«Δεν ξεχνάς ποτέ τι συνέβη, ο χρόνος δεν γίνεται γιατρός»
Στην Ελλάδα δεν άργησαν να φτάσουν τα νέα, όμως δεν έγιναν γνωστές όλες οι λεπτομέρειες. Την επομένη της μάχης, δημοσίευμα στην «Καθημερινή» περιέγραφε το «Φαέθων» μόνο ως «κυπριακό κανονιοφόρο». Παρά την αναφορά σε νεκρούς και τραυματίες το δημοσίευμα δεν διευκρίνιζε ότι ήταν Ελληνες. Δύο ημέρες αργότερα οι επιζήσαντες προσγειώθηκαν υπό άκρα μυστικότητα στην Αθήνα. Ο κ. Μητσάτσος οδηγήθηκε στο παροπλισμένο Ναυτικό Νοσοκομείο Πειραιά. «Με έκρυψαν, για να μη με δουν οι δημοσιογράφοι», λέει. Προσθέτει ότι η ολιγωρία του ιατρικού προσωπικού στην Ελλάδα είχε ως αποτέλεσμα να ακρωτηριαστεί το χέρι του. «Την επομένη μύριζε το δωμάτιο. Είχα πάθει γάγγραινα», λέει.
Ο ίδιος, λόγω του τραυματισμού του, εξηγεί ότι δεν ήταν μπροστά στην ταφή των πεσόντων. Πρόσφατα έμαθε για τις έρευνες των κυπριακών αρχών. «Ως κυβερνήτης αυτών των ανθρώπων λυπούμαι βαθύτατα. Οταν σκοτώνεται ένας άνθρωπος είτε φοράει γαλόνια είτε όχι, κάποιες τιμές του αξίζουν» λέει, τονίζοντας ότι γίνονται μεν προσπάθειες εκ μέρους της πολιτείας για να διορθωθούν λάθη, όμως για τις οικογένειες των πεσόντων ξύνονται πάλι πληγές.
Στο βόρειο τμήμα του κοιμητηρίου Αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης τά- φηκαν οι έξι Ελληνες πεσόντες του «Φαέθων»: ο σημαιοφόρος Παναγιώτης Χρυσούλλης, οι υποκελευστές Σπυρίδων Αγάθος και Νικόλαος Πανάγος και οι ναύτες Παναγιώτης Θεοδωράτος, Νικόλαος Νιάφας, Νικόλαος Καπαδούκας. Την περίοδο ’79’81 στο πλαίσιο εκτεταμένων εκταφών στην Κύπρο για επιστροφή λειψάνων πεσόντων άνοιξε και ένας από αυτούς τους τάφους. Τα επόμενα χρόνια ακολούθησαν τουλάχιστον άλλες δύο εκταφές στο ίδιο σημείο. Από το 1999, όταν πλέον παρόμοιες διαδικασίες γίνονταν με επιστημο- νικό τρόπο, οι κυπριακές αρχές βρέθηκαν μπροστά σε ανησυχητικά ευρήματα. Διαπίστωσαν ότι σε κάποιες περιπτώσεις πεσόντων της τουρκικής εισβολής ή της περιόδου ’64-’67 δεν αντιστοιχούσαν τα ονόματα στις πλάκες με το εσωτερικό των τάφων.
Το 2007 ο κ. Θεοδωράτος κλήθηκε στο ΓΕΕΘΑ. Μαζί με τον μεγαλύτερο γιο του έδωσαν δείγμα DNA όπως τους ζητήθηκε. Δέκα χρόνια μετά η υπενθύμιση της ιστορίας έφερε ξανά στο προσκήνιο επώδυνες αναμνήσεις. «Θέλω να επιστρέψουν τα οστά του. Ο Παναγής δεν γυρίζει πίσω», λέει ο κ. Θεοδωράτος που έδωσε – όπως έχουν κάνει πολλοί συγγενείς πεσόντων και αγνοουμένων της Κύπρου– το όνομα του αδερφού του στον δευτερότοκο γιο του.
«Θέλω να εκφράσω ένα μεγάλο συγγνώμη εκ μέρους της πολιτείας για όλα τα λάθη που έγιναν στο παρελθόν και γιατί αναγκάζουμε τους συγγενείς να ζήσουν ξανά αυτή την τραγωδία», λέει στην «Κ» ο επίτροπος Προεδρίας για Ανθρωπιστικά Θέματα και πολιτικός προϊστάμενος της εκταφής, Φώτης Φωτίου. Επικεφαλής της διαδικασίας είναι ο σύμβουλός του, Ξενοφών Καλλής. Σε εξέλιξη βρίσκεται η αποκατάσταση των τάφων και στο σημείο θα κατασκευαστεί έπειτα και μνημείο. Οι ανθρωπολογικές εξετάσεις έχουν ολοκληρωθεί και δείγματα έχουν ήδη σταλεί στο Ινστιτούτο Νευρολογίας και Γενετικής Κύπρου. «Αναμένω μέσα στον Μάιο να ολοκληρωθούν όλα και μαζί, Κύπρος και Ελλάδα, να κάνουμε αυτό που πρέπει, να αποτίσουμε τις δέουσες τιμές έστω και ετεροχρονισμένα», λέει ο κ. Φωτίου.
Μπορεί να έχει περάσει μισός αιώνας, όμως οι οικογένειες των πε- σόντων ζουν ακόμη με τη σκιά της απώλειας. Στα Μονοπωλάτα Κεφαλονιάς, το χωριό του Παναγιώτη Θεοδωράτου, οι ντόπιοι φοβούνταν να στείλουν τα παιδιά τους στην Κύπρο στην επιστράτευση του ’74. «Ολο το χωριό τον αγαπούσε», λέει ο αδερφός του, Γεράσιμος. Αντίστοιχα, η σύζυγος του Σπυρίδωνος Αγάθου δεν ξαναπαντρεύτηκε. «Τους έστειλαν για εκτέλεση. Δεν ξεχνάς ποτέ. Είναι το μόνο πράγμα που ο χρόνος δεν γίνεται γιατρός», τονίζει ο αδερφός του, Κώστας.
Ο κ. Μητσάτσος αποφοίτησε από το Πολυτεχνείο και από το 1983 μέχρι σήμερα είναι γενικός διευθυντής της Ελληνικής Ενωσης Προστασίας Θαλασσίου Περιβάλλοντος (HELMEPA). Τον Ιανουάριο του 2016 ο υπουργός Εθνικής Αμυνας Πάνος Καμμένος με τον Κύπριο ομόλογό του Χριστόφορο Φωκαΐδη τον παρασημοφόρησαν σε εκδήλωση απόδοσης τιμών στους πεσόντες που πραγματοποιήθηκε με απόφαση του υπουργικού συμβουλίου της Κυπριακής Δημοκρατίας. Παράλληλα, εκείνη την περίοδο ήρθη και το απόρρητο. «Ηταν ένα γεγονός που σημάδεψε τις έξι οικογένειες», λέει ο κ. Μητσάτσος. «Απόγευμα Αυγούστου, όταν άλλοι στην Ελλάδα κολυμπούσαν και διασκέδαζαν αυτοί οι άνθρωποι πολεμούσαν».