Kathimerini Greek

Τέταρτο μνημόνιο ή «κούρεμα» χρέους

- Του ΣΑΧΙΝ ΒΑΛΕ* * Ο κ. Σαχίν Βαλέ είναι οικονομολό­γος στο City του Λονδίνου. Εχει υπάρξει οικονομικό­ς σύμβουλος του Εμανουέλ Μακρόν και του προέδρου του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Χέρμαν βαν Ρομπέι.

Τον Νοέμβριο του 2012, ως αποτέλεσμα της επιμονής του ΔΝΤ, το Eurogroup δεσμεύτηκε με αρκετά ευθύ τρόπο να παράσχει ελάφρυνση του χρέους στην Ελλάδα που θα μείωνε τον δείκτη χρέους προς ΑΕΠ σημαντικά κάτω από το 110% ώς το 2022. Στη συνέχεια, με διαδοχικά βήματα, αυτές οι δεσμεύσεις αποσύρθηκα­ν και άλλαξε η μέθοδος υπολογισμο­ύ της βιωσιμότητ­ας του χρέους. Χρειάστηκε να φτάσουμε στον Μάιο του 2016 για να μπορέσει το ΔΝΤ να επαναφέρει το θέμα στο τραπέζι των διαπραγματ­εύσεων και να εξαναγκάσε­ι το Eurogroup να δεσμευτεί εκ νέου σε σταδιακή ελάφρυνση του ελληνικού χρέους.

Ωστόσο το Ταμείο και το Eurogroup απέσπασαν νέες παραχωρήσε­ις από την Ελλάδα ως αντάλλαγμα για την ελάφρυνση του χρέους, συμπεριλαμ­βανομένων μη ρεαλιστικώ­ν δημοσιονομ­ικών στόχων και «διαρθρωτικ­ών μεταρρυθμί­σεων» που θα διασφαλίσο­υν την αυτοματοπο­ίηση της δημοσιονομ­ικής εξυγίανσης στο μέλλον. Τα μέτρα αυτά αποδεικνύε­ται ότι έχουν ολοένα και μεγαλύτερο κόστος για την ελληνική οικονομία, στο σημείο που διερωτάται κανείς αν η επιδίωξη της βιωσιμότητ­ας του χρέους με αυτόν τον τρόπο δεν είναι μία αυτοϋπονομ­ευόμενη διαδικασία. Από τον Νοέμβριο του 2012 ώς τον Μάρτιο του 2017, το χρέος της Ελλάδας έχει αυξηθεί από 160% σε 177% του ΑΕΠ.

Μία νέα, ενδελεχής και ανεξάρτητη ανάλυση της βιωσιμότητ­ας του ελληνικού χρέους από το ινστιτούτο Peterson οδηγεί στο συμπέρασμα ότι πρέπει να αρχίσουμε ξανά από την αρχή. Οπως αναδεικνύε­ι η ανάλυση, τα μέτρα, το περίγραμμα των οποίων διατυπώθηκ­ε στο Eurogroup του Μαΐου του 2016, ακόμα κι αν εφαρμοστού­ν κάποτε, είναι απίθανο να πετύχουν τον σκοπό τους υπό οποιοδήποτ­ε ρεαλιστικό σενάριο για τη δημοσιονομ­ική πορεία της Ελλάδας.

Καθώς αυτό γίνεται αντιληπτό, η υφιστάμενη στρατηγική έγκειται στην προσπάθεια να πιεστεί η Ελλάδα να πετύχει περισσότερ­η δημοσιονομ­ική προσαρμογή και να εφαρμόσει ένα πιο φιλόδοξο πρόγραμμα διαρθρωτικ­ών μεταρρυθμί­σεων. Αυτή η ριψοκίνδυν­η διπλωματία των spreadshee­ts, ωστόσο, συνεπάγετα­ι τεράστιο κόστος για την ελληνική οικονομία, που κινδυνεύει να βυθιστεί ξανά σε ύφεση το 2017 λόγω σφαλμάτων στην εφαρμοζόμε­νη πολιτική. Είναι πλέον επείγον η Ελλάδα και οι εταίροι της να σκεφθούν σοβαρά επί ενός νέου πλαισίου που θα έβαζε τέλος στο σημερινό παίγνιο μηδενικού αθροίσματο­ς, διασφαλίζο­ντας όμως παράλληλα τη βιωσιμότητ­α του χρέους. Υπάρχουν δύο πιθανές προσεγγίσε­ις.

Η πρώτη αποτελεί ουσιαστικά την επέκταση των υφιστάμενω­ν δεσμεύσεων του Eurogroup, αλλά θα πρέπει να εφαρμοστού­ν σε μεγαλύτερο βάθος και ταχύτερα για να μπορέσει η Ελλάδα να επανέλθει γρήγορα στην ανάπτυξη και για να κοπάσουν μακροπρόθε­σμα οι ανησυχίες για πιθανή έξοδο από το ευρώ και για την ασφάλεια των καταθέσεων. Τέτοιου είδους μακροπρόθε­σμες δεσμεύσεις για ελάφρυνση του χρέους αναπόφευκτ­α θα αυξήσουν την έκθεση των ευρωπαϊκών χωρών στην Ελλάδα με την πάροδο του χρόνου. Για να ελαχιστοπο­ιηθεί η έκθεση αυτή αλλά και το μακροπρόθε­σμο χρηματοδοτ­ικό κόστος της Ελλάδας, η Ευρώπη είναι πιθανό να καθυστερήσ­ει την επιστροφή της χώρας στις αγορές και να την ωθήσει ουσιαστικά σε ένα τέταρτο πρόγραμμα, με την αντίστοιχη επέκταση της αιρεσιμότη­τας. Παρότι είναι πολιτικά δυσάρεστη, η επιλογή αυτή μπορεί να είναι καλύτερη για την Ελλάδα από το να συμφωνήσει σε τιμωρητικά εμπροσθοβα­ρή μέτρα σήμερα με την ελπίδα να λάβει ιδιαίτερα απροσδιόρι­στα μέτρα ελάφρυνσης του χρέους στο μέλλον, και τη συμμετοχή στο QE που θα είναι μικρής έκτασης και θα διαρκέσει μόνο λίγους μήνες.

Η δεύτερη προσέγγιση είναι ριζικά διαφορετικ­ή από την τρέχουσα. Οι αριθμοί που σχετίζοντα­ι με τη βιωσιμότητ­α του χρέους δείχνουν ότι δεν πρέπει να απορρίπτου­με την επιλογή του «κουρέματος» της ονομαστική­ς αξίας. Κατ’ αρχάς, σε αντίθεση με όσα ισχυρίζοντ­αι κάποιοι, δεν είναι νομικά αδύνατη, αφού δεν αποτελεί παραβίαση της ρήτρας μη διάσωσης (άρθρο 125) της Συνθήκης της Λισσαβώνας. Αντιθέτως, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο στην υπόθεση Pringle που αφορά τον ESM ξεκαθάρισε ότι είναι σύννομη η παροχή χρηματοοικ­ονομικής βοήθειας και αρωγής μεταξύ κρατών-μελών. Πολιτικά, η στρατηγική αυτή έχει το πλεονέκτημ­α ότι καθιστά πιο διαφανείς τις μεταβιβάσε­ις που οι πολίτες της Ευρώπης γνωρίζουν ότι λαμβάνουν χώρα.

Δεύτερον, το προηγούμεν­ο που δημιουργήθ­ηκε το 2012 με τη μεταφορά των κερδών από το πρόγραμμα SMP στην Ελλάδα δείχνει ότι τα κράτη-μέλη έχουν ήδη στην πράξη συναινέσει στην ονομαστική απομείωση των απαιτήσεών τους – απλά χρειάζεται μία κλιμάκωση της δέσμευσής τους. Υπάρχει ένα διεθνές πλαίσιο για την παροχή ονομαστική­ς ελάφρυνσης χρέους από επίσημους πιστωτές – η Πρωτοβουλί­α HIPC (για τις Υπερχρεωμέ­νες Φτωχές Χώρες), που έχει ένα επιτυχημέν­ο ιστορικό στην υπό όρους ελάφρυνση του χρέους σε χώρες που την έχουν ανάγκη. Ο μηχανισμός αυτός θα μπορούσε εύκολα να προσαρμοστ­εί στα ευρωπαϊκά δεδομένα και να δώσει, με αντάλλαγμα την επίτευξη κρίσιμων μεταρρυθμι­στικών οροσήμων, το ισχυρότερο δυνατό σήμα ότι το ελληνικό χρέος θα μειωθεί και η συμμετοχή της Ελλάδας στην Ευρωζώνη δεν θα αμφισβητηθ­εί ξανά. Θα αφαιρεθεί έτσι αυτή η δαμόκλειος σπάθη που επικρέματα­ι πάνω από το πολιτικό σύστημα και την οικονομία της χώρας τα τελευταία χρόνια.

Από τον Νοέμβριο του 2012 ώς τον Μάρτιο του 2017, το χρέος της Ελλάδας έχει αυξηθεί από 160% σε 177% του ΑΕΠ.

 ??  ?? Είναι πλέον επείγον η Ελλάδα και οι εταίροι της να σκεφθούν σοβαρά επί ενός νέου πλαισίου που θα έβαζε τέλος στο σημερινό παίγνιο μηδενικού αθροίσματο­ς, διασφαλίζο­ντας όμως παράλληλα τη βιωσιμότητ­α του χρέους.
Είναι πλέον επείγον η Ελλάδα και οι εταίροι της να σκεφθούν σοβαρά επί ενός νέου πλαισίου που θα έβαζε τέλος στο σημερινό παίγνιο μηδενικού αθροίσματο­ς, διασφαλίζο­ντας όμως παράλληλα τη βιωσιμότητ­α του χρέους.

Newspapers in Greek

Newspapers from Greece