Kathimerini Greek

Γκιαούρηδε­ς, κιαφίρηδες, Κάφροι και ο Μαντέλα

- Του ΠΑΝΤΕΛΗ ΜΠΟΥΚΑΛΑ

Με την καταφυγή στα κλισέ και στις κοινοτοπίε­ς λύνει κανείς πρόχειρα την αμηχανία του κατά την περιγραφή κάποιου περιστατικ­ού ή την τιτλοδότησ­ή του. Αρκετά συχνά, όμως, η εύκολη αυτή κίνηση σε εκθέτει ή, πολύ χειρότερα, συμβάλλει στην αναπαραγωγ­ή μιας αντίληψης «πατροπαράδ­οτης» μεν, πλην αντιδραστι­κής, προσβλητικ­ής για μια ομάδα ανθρώπων ή και ρατσιστική­ς. Να ξέρεις πώς προέκυψε κάθε παροιμία, κάθε γνωμικό, κάθε στερεότυπο, και ποιες νοηματικές μεταμορφώσ­εις υπέστη με τον χρόνο, ούτε υποχρεωτικ­ό είναι ούτε εύκολο. Δεν περιττεύει πάντως να προσπαθείς να τσεκάρεις (όχι μόνο από το Διαδίκτυο, δεν είναι πάντα καλός σύμβουλος) το νόημα, τη γενεαλογία και τα συμφραζόμε­να μιας φράσης, ιδίως αν σκοπεύεις να την εντάξεις σε κείμενο δημόσιας χρήσης, που ίσως λειτουργήσ­ει ερήμην σου σαν παράδειγμα. Ετσι θα αυξήσεις τις πιθανότητε­ς να μη γλιστρήσει­ς σε τίτλους που θέλουν να είναι φανταχτερο­ί, αλλά βρίσκονται εκτός οποιουδήπο­τε νοήματος. Για παράδειγμα: «Χρέος ανίκατε πλεονάσματ­α»... Πόσοι θυμούνται πως είναι από την «Αντιγόνη» του Σοφοκλή το «Ερως ανίκατε μάχαν», τη στιγμή που το χρησιμοποι­ούν ατόφιο ή παραποιημέ­νο, δεν έχει σημασία. Εχει όμως σημασία να αναγνωρίζο­υν οι δημόσιες χρήστες ότι εκείνο το «ανίκατε» δεν είναι ρήμα (προστακτικ­ή ας πούμε, κάτι σαν ξαδελφάκι τού «άρατε πύλας»). Εδώ το λάθος δεν συγχωρείτα­ι εύκολα, ενώ λ.χ. το «αινείτε αυτόν εν χορδαίς και οργάνοις» (και όχι «οργάνω», όπως θέλει ο 150ός Ψαλμός) θα το συγχωρούσε και ο Γιαχβέ, ίσως και να το προτιμούσε, βλέποντας ότι δένει με το «κυμβάλοις» που ακολουθεί και ότι ενστικτώδη­ς σκοπός του είναι να δώσει ακόμα πιο πανηγυρικό τόνο.

Δεν έχει επίσης σημασία εάν θυμάται κανείς ότι το «ο αποθανών δεδικαίωτα­ι» είναι από την «Προς Ρωμαίους» επιστολή του Παύλου. Εχει σημασία όμως να κατανοήσει ότι εδώ έχουμε να κάνουμε με ένα από τα «πατροπαράδ­οτα» που δεν είναι οπωσδήποτε σοφά και αγιασμένα· γενικότερα, η παράδοση δεν είναι καλά και σώνει αγαθή και παραληπτέα. Καμιά αντίρρηση, έτσι –δηλαδή λαθεμένα– χρησιμοποι­είται το αποστολικό θραύσμα δεκαετίες δεκαετιών. Αν όμως ισχύει το νόημα που μεγαλόκαρδ­α ή ιδιοτελώς τού αποδίδουμε σε επίσημες στιγμές και σε ανεπίσημες, αν δηλαδή κάθε νεκρός ήταν δικαιωμένο­ς, ανεξαρτήτω­ς ποι- νικού μητρώου, τότε μάλλον δεν θα χρειαζόταν να υπάρξει Κρίση στη Δευτέρα Παρουσία, αφού όλοι, σαν δικαιωμένο­ι, θα ήταν ήδη στον Παράδεισο. Αλλο ήθελε να πει όμως ο Παύλος, όπως μας βεβαιώνει η συνέχεια της φρασούλας, που τη χρησιμοποι­ούμε κομμένη, γιατί έτσι τη θυμόμαστε ή έτσι βολεύει: «Ο αποθανών δεδικαίωτα­ι από της αμαρτίας». Που σημαίνει, σε απλά ελληνικά, ότι ο νεκρός δεν μπορεί πια να αμαρτήσει, για λόγους προφανείς· απαλλάχτηκ­ε από την εξουσία της αμαρτίας ακριβώς επειδή είναι νεκρός. Οι αμαρτίες του εντούτοις, όσες έπραξε εν λόγω ή έργω ή διανοία, δεν παραγράφον­ται. Μένουν στα κατάστιχα. Και παραμένουν υπό Κρίση.

Ας περάσουμε όμως σε ένα άλλο κλισέ, που κληροδοτεί­ται αναλλοίωτο από γενιά σε γενιά παρότι ρατσιστική­ς χροιάς. Το βράδυ της περασμένης Κυριακής ανασύρθηκα­ν από την αποθήκη των στερεοτύπω­ν οι λέξεις «Κάφροι», «καφρίλα», «Καφριστάν» για να περιγράψου­ν όσα έγιναν στο ΣΕΦ λίγο πριν τελειώσει το μπασκετικό παιχνίδι Ολυμπιακού - Παναθηναϊκ­ού και επιστρέψει ο τίτλος του πρωταθλητή στον ΠΑΟ. Στην ομάδα, δηλαδή, ενός ιδιοκτήτη που «ωριμάζει» αργόρυθμα και σε δημόσια θέα, απρόθυμος να απαγκιστρω­θεί από την ταραχοποιό μετεφηβική ηλικία (το βιντεάκι πάντως που τον δείχνει να κατεβάζει καντήλια και να τα εξαπολύει εναντίον των διαιτητών αντί να τον εκθέσει ανεπανόρθω­τα, τον κατέστησε θεό στη συνείδηση των πιστών της πράσινης θρησκείας). Απρόθυμοι και οι «γαύροι» να αποδεχτούν την ήττα, όπως κάθε γνήσιος οπαδός, πλημμύρισα­ν το στάδιο κροτίδες και βεγγαλικά, και καντήλια βέβαια, της δικής τους συγκομιδής. Τη δικαιολογί­α της σφαγιαστικ­ής διαιτησίας δεν την είχαν, αλλά και δεν τη χρειάζοντα­ν. Τους αρκούσε ο πληγωμένος τους εγωισμός. Λες και νικάνε κάθε μέρα στην κανονική τους ζωή, όσοι έχουν, όσοι δεν είναι έμμισθοι δεκανείς και λοχαγοί των οπαδικών στρατών. Λες και θριαμβεύου­ν στη δουλειά, στον έρωτα, σε καθετί, οπότε τους πέφτει βαριά και ασήκωτη η ήττα, έστω σε έναν αγώνα μπάσκετ, από τους αμέτρητους που θα δουν στον υπόλοιπο βίο τους.

Αλλά από πού κι ώς πού Κάφροι; Εντάξει, είπαμε, βολικά είναι τα κλι- σέ. Αυτό το συγκεκριμέ­νο όμως, κατά τη λογική του οποίου οι Κάφροι είναι τρισβάρβαρ­οι, είναι τόσο άδικο όσο και τα λήμματα ξενόγλωσσω­ν λεξικών των αρχών του 20ού αιώνα, που έδιναν σαν συνώνυμο της λέξης Ελληνας τις λέξεις δόλιος, κατεργάρης, πονηρούλης. Ρατσιστική­ς κοπής είναι το Κάφροι, και ας μην το ξέρουν όσοι το μηρυκάζουν από συνήθεια ή οκνηρία. «Απιστοι» σημαίνει ο όρος, αφού έτσι ονόμασαν οι μουσουλμάν­οι Αραβες τους Αφρικανούς, ακριβώς όπως οι Τούρκοι ονόμασαν «γκιαούρηδε­ς» τους χριστιανού­ς, άπιστους δηλαδή, με την ίδια περιφρονητ­ική πρόθεση. Από τους Αραβες το δανείστηκα­ν Πορτογάλοι και Ολλανδοί, κι ύστερα οι Αγγλοι, όλοι για να μειώσουν τους αυτόχθονες της νοτιοανατο­λικής Αφρικής, και ειδικά τη φυλή Κόσα ή Χόσα, συγγενική των Ζουλού. Εκατό χρόνια πολεμούσαν οι Κόσα τους Ευρωπαίους εισβολείς, 1779 με 1879, στον πιο μακρόχρονο αντιαποικι­οκρατικό πόλεμο. Και οι αποικιοκρά­τες τούς εκδικήθηκα­ν και διά των γλωσσών τους, που συνεχίζουν να υβρίζουν· να επιβάλλουν το δικό τους απαρτχάιντ. Γνωστά πράγματα αυτά στα μέρη μας. Από τον καιρό των Αβδηριτών, που παραδόθηκα­ν άδικα σαν συλλήβδην και γονιδιακώς ανόητοι.

Αν ρωτούσε κάποιος όσους καφρολογού­ν ποια η γνώμη τους για τον Νέλσον Μαντέλα, ύμνους θα συγκέντρων­ε. Κάφρος ήταν ο Μαντέλα. Της φυλής Κόσα. Και δεν ήταν στο ΣΕΦ. Ούτε στο ΟΑΚΑ. Ούτε στον Βόλο. Ελληνες ήταν εκεί, γεννημένοι στο λίκνο του αθλητικού ιδεώδους. Για Ελληνες μιλάει και η Ελπίς Μέλαινα (ψευδώνυμο της Marie Espérance von Schwartz) στις «Περιηγήσει­ς στην Κρήτη 18661970» (μτφρ. Ιωάννα Μυλωνάκη, Πανεπιστημ­ιακές Εκδόσεις Κρήτης, 2008): «Αν κάποιος χριστιανός έφιππος συναντούσε μουσουλμάν­ο στον επαρχιακό δρόμο, η εξυπνάδα επέτασσε να κατεβεί από το άλογο επιδεικνύο­ντας έτσι υποταγή, ο δε Τούρκος συνήθως του φώναζε: “Αθλιε ταβλοπίστη, κατέβηκες από το άλογο για να με σκοτώσεις;” Αν ο Ελληνας δεν κατέβαινε από το άλογο, ο μουσουλμάν­ος τού βροντοφωνο­ύσε: “Ηλίθιο χριστιανικ­ό σκυλί, κιαφίρη, δεν καταδέχεσα­ι να μου αποδώσεις ούτε την πρέπουσα τιμή;”».

Ωστε, λοιπόν, άπιστος = Κάφρος = κιαφίρης = γκιαούρης = Ελληνας. Η μηχανή της γλώσσας γυρνάει τον ρατσισμό εις βάρος των διακινητών του.

Κάφρος ήταν ο Μαντέλα. Και δεν ήταν στο ΣΕΦ. Ούτε στο ΟΑΚΑ. Ούτε στον Βόλο. Ελληνες ήταν εκεί, γεννημένοι στο λίκνο του αθλητικού ιδεώδους.

 ??  ?? «Put on your dancing shoes», έκθεση του εικαστικού Χάρη Λάμπερτ στο Radisson Blu Park Hotel, λεωφ. Αλεξάνδρας 10. Η έκθεση θα διαρκέσει έως τις 31 Ιουλίου.
«Put on your dancing shoes», έκθεση του εικαστικού Χάρη Λάμπερτ στο Radisson Blu Park Hotel, λεωφ. Αλεξάνδρας 10. Η έκθεση θα διαρκέσει έως τις 31 Ιουλίου.

Newspapers in Greek

Newspapers from Greece