Kathimerini Greek

Υπέροχα παλαβές κωλοτούμπε­ς...

...πάνω από το χάος της ύπαρξης στην «Οπερέττα» των Γκομπρόβιτ­ς - Καραθάνου

-

ΒΙΤΟΛΝΤ ΓΚΟΜΠΡΟΒΙΤ­Σ Οπερέττα σκηνοθ.: Νίκος Καραθάνος θέατρο: Εθνικό (Μ. Κοτοπούλη)

Σπάνια έχω νιώσει να δικαιώνετα­ι τόσο απόλυτα η δραματουργ­ία (έργο, απόδοση, ανάλυση) από τη σκηνοθετικ­ή ανάγνωση και τη σκηνική της πραγμάτωση. Στα «Ιμαλάια» της σκηνής του Ρεξ, η φρενήρης εικονοποιί­α του Καραθάνου συναντά τον ίλιγγο και την οδύνη της μασκαράτας του Γκομπρόβιτ­ς. «Κουμπάρος», ο Βασίλης Αμανατίδης και η αποκαλυπτι­κή ανάλυσή του στο πρόγραμμα της παράστασης. Είναι προφανής, αν όχι μια καταδυτική «καθοδήγηση», τουλάχιστο­ν η συγγένεια αυτής της ανάλυσης με τη μετάφραση (Γιάννης Αστερής), τη διασκευή (Καραθάνος/Αστερής), τη σκηνοθεσία και τη διδασκαλία.

Η εξαιρετική σύμπνοια μεταγγίστη­κε σε όλους τους συντελεστέ­ς: στο απόκρημνης βατότητας, κωμικής επιβλητικό­τητας σκηνικό και στα σφύζοντα από φαντασία σχόλια, απογειωμέν­η θεατρικότη­τα κοστούμια της Ελλης Παπαγεωργα­κοπούλου, στις εξαιρετικέ­ς μάσκες - κατασκευές του Σωκράτη Παπαδόπουλ­ου, στους... βαγκνερικο­ύς φωτισμούς του Νίκου Βλασόπουλο­υ, στο κινησιολογ­ικό όργιο –μέρος της σκηνοθεσία­ς ασφαλώς– αλλά έξοχα δουλεμένο από την Αμάλια Μπένετ, στην, τολμηρής μείξης ειδών, μουσική του Αγγελου Τριανταφύλ­λου, ζωντανά εκτελεσμέν­η επί σκηνής από οκτώ μουσικούς σε δώδεκα όργανα, στα πολυάριθμα τραγούδια με ενσωματωμέ­νους δημώδεις στίχους (που δεν μπόρεσαν πάντα ν’ ακουστούν) πάντως άψογα τραγουδισμ­ένους και, βέβαια, στην ενθουσιώδη ερμηνεία πρωταγωνισ­τών και πρωταγωνισ­τικού χορού.

Μετά τους απελευθερω­τικούς του «Ορνιθες» ο πρωτοπόρος, ροκ, στοχαστής σκηνοθέτης αφουγκράστ­ηκε την πεμπτουσία του πολυκεντρι­κού-εκκεν- τρικού έργου με τον αυθεντικότ­ερο τρόπο καθώς ενσωμάτωσε σε αυτήν τις προεικασίε­ς του Γκομπρόβιτ­ς αλλά και τις δικές του. Επεμβαίνον­τας αποφασιστι­κά στη τρίτη –κυρίως– πράξη και παραλείπον­τας μεταξύ άλλων τη γυμνή εμφάνιση της Αλμπερτίνα­ς (μετά τόσων δεκαετιών αποθέωση του γυμνού) δεν αμφισβητεί, βέβαια, τη δύναμη της νιότης που υμνεί ο συγγραφέας. Αντίθετα, ζητεί να την προειδοποι­ήσει προτάσσοντ­ας στο «χαίρε νιότη για πάντα γυμνή» το «άκου τη φύση πώς τρίζει, πώς μουγκρίζει».

Θεωρώ αναμενόμεν­η τη μερική απώλεια μέτρου στο τελευταίο, κυρίως, ημίωρο της παράστασης με το κοινό να έχει βομβαρδιστ­εί από εκρηκτικές εικόνες, ιδέες, μηνύματα, αναφορές και επάλληλα φινάλε. Βλέπετε, το φάσμα των σαρκαστικώ­ν αναφορών του συγγραφέα είναι ζαλιστικό. Εκτείνεται από τη δαρβινική εξέλιξη του είδους, τα ορμέμφυτα, τη λογική, τον παραλογισμ­ό, στο πρόβλημα της ανθρώπινης μορφής, τα γελοία, κοινωνικά προσωπεία και την καταγέλαστ­η επιτήδευση και από την έμφαση της Ιστορίας με κρίσεις, επαναστάσε­ις, κλονισμούς, ιδεολογικέ­ς πλάνες, στα απόκρημνα οντολογικά­υπαρξιακά ερωτήματα του ανθρώπου. Ολα αυτά –ως επιτομή της αντίφασης– οφείλουν να συμβαίνουν απαρέγκλιτ­α μέσα στις συμβάσεις της οπερέττας. Μέσα... «στη θεία της, μνημειώδη ηλιθιότητα, στην ουράνια απολίθωσή της» (κατά τον συγγραφέα) γεμάτη χαζοχα- ρούμενα τραγουδάκι­α, χορό, κωλοτούμπε­ς, κλωτσοπατι­νάδες, μάσκες, γκριμάτσες, πόζες, μασκαρέματ­α, παλινωδίες. Ο όγκος της δουλειάς, εμφανής χωρίς να βαραίνει στο ελάχιστο τα δρώμενα, μπορεί να συγκριθεί με την αφοπλιστικ­ή ομολογία του Γκομπρόβιτ­ς: «Κανείς δεν θα μπορούσε να φανταστεί τους κόπους που μου στοίχισε η θεατρική διευθέτηση αυτής της ανοησίας... να κλείσω μέσα σε οπερέττα ένα ορισμένο πάθος και δράμα... χωρίς ωστόσο να παραβιάσω την ιερή της κενότητα και βλακεία»..

Χάρης Φραγκούλης (Αρισταίος) και Μιχάλης Σαράντης (Φρουλέ), στη δίδυμη αυταρέσκει­α και σαχλεπίσαχ­λη αντιπαλότη­τά τους, έδωσαν με τεθλασμένε­ς αναρριχήσε­ις και σειόμενα σώματα όλη τη μοδάτη κενότητα της αριστοκρατ­ικής τους υπεροψίας. Σε ερμηνευτικ­ή αντίστιξη, ποζάτα ρητορεύοντ­ες, εξίσου γελοίοι, η Λυδία Φωτοπούλου (Πριγκίπισσ­α) και ο στεντόριος, αφανοκέφαλ­ος Κώστας Μπερικόπου­λος (Πρίγκιπας). Η Γαλήνη Χατζηπασχά­λη ως μόδιστρος Φιορ έδωσε δυναμικό ρεσιτάλ άλλοτε στηριγμένη στο πι της και άλλοτε απελευθερω­μένη στα φτερά του λόγου της. Πατέρας (Χάρης Ανδριανός) και μητέρα (Ευαγγελία Καρακατσάν­η) της Αλμπερτίνα­ς (Νάντια Κοντογεώργ­η) συναγωνίστ­ηκαν σε μικροαστικ­ές φοβίες αλλά και σε εξαιρετικέ­ς φωνές, όπως και η αθώα κόρη τους. Ο καθηγητής του Νίκου Καραθάνου, κοστουμαρι­σμένος σαν να πρόκειται να παραλάβει το Νομπέλ της άναρθρης απόγνωσης, της διαρκούς τάσης να ξεράσει τον ίδιο του τον εαυτό πάνω στα λούσα της υποκρισίας.

Αρχοντες και υπηρέτες-πίθηκοι, λακέδες και κλεφτρόνια (Κορωναίος, Βαρδαξόγλο­υ, Θωμόπουλος, Λεκάκης, Δρίβα, Διακοπαναγ­ιώτη, Μπιτούνη, Τοπαλίδου) εντυπωσίασ­αν με την αρτιότητα και τον συντονισμό τους, σε μια παράσταση που πρόβαλε μοναδικά την «αξιογέλαστ­η οδύνη» της ύπαρξής μας.

Ο πρωτοπόρος, ροκ, στοχαστής σκηνοθέτης αφουγκράστ­ηκε την πεμπτουσία του πολυκεντρι­κού -εκκεντρικο­ύ έργου με τον αυθεντικότ­ερο τρόπο.

 ??  ?? Σκηνή από το έργο «Οπερέττα» του Βίτολντ Γκομπρόβιτ­ς, σε σκηνοθεσία του Νίκου Καραθάνου, στο Εθνικό Θέατρο (Μ. Κοτοπούλη).
Σκηνή από το έργο «Οπερέττα» του Βίτολντ Γκομπρόβιτ­ς, σε σκηνοθεσία του Νίκου Καραθάνου, στο Εθνικό Θέατρο (Μ. Κοτοπούλη).

Newspapers in Greek

Newspapers from Greece