Η ιδέα του τέλους και η Ελλάδα
«Ολα ξεκίνησαν πριν από δύο χρόνια, αρχικά ως μια πρόσκληση από τον ΝΕΟΝ και πολύ σύντομα ως μια σειρά από επισκέψεις σε συγκεκριμένες τοποθεσίες στην Ελλάδα και στην περιοχή της Μεσογείου. Το project για την Μπιενάλε της Κωνσταντινούπολης το 2015 σηματοδότησε το τέλος μιας “φάσης” και το ξεκίνημα μιας νέας, στην πρακτική μου. Μέχρι το “Most Beautiful of All Mothers” (Μπιενάλε Κωνσταντινούπολη, Τουρκία, 2015) η κυρίαρχη λογική ήταν η “κοινότητα”, η νομαδική “οικογένεια” συνεργατών που, σαν ένας περιοδεύων θίασος, ταξίδεψαν σε όλο τον κόσμο ανεβάζοντας τις παραστάσεις τους και αφήνοντας ως ίχνη τις “εκθέσεις”. Το 2015, αυτή η λογική ολοκληρώθηκε. Ηταν μια προγραμματισμένη εξαφάνιση.
»Στην πρακτική μου υπάρχει μια διαρκής πραγμάτευση με την ιδέα του τέλους, η οποία απαιτεί άλλοτε παραγωγές υψηλής ταχύτητας και άλλοτε μια τελεία. Από καιρό σε καιρό προβάλλω αυτό το άγχος στην εξέλιξη του project που δουλεύω, και αυτό ακριβώς συνέβη το 2015. Ολα τα όριά μου δέχονταν πίεση, και εκεί που είχα μία “οικογένεια”, βρέθηκα ξανά ολομόναχος. Αυτή η κατάσταση απομόνωσης και αναστοχασμού μού επέτρεψε να προσεγγίσω τον κόσμο με εντελώς διαφορετικό τρόπο. Το 2016 ταξίδεψα σε τρεις ηπείρους (Ασία, Αφρική και Ωκεανία), απόλυτα ανοιχτός σε τοπία, ανθρώπους και εμπειρίες, ακούγοντας, καταγράφοντας, μιλώντας, ζώντας, γράφοντας. Στη διάρκεια αυτής της διαδικασίας, η Ελλάδα εμφανίστηκε ως ένας άξονας, ένα σημείο όπου οι πολλαπλές γραμμές ανθρώπινης δραστηριότητας είχαν εμφανίσει τομές και παραθέσεις, άλλοτε αρμονικά και άλλοτε βίαια, αλλά σε κάθε περίπτωση, δημιουργώντας ένα μείγμα.
»Η Ελλάδα –σκέφτηκα– ήταν ένα Αλεφ (η ιδέα του Μπόρχες για το σημείο όπου είναι όλα τα σημεία), μια κεντρική περιοχή όπου η Δύση και η Ανατολή είχαν οικοδομήσει τους εαυτούς τους ως αμοιβαία όρια, αλλά και με παράδοξο τρόπο, ένας τόπος όπου μια εξαιρετική εμπορική, μεταναστευτική και πολιτιστική ανταλλαγή έχει εναποθέσει, διαμέσου των αιώνων, μια μοναδική ανθρώπινη γέφυρα προς αυτό που σήμερα είναι ολόκληρος ο κόσμος. Αυτό ένιωθα να μου το φωνάζουν σχεδόν άπειρα στρώματα ανθρώπινης δραστηριότητας, θαμμένα κάτω από τη γη».