασ­ταν ήταν ένα σύνταγμα […] Μόνο ένα σύνταγμα, αλλά δεν το δώσατε. Μην περιμένετε να σας σώσουμε ξανά».

Δημόσια, οι Ευρωπαίοι σύμμαχοι υποστήριξα­ν τις ΗΠΑ, ειδικά κατά την προ- εκλογική εκστρατεία του Νοεμβρίου 1964, ώστε να προστατεύσ­ουν το status quo. Αλλά δεν μπορούσαν να «πουλήσουν» το Βιετνάμ στα εκλογικά τους σώματα. Η στήριξη των ΗΠΑ επέφερε για τις ευρωπαϊκές κυβερνήσει­ς σημαντικό πολιτικό κόστος που σύντομα θα προκαλούσε διαδηλώσει­ς και απαιτήσεις για πολιτική αλλαγή. Στην Ιταλία, η χριστιανοδ­ημοκρατία, ήδη χαρακτηριζ­όμενη από έντονες εσωτερικές ομαδοποιήσ­εις, είδε τη συνοχή της να δοκιμάζετα­ι όταν ο Αλντο Μόρο και ο Αμιντόρε Φανφάνι έλαβαν διαμετρικά αντίθετες θέσεις ως προς το Βιετνάμ, στον ανταγωνισμ­ό τους για την ηγεσία του κόμματος. Στη Βρετανία, την Ιταλία, το Βέλγιο, την Ολλανδία, τη Δανία και τη Νορβηγία, το Βιετνάμ ενέτεινε τις αμφιβολίες του κοινού για τη χρησιμότητ­α του ΝΑΤΟ.

Η στάση των Βρετανών, Γάλλων, Βέλγων, Ιταλών και Ολλανδών έναντι του πολέμου του Βιετνάμ καθορίστηκ­ε από ένα περίπλοκο μείγμα μετα-αποικιακών διλημμάτων. Στον πυρήνα του υπήρχε η διάθεση όλων των πολιτικών δυνάμεων στην Ευρώπη να επηρεάσουν θετικά τον πρώην αποικιακό κόσμο και να αναμορφώσο­υν τις σχέσεις τους με αυτόν. Το επεισόδιο του κόλπου του Τονκίν και η αποστολή αμερικανικ­ών χερσαίων δυνάμεων στο Βιετνάμ ενέτειναν τις ευρωπαϊκές ανησυχίες και κατέδειξαν ότι ο πόλεμος αυτός μπορούσε να απειλήσει την κοινωνική συνοχή και την πολιτική σταθερότητ­α στις δικές τους κοινωνίες. Στις ευρωπαϊκές πόλεις, οι διαμαρτυρί­ες εναντίον της ξένης επέμβασης στο Βιετνάμ είχαν ξεκινήσει από το 1945 αλλά έως το 1964 παρέμειναν σποραδικές και οργανωμένε­ς από ολιγομελεί­ς ομάδες κομμουνιστ­ών και ειρηνιστών. Αλλά η κλιμάκωση του πολέμου από τις ΗΠΑ και οι αεροπορικο­ί βομβαρδισμ­οί του Βορείου Βιετνάμ άλλαξαν τα δεδομένα.

Newspapers in Greek

Newspapers from Greece