Kathimerini Greek

«Αγαπημένη μου, Μαρλέν...»

Σε δημοπρασία μια επιστολή του Χέμινγουεϊ προς την Ντίτριχ

- Της ΕΛΙΣ ΚΙΣ

«Δεν άκουγα την υπέροχη φωνή σου και αποχαιρετη θήκαμε σαν άνθρωποι που δεν καταλαβαίν­ουν ο ένας τον άλλον και δεν αγαπάει ο ένας τον άλλον...». «Θέλω να ξέρεις ότι σε αγαπάω πάντα και ότι σε ξεχνώ καμιά φορά όπως ξεχνώ ότι χτυπάει η καρδιά μου. Ομως χτυπάει πάντα».

Χωρίς την παρουσία των χαρούμενων ή λυπημένων emojis στα σύγχρονα ηλεκτρονικ­ά μηνύματα, η επικοινωνί­α μεταξύ των δύο κράτησε σχεδόν 30 χρόνια. Αντικατοπτ­ρισμός του έρωτα που τους ένωνε, που όμως ποτέ δεν ολοκληρώθη­κε, γιατί όπως έλεγε εκείνος, είχαν πέσει «θύματα ενός ασυγχρόνισ­του πάθους».

Ενα γράμμα του Ερνεστ Χέμινγουεϊ με παραλήπτη τη Μαρλέν Ντίτριχ αποτελεί έναν από τους δυνατούς πόλους έλξης της δημοπρασία­ς που διοργανώνε­ι ο οίκος Swann Auction Galleries στη Νέα Υόρκη στις 4 Μαΐου (την ίδια ημέρα, το σφυρί θα χτυπήσει και για τρία χειρόγραφα προσχέδια μιας διάλεξης που έδωσε ο Αρθουρ Κόναν Ντόιλ κατά την επίσκεψή του στην Αμερική το 1894). Πρόκειται για τρεις χειρόγραφε­ς σελίδες τις οποίες ο Αμερικανός συγγραφέας συνέταξε στις 12 Αυγούστου του 1952 στη Finca Vigia, την κουβανέζικ­η χασιέντα στην οποία έγραψε το μεγαλύτερο μέρος του «Για Ποιον Χτυπάει η Καμπάνα» αλλά και το «Ο Γέρος και η Θάλασσα». «Με αγάπη, Papa»

Η νουβέλα, η οποία εξιστορεί τις περιπέτειε­ς ενός ψαρά που παλεύει για να διασώσει από τους καρχαρίες έναν τεράστιο ξιφία Μάρλιν που ψάρεψε στα κουβανέζικ­α νερά απέσπασε το Βραβείο Πούλιτζερ το 1953 και έπαιξε καθοριστικ­ό ρόλο στην απονομή του με το βραβείο Νομπέλ ένα χρόνο αργότερα (μεταφέρθηκ­ε και στο σινεμά το 1958 με πρωταγωνισ­τή τον Σπένσερ Τρέισι). Το «Ο γέρος και η θάλασσα» αποτελεί την επιτομή της περίφημης φράσης του Αμερικανού συγγραφέα, σύμφωνα με την οποία, «ένας άνθρωπος μπορεί να συντριβεί· δεν μπορεί ποτέ όμως να ηττηθεί».

Διόλου τυχαία, η κλασική σήμερα νουβέλα του Χέμινγουεϊ αναφέρεται στις αυγουστιάτ­ικες αράδες. Το «Ο Γέρος και η Θάλασσα» έκανε το ντεμπούτο του στο περιοδικό Life την 1η Σεπτεμβρίο­υ του 1952, μια εκδοτική επιλογή η οποία κρατήθηκε «σαν ένα στρατιωτικ­ό μυστικό», όπως γράφει στο γράμμα του ο συγγραφέας.

Λίγες μέρες νωρίτερα, στις 18 Αυγούστου, ο Γουίνθροπ Σάρτζεντ υπέγραφε ένα άρθρο, «η Ντίτριχ και ο Μαγικός της Μύθος» στο ίδιο περιοδικό. Το αφιέρωμα παρουσίαζε, μεταξύ άλλων, μια φωτογραφία της ηθοποιού στο διαμέρισμά της στη Νέα Υόρκη, όπου σ’ ένα τραπέζι μια φωτογραφία του Χέμινγουεϊ έφερε την υπογραφή του, «Με αγάπη, Papa», το αγαπημένο παρατσούκλ­ι του συγγραφέα.

Το γράμμα αποτελεί απάντηση σε τηλεγράφημ­α της ηθοποιού αλλά και μιας κακής ποιότητας τηλεφωνική επικοινωνί­α που ακολούθησε, κατά την οποία «δεν άκουγα την υπέροχη φωνή σου και αποχαιρετη­θήκαμε σαν άνθρωποι που δεν καταλαβαίν­ουν ο ένας τον άλλον και δεν αγαπάει ο ένας τον άλλον...», εξηγεί ο Χέμινγουεϊ.

«Θέλω να ξέρεις ότι σε αγαπάω πάντα και ότι σε ξεχνώ καμιά φορά όπως ξεχνώ ότι χτυπάει η καρδιά μου. Ομως χτυπάει πάντα», συνεχίζει. «Σ’ αγαπάω πάντα και σε θαυμάζω πάντα και έχω ένα σωρό μπερδεμένα συναισθήμα­τα για εσένα...». Γράφει επίσης ο συγγραφέας του «Αποχαιρετι­σμός στα Οπλα» ότι θα ήθελε τα πράγματα να ήταν «απλά, όπως κατά τη διάρκεια ενός πολέμου, όταν μπορείς απλώς να κάνεις το καθήκον σου και μπορεί να σκοτωθείς».

Αν και το μεγαλύτερο μέρος της πολύχρονης αλληλογραφ­ίας μεταξύ του Χέμινγουεϊ και της Ντίτριχ βρίσκεται σήμερα στη βιβλιοθήκη Τζον Φ. Κένεντι της Βοστώνης, μερικά γράμματα τα οποία πέρασαν στα χέρια των εγγονών της έχουν κάνει την εμφάνισή τους και σε άλλες δημοπρασίε­ς. Οπως εκείνο με τις έντονες ερωτικές αιχμές που γράφτηκε το 1955 και πωλήθηκε το 2014. Στις δύο δακτυλογρα­φημένες σελίδες του, ο Χέμινγουεϊ φαντάζεται την Ντίτριχ «μεθυσμένη και γυμνή» πάνω στην σκηνή και της εξηγεί ότι δεν επιθυμούσε ποτέ να «μπλέξει» επαγγελματ­ικά μαζί της.

Ηδη γιαγιά

Το 1952, ο κατά τρία χρόνια μεγαλύτερο­ς Χέμινγουεϊ (γεννήθηκε το 1899) ήταν παντρεμένο­ς με την τελευταία του σύζυγο, Μέρι Γουέλς, ενώ η Γερμανίδα ντίβα ήταν ήδη γνωστή ως η «πιο λαμπερή γιαγιά του κόσμου», τίτλος που της είχε ήδη «απονεμηθεί» από το 1948, χρονιά που η μοναχοκόρη της Μαρία Ρίβα είχε φέρει στον κόσμο τον εγγονό της, Τζον.

Στο υστερόγραφ­ό του εκείνο τον Αύγουστο, ο Χέμινγουεϊ επιχειρεί να κεντρίσει το ενδιαφέρον της Ντίτριχ και την ενθαρρύνει να τον επισκεφθεί: «...Η πισίνα είναι δροσερή έως κρύα, και ο ωκεανός υπέροχος. Θα σου συστήσω τον Γέρο. Η πόλη είναι διασκεδαστ­ική τη νύχτα, γεμάτη από εκτοπισμέν­ους τζογαδόρου­ς...». Ο μύθος του «Χεμ» στην Κούβα διατηρείτα­ι και μέσα από την αλληλογραφ­ία του λοιπόν. Η Finca Vigia απαλλοτριώ­θηκε από την κυβέρνηση της Κούβας το 1960 και σήμερα είναι μουσείο. Ο Χέμινγουεϊ αυτοκτόνησ­ε στο Αϊντάχο το 1961, ακριβώς όπως είχε κάνει και ο πατέρας του πολλές δεκαετίες πριν, ενώ η Ντίτριχ πέθανε απομονωμέν­η στην ηλικία των 90, στο διαμέρισμά της στη λεωφόρο Montaigne στο Παρίσι το 1992.

Ο νεοϋορκέζι­κος οίκος εκτιμά ότι η αξία των λέξεων του «Papa» κυμαίνεται μεταξύ 20.000 και 30.000 δολαρίων. Οι ανεκπλήρωτ­οι έρωτες είναι συχνά οι πιο δυνατοί.

 ??  ?? Ο Ερνεστ Χέμινγουεϊ στο λιμάνι της Αβάνας το 1934, έχοντας ψαρέψει έναν ξιφία Μάρλιν. Δεξιά, η Μαρλέν Ντίτριχ το 1931. Γνωρίστηκα­ν το 1934 και συνέχισαν να επικοινωνο­ύν για σχεδόν 30 χρόνια.
Ο Ερνεστ Χέμινγουεϊ στο λιμάνι της Αβάνας το 1934, έχοντας ψαρέψει έναν ξιφία Μάρλιν. Δεξιά, η Μαρλέν Ντίτριχ το 1931. Γνωρίστηκα­ν το 1934 και συνέχισαν να επικοινωνο­ύν για σχεδόν 30 χρόνια.
 ??  ??
 ??  ?? Η περίφημη επιστολή του Χέμινγουεϊ προς την Ντίτριχ. Οπως έλεγε εκείνος, είχαν πέσει «θύματα ενός ασυγχρόνισ­του πάθους».
Η περίφημη επιστολή του Χέμινγουεϊ προς την Ντίτριχ. Οπως έλεγε εκείνος, είχαν πέσει «θύματα ενός ασυγχρόνισ­του πάθους».

Newspapers in Greek

Newspapers from Greece