Η σύγχρονη ουγγρική λογοτεχνία
Η «Μελαγχολία της αντίστασης» ανήκει χωρίς αμφιβολία στα κορυφαία μυθιστορήματα του Ούγγρου συγγραφέα· είναι λιγότερο διασκεδαστικό σε σύγκριση με το «Πόλεμος και πόλεμος», αλλά το ίδιο σημαντικό από άποψη φιλοσοφικού οράματος και κοινωνικής κριτικής με το εκθαμβωτικό ντεμπούτο του, το αμετάφραστο στη γλώσσα μας «Satantango». Η κινηματογραφική μεταφορά από τον Μπέλα Ταρ του δεύτερου και μεγαλύτερου μέρους της «Μελαγχολίας της αντίστασης», με τίτλο «Οι αρμονίες του Βερκμάιστερ», παραμένει μια από τις πιο επιτυχημένες αναγνώσεις του βιβλίου. Οι αργοί χρόνοι, τα στατικά πλάνα, η υπομονετική αναπαράσταση της ζωής από τον Ταρ φαίνονται με μια πρώτη ματιά σαν να προδίδουν αισθητικά την ποιητική της παράνοιας που υποδαυλίζει ο καταρρακτώδης μακροπερίοδος λόγος του συγγραφέα, ο οποίος ευτυχώς έχει αποδοθεί σε όμορφα και ρέοντα ελληνικά από την Ιωάννα Αβραμίδου.
Αλλοι συγγραφείς
Στην πραγματικότητα, η οπτική του σκηνοθέτη όχι μόνο δεν προδίδει το πνεύμα του βιβλίου, αλλά αντίθετα αναδεικνύει τη μορφή και το περιεχόμενό του. Διότι, η παράνοια και η εντροπία, μας λέει ο Κρασναχορκάι, δεν είναι οι κρίσεις πανικού που επιφέρουν στο σώμα και στο μυαλό της κοινωνίας οριακές καταστάσεις σε ακραίους καιρούς. Είναι οι νόρμες των σύγχρονων κοινωνιών· είναι οι πραγματικές δυνάμεις που τις διαφεντεύουν. Πίσω από το στεγνό πρόσωπο μιας υπερφιλόδοξης ηρωίδας όπως η κυρία Εστερ ή τα αθώα και κοκαλωμένα σε μια έκφραση θλιμμένης ανησυχίας χαρακτηριστικά του αξιαγάπητου Βάλουσκα, κρύβεται ένας κοινός παρονομαστής: η ανεξέλεγκτη και ακατανόητη συνείδηση που κοχλάζει.
Ο Κρασναχορκάι δεν είναι ο μοναδικός σύγχρονος Ούγγρος συγγραφέας που γράφει μεγάλες, δαντελωτές προτάσεις κι επιστρατεύει την αλληγορία και τον υπαινιγμό ως αφηγηματικές μεθόδους. Το ίδιο κάνουν και οι άλλοι σπουδαίοι συμπατριώτες ομότεχνοί του, όπως ο Πέτερ Νάντας και οι, αποβιώσαντες το 2016, Ιμρε Κέρτες και Πέτερ Εστερχάζι. Ο τελευταίος μάλιστα –γόνος της πλέον ιστο- ρικής οικογένειας της Ουγγαρίας, τη μυθιστορηματική διαδρομή της οποίας ανά τους αιώνες περιγράφει στο αριστούργημά του, την εκκεντρική και απόκοσμη «Ουράνια αρμονία», και αδερφός του «κόμη» Μάρτον Εστερχάζι, του βιρτουόζου επιτελικού μέσου που αγωνίστηκε στην ΑΕΚ στα μέσα της δεκαετίας του ’80– σε συνέντευξή του είχε υποστηρίξει ότι η ουγγρική γλώσσα, με την πολύπλοκη γραμματική της (για παράδειγμα τα ουγγρικά διαθέτουν ούτε λίγο ούτε πολύ δεκαοκτώ πτώσεις) και την ιδιόρρυθμη σύνταξή της, κατά κάποιον τρόπο ενθαρρύνει τους συγγραφείς να γράφουν πολυπλόκαμες, λαβυρινθώδεις προτάσεις.
«Σχολή»
Οι πλούσιοι συμβολισμοί, οι αναξιόπιστοι αφηγητές, οι έκκεντρες ιστορίες που εγκιβωτίζονται στη ροή της αφήγησης, στρατηγικές που υιοθέτησαν οι τέσσερις πεζογράφοι, δεν προέκυψαν μονάχα ως αισθητικές επιλογές που υπαγορεύτηκαν από τη μοντερνιστική πρωτοπορία. Ηταν, πρωτίστως, τα τεχνάσματα που μετήλθαν προκειμένου να γλιτώσουν από τη λογοκρισία του απολυταρχικού κομμουνιστικού καθεστώτος στη χώρα τους· ήταν απλώς οι τρόποι που διέθεταν για να επιβιώσουν.
Παρότι ο νομπελίστας Ιμρε Κέρτες διατηρούσε αμφίθυμα συναισθήματα για την εθνική του ταυτότητα και μολονότι τα πιο γνωστά βιβλία του εντάσσονται στην επονομαζόμενη «λογοτεχνία του Ολοκαυτώματος», με τους άλλους τρεις συγγραφείς μοιράζεται, εκτός από όσα στοιχεία προαναφέρθηκαν, την αγωνία για τον θάνατο και τη φθορά καθώς επίσης και την πίστη στην αδυναμία της γλώσσας να αναπαραστήσει ορθά την πραγματικότητα. Ιδιαίτερα επιτυχημένοι, ειδικά στη Γερμανία, όπου και οι τέσσερις χαίρουν καθολικής αποδοχής και σεβασμού, οι Νάντας, Κέρτες, Εστερχάζι και Κρασναχορκάι είναι οι επιφανέστεροι εκπρόσωποι μιας κορυφαίας ευρωπαϊκής λογοτεχνικής σχολής, που δεν έχει διαβαστεί και εκτιμηθεί στη χώρα μας όπως της αξίζει.