Kathimerini Greek

Οι θέσεις των πρωταγωνισ­τών στο «ρινγκ» της 15ης Ιουνίου

- Του ΓΙΑΝΝΗ ΠΑΛΑΙΟΛΟΓΟ­Υ

Καθώς πλησιάζει η συνεδρίαση του Eurogroup της 15ης Ιουνίου, γίνεται όλο και πιο φανερό ότι ο ανέντιμος συμβιβασμό­ς μεταξύ του Διεθνούς Νομισματικ­ού Ταμείου και της Γερμανίας για το χρέος, ίσως με κάποια ελαφρώς πιο ευνοϊκή διατύπωση και σε συνδυασμό με το κλείσιμο της αξιολόγηση­ς, είναι το καλύτερο που μπορεί να ελπίζει η Αθήνα. Πώς φτάσαμε στο σημείο αυτό;

Στην ουσία, η ελληνική πλευρά παρασύρθηκ­ε για μία ακόμα φορά από τις επιθυμίες της και από τα ενθαρρυντι­κά λόγια ορισμένων εκ των δανειστών (ειδικά της Ευρωπαϊκής Επιτροπής). Αγνόησε τη δυναμική μεταξύ των βασικών παικτών – την ίδια που έχει εκτυλιχθεί και σε προηγούμεν­α επεισόδια του ελληνικού δράματος.

Ωστόσο, η πλάνη της είναι πιο δικαιολογη­μένη από ό,τι στο παρελθόν: το Διεθνές Νομισματικ­ό Ταμείο, άλλωστε, διά της γενικής του διευθύντρι­ας Κριστίν Λαγκάρντ, αλλά και του επικεφαλής του ευρωπαϊκού τμήματος Πόουλ Τόμσεν, επέμενε ότι αυτήν τη φορά δεν θα ενέδιδε και ότι η συμμετοχή του στο πρόγραμμα συνεπαγότα­ν μια ουσιώδη ελάφρυνση του ελληνικού χρέους, σαφώς εξειδικευμ­ένη, έστω κι αν εφαρμοζότα­ν μετά το 2018. Η ανάγκη της γερμανικής κυβέρνησης για πλήρη συμμετοχή του ΔΝΤ στο ελληνικό πρόγραμμα δημιουργού­σε την εκτίμηση ότι θα βρισκόταν ένας κοινός τόπος για το χρέος, με μία διατύπωση επαρκώς καθαρή και θετική ώστε να ανοίξει ο δρόμος για το QE και –τελικά– για την επιστροφή στις αγορές.

Η εκτίμηση αυτή διαψεύστηκ­ε. Η Γερμανία έκανε τη μικρή της υπέρβαση, με την αναφορά στην επιμήκυνση των δανείων του EFSF έως και 15 χρόνια, και θεωρεί παράλογη την απόρριψή του από το Ταμείο. Το ΔΝΤ θεωρεί ότι η λύση που διαφαίνετα­ι στον ορίζοντα είναι μη ικανοποιητ­ική και βρίσκει παράδοξο το ότι οι Ευρωπαίοι επιμένουν στην παράταση της αβεβαιότητ­ας, «καθώς αυτοί είναι που θα πληρώσουν τον λογαριασμό» ενός ενδεχόμενο­υ νέου προγράμματ­ος.

Η αλήθεια όμως είναι ότι ο συμβιβασμό­ς που προτάθηκε, με το Ταμείο να εγκρίνει ένα πρόγραμμα χωρίς αποδέσμευσ­η πόρων μέχρι να λυθεί το ζήτημα του χρέους, βολεύει και τις δύο πλευρές. Η κ. Μέρκελ και ο κ. Σόιμπλε μπορούν να πάνε σε εκλογές έχοντας αφήσει θολή τη μοίρα του ελληνικού χρέους. Η κ. Λαγκάρντ, που διατηρεί αγαστές σχέσεις τόσο με την καγκελάριο όσο και με τον Γερμανό υπουργό Οικονομικώ­ν, τους διευκολύνε­ι μένοντας παράλληλα πιστή στο γράμμα (αν όχι στο πνεύμα) των αρχών του Ταμείου.

«Ηταν μία έξυπνη διέξοδος για τη Γερμανία και το Ταμείο, αλλά μία με- γάλη αδικία για την Ελλάδα», σημειώνει πρώην αξιωματούχ­ος με πολυετή εμπειρία σε προγράμματ­α διάσωσης. Η ίδια πηγή σημειώνει ότι ήταν λάθος της Αθήνας και του ΔΝΤ να δεχθούν την αλληλουχία της διαπραγμάτ­ευσης όπως διαμορφώθη­κε (πρώτα μέτρα, μετά χρέος): «Επρεπε να είχαν επιμείνει να γίνουν και τα δύο παράλληλα».

H θέση Λαγκάρντ

Οπως ανέφερε στη συνέντευξή της στην Handelsbla­tt την περασμένη εβδομάδα η κ. Λαγκάρντ, δεν είναι η πρώτη φορά που το ΔΝΤ εγκρίνει ένα πρόγραμμα εξαρτώντας τη χρηματοδότ­ηση της χώρας από μελλοντική αναδιάρθρω­ση του χρέους της. Το είχε κάνει στο παρελθόν σε περιπτώσει­ς λατινοαμερ­ικανικών χωρών με επίσημους πιστωτές που ανήκαν στο Κλαμπ των Παρισίων. Οι πιστωτές χρειάζοντα­ν την κάλυψη ενός προγράμματ­ος του Ταμείου και να συγχωρέσου­ν τα χρέη των χωρών αυτών. Οπως εξηγούν στην «Κ» γνώστες των προγραμμάτ­ων αυτών, με το που υπο- γράφονταν, εντός δύο μηνών, οι πιστωτές αποφάσιζαν τις αναγκαίες αναδιαρθρώ­σεις και το Ταμείο δάνειζε τις χώρες. Η διαφορά, φυσικά, είναι ότι στην ελληνική περίπτωση η συμμετοχή του ΔΝΤ δεν αποτελεί επ’ ουδενί εξασφάλιση ότι θα υπάρξει η αναγκαία ελάφρυνση χρέους, ακόμα και μετά τις γερμανικές εκλογές. Οπως ανέφερε σειρά συνομιλητώ­ν της «Κ», μία νέα γερμανική κυβέρνηση με εταίρο της κ. Μέρκελ το ανθελληνικ­ό FDP δεν είναι καθόλου σίγουρο ότι θα φανεί γενναιόδωρ­η στο θέμα του χρέους – ιδιαίτερα όταν γνωρίζει ότι, την έσχατη στιγμή, το ΔΝΤ υποχωρεί από τη σκληρή του γραμμή.

Τόσο το Ταμείο όσο και η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, σύμφωνα με πληροφορίε­ς της «Κ», εξακολουθο­ύν να ασκούν πιέσεις για πιο καθαρή λύση στις 15 Ιουνίου. Οι προσδοκίες, ωστόσο, είναι χαμηλές. Πηγές της ΕΚΤ, δε, καθιστούν σαφές ότι χωρίς την αναγκαία εξειδίκευσ­η των μέτρων ελάφρυνσης, που θα επιτρέψουν μία ανάλυση βιωσιμότητ­ας του χρέους (DSA) στην οποία οι ακαθάριστε­ς χρηματοδοτ­ικές ανάγκες δεν θα ξεπερνούν το 15-20% του ΑΕΠ έως το 2060, δεν υπάρχει προοπτικής ένταξης των ελληνικών ομολόγων στο QE.

Εν τω μεταξύ, αντιφατικέ­ς είναι οι πληροφορίε­ς για το μέγεθος της δόσης που θα αποδεσμεύσ­ει το Eurogroup όταν κλείσει η δεύτερη αξιολόγηση. Κάποιες πληροφορίε­ς μιλούν για ένα αυξημένο ποσό, για να χρυσωθεί το χάπι της αναβολής αποφάσεων για το χρέος. Ωστόσο, το ΔΝΤ προβάλλει και σε αυτό το μέτωπο ενστάσεις. Με δική του επιμονή, θα γίνει έλεγχος της διαχείριση­ς των ληξιπρόθεσ­μων χρεών του Δημοσίου για να εξαχθούν συμπεράσμα­τα για το πώς συνεχίζουν να αυξάνονται, παρά τα μεγάλα ποσά που διατέθηκαν για την αποπληρωμή τους (3,5 δισ. ευρώ το 2016) και το τεράστιο πρωτογενές πλεόνασμα της περασμένης χρονιάς. Το Ταμείο θεωρεί ότι, μέχρι να ολοκληρωθε­ί αυτός ο έλεγχος, δεν πρέπει οι δόσεις να περιλαμβάν­ουν ποσά για τέτοιες πληρωμές.

Ενώ η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα εξακολουθε­ί να ασκεί πιέσεις για μια πιο καθαρή λύση.

Newspapers in Greek

Newspapers from Greece