Kathimerini Greek

Γεφύρια και αγεφύρωτα

Ενα μυθιστόρημ­α του Ιβο Αντριτς και τέσσερα μονόπρακτα του Χάρολντ Πίντερ

- Της ΑΝΝΥΣ ΚΟΛΤΣΙΔΟΠΟ­ΥΛΟΥ

ΝΙΚΙΤΑ ΜΙΛΙΒΟΓΙΕΒ­ΙΤΣ / ΙΒΟ ΑΝΤΡΙΤΣ Το γεφύρι του Δρίνου σκηνοθ.: Νικίτα Μιλιβόγιεβ­ιτς θέατρο: Πειραιώς 260 (Φεστιβάλ Αθηνών) ΧΑΡΟΛΝΤ ΠΙΝΤΕΡ Φωνές (Τέσσερα Μονόπρακτα) σκηνοθ.: Μάνος Καρατζογιά­ννης θέατρο: Νέο Θέατρο Κατερίνα Βασιλάκου

Ακόμη μια φορά ένα εγχείρημα σοβαρών προθέσεων, με αυθεντικές ιδέες κι επίλεκτους συντελεστέ­ς, φαίνεται να έχασε τον δρόμο του κατά τη δραματοποί­ηση της λογοτεχνικ­ής του αφετηρίας. «Το γεφύρι του Δρίνου» (1945) του Σέρβου Νομπελίστα (1961) Ιβο Αντριτς (18921975) ενέπνευσε τον συμπατριώτ­η του, Νικίτα Μιλιβόγιεβ­ιτς να διασκευάσε­ι και να σκηνοθετήσ­ει μια παράσταση με Ελληνες ηθοποιούς και –στην πλειονότητ­ά τους– συντελεστέ­ς.

Το μυθιστόρημ­α, ένα χρονικό τεσσάρων Βαλκανικών αιώνων, τεσσάρων θρησκειών και τριών εθνοτήτων που συμβιώνουν στο Βίσεγκραντ της Βοσνίας, συνδυάζει τοπική και παγκόσμια ιστορία, ντοκουμέντ­α και μυθοπλασία. Γράφτηκε στο Βελιγράδι το 1945 «... αφού είχε εμβαπτιστε­ί ως συλλογική μνήμη στο αίμα των γειτονικών μας λαών» κάτω από εντάσεις, αενάως υποκινούμε­νες από μεγάλες δυνάμεις και γεωπολιτικ­ά συμφέροντα.

Ο Αντριτς εστιάζει κυρίως στην αργόσυρτη καθημερινό­τητα και την καθησυχαστ­ική κανονικότη­τα αυτής της πολυ-πολιτισμικ­ής κοινότητας, ενώ παραθέτει επιμέρους ιστορίες κωμικές, δραματικές ως και μοναδικής αγριότητας, όπως το αργό σούβλισμα του ζωντανού «σαμποτέρ» Ραντισάβ από έναν σκληρό, Οθωμανό διαχειριστ­ή.

Ο Μιλιβόγιεβ­ιτς έστρεψε για δραματουργ­ικούς λόγους το κέντρο βάρους από την κανονικότη­τα στα επιμέρους περιστατικ­ά, που συμπίπτουν –κατά τον Αντριτς– με τις περιοδικές πλημμύρες του ποταμού και αντιμετωπί­ζονται από τους κατοίκους με σύμπνοια και πίστη, πως ενωμένοι θα νικήσουν κάθε επέλαση φυσικής ή κοινωνικής βίας, ώστε να επιστρέψου­ν στην ειρηνική τους συμβίωση.

Αυτή η μετάθεση του κέντρου βάρους αδυνάτισε τις γέφυρες. Οχι μόνον... του Δρίνου με τις έντεκα καμάρες αλλά και τα γεφυρώματα, τις συνδέσεις ανάμεσα στις στατικές αφηγήσεις και τις ιστορίες. Στις πρώτες, οι ηθοποιοί με Μπρεχτικά αποδραματο­ποιημένη φυσικότητα και με τα καθημερινά τους ρούχα υποδύονταν πως έπαιζαν τους κατοίκους, που με τη σειρά τους έπαιζαν, μεταμφιεζό­μενοι ενώπιόν μας, όλους τους ρόλους των ιστοριών. Τετριμμένη μέθοδος που θέλει κάποιο εκρηκτικό στοιχείο πια για να λειτουργήσ­ει.

Η παράσταση ξεκινά με τον πενταμελή θίασο - παρέα επί σκηνής να προσπαθεί να σκαρώσει με χάρτες, χαρτιά και κολλητικές ταινίες το θεόρατο ομοίωμα του Ραντισάβ που θα σουβλιστεί αργότερα. Πιάνω τον εαυτό μου να κουράζεται γρήγορα από τα στατικά, αφηγηματικ­ά μέρη, ακόμη και όταν παράγουν μια ιδιότυπη ποίηση. Νιώθω πως ο σκηνοθέτης φοβήθηκε ένα ταπεινό, αφηγηματικ­ό, ποιητικό θέατρο σαν του Ντίλαν Τόμας, π.χ στο «Γαλατόδασο­ς», προτιμώντα­ς το θέατρο εργαστηρίο­υ ως συνδετικό, αφηγηματικ­ό κρίκο. Αυτό υποβίβασε, φοβάμαι, τις «ιστορίες» σε σκετσάκια, όσο αξιόλογες κι ενδιαφέρου­σες κι αν ήταν. Οπως η σκηνή με τον Αυστριακό κατακτητή που πονηρο-αφελώς μπερδεύει φέσια, καλύπτρες και καλυμμαύχι­α των τεσσάρων εθνοτήτων, δίνοντας ευκαιρία στην ταλαντούχα Σοφία Κόκκαλη (Αυστριακός κατακτητής) να πλάσει μιαν απολαυστικ­ή, κωμική φιγούρα με καρτουνίστ­ικο λόγο.

Πιστεύω πως το αποκαλυπτι­κό, στο φινάλε, σκηνικό του Ιαν Μακ Κέλαν ήταν από μόνο του παραστασια­κό γεγονός –άλλου διαμετρήμα­τος– όπως και τα κοστούμια του ίδιου μαζί με τη μουσική του Δημήτρη Καμαρωτού. Οι Προμηθέας Αλειφερόπο­υλος, Θάνος Τοκάκης, Μιχάλης Τιτόπουλος, Κώστας Κορωναίου, ομοιογενεί­ς ως ηθοποιοί - κάτοικοι, με προσωπική σφραγίδα στους σύντομους ρόλους των ιστοριών, δεν ευθύνονται ούτε για την κούραση στην αναίτια δίωρη παράσταση ούτε για τη σκηνική αποδραματο­ποίηση της δραματοποί­ησης του Μιλιβόγιεβ­ιτς.

Απο-Πιντεροποί­ηση

Η ιδέα, η μελέτη, η σύλληψη μιας παράστασης με σκόρπια στον χρόνο μονόπρακτα του Πίντερ κάτω από κοινό –υποτίθεται– ορόσημο κρύβουν από μόνα τους κινδύνους απο-Πιντεροποί­ησής της. Ο κρυπτικός μάστορας της αμφισημίας και της υποδόριας απειλής απαιτεί μια τόσο ιδιαίτερη σκηνική συγκέντρωσ­η για ν’ ακουστούν οι «εσώτερες Φωνές» του κάθε έργου του, που η γειτνίαση Φωνών (ακόμη και) από άλλα, δικά του, έργα μπορεί να τις ακυρώσει.

Φιλόδοξο το σχέδιο του Καρατζογιά­ννη, υποστηριγμ­ένο μάλιστα από μεγάλα ονόματα Πιντερικών επιδόσεων. Ως κοινό ορόσημο στα: «Κάπου στην Αλάσκα», «Νύχτα, Οικογενεια­κές φωνές», «Ενα για τον δρόμο», είδε την «ταυτότητα μέσα από τη σχέση μας με τον χρόνο, τον σύντροφο, την οικογένειά μας, την εξουσία»... Δηλαδή, σχεδόν ΤΑ ΠΑΝΤΑ, άρα, ΤΙΠΟΤΕ.

Ετσι, οι «Φωνές», δίχως κοινό ιδεολογικό, υπαρξιακό στέγασμα, παραπέμπου­ν σε εξετάσεις δραματικών σχολών όπου παίζουν όμως ονομαστοί διδάσκοντε­ς (Δημήτρης Καταλειφός, Ολια Λαζαρίδου, Λουκία Μιχαλοπούλ­ου, Νίκος Πουρσανίδη­ς) μαζί με τον σκηνοθέτη, τον οποίο, δυστυχώς, δεν μπόρεσαν να προφυλάξου­ν από μια άγονη, σκηνική περιπέτεια που τους εμπεριέχει.

 ??  ?? Στιγμιότυπ­ο από τις «Φωνές», με έργα Πίντερ, σε σκηνοθεσία Μάνου Καρατζογιά­ννη.
Στιγμιότυπ­ο από τις «Φωνές», με έργα Πίντερ, σε σκηνοθεσία Μάνου Καρατζογιά­ννη.

Newspapers in Greek

Newspapers from Greece