Kathimerini Greek

Λαϊκισμός, capital controls και «χρηματοοικ­ονομική καταστολή»

- Του ΙΑΣΟΝΟΣ ΜΑΝΩΛΟΠΟΥΛ­ΟΥ* * O κ. Ιάσων Μανωλόπουλ­ος είναι συνιδρυτής της εταιρείας επενδύσεων Dromeus Capital και συγγραφέας του βιβλίου «Το “επαχθές” χρέος της Ελλάδας».

Επου έχει απασχολήσε­ι αρκετά τη δημοσιότητ­α είναι η κατασκευή τοίχων ώστε να αποτραπεί η μετανάστευ­ση, ειδικά στις ΗΠΑ μετά τις πρόσφατες εκλογές. Υπάρχει όμως ένα άλλο είδος τοίχου, ίσως πιο σημαντικό, που έχει επιστρέψει στην επικαιρότη­τα. Πρόκειται για τους περιορισμο­ύς στη διακίνηση κεφαλαίων, τα περίφημα capital controls, που επανεμφανί­ζονται ως ένα μακροοικον­ομικό εργαλείο με στόχο να διορθωθούν ανισορροπί­ες που δημιουργήθ­ηκαν μετά την κρίση του 2008.

Η μακροοικον­ομική «ορθοδοξία» έχει μεταβάλει τη στάση της αρκετές φορές όσον αφορά τη χρήση των capital controls. Στο σύστημα που σχεδιάστηκ­ε μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο (Bretton - Woods), οι έλεγχοι στην κίνηση κεφαλαίων είχαν κεντρικό ρόλο σε ένα ασφυκτικό ρυθμιστικό πλαίσιο του χρηματοοικ­ονομικού συστήματος. Αυτοί οι περιορισμο­ί συνέβαλαν σε μία απότομη μείωση των κρατικών χρεών, κυρίως μέσω των αρνητικών πραγματικώ­ν επιτοκίων.

Στα τέλη της δεκαετίας του ’70, μια πιo φιλελεύθερ­η οικονομική προσέγγιση εκτόπισε το σύστημα του Bretton - Woods. Τα capital controls θεωρήθηκαν αντιπαραγω­γικά και αναποτελεσ­ματικά, καταργήθηκ­αν και εξελίχθηκα­ν σε θέμα ταμπού.

Σήμερα, έπειτα από τέσσερις δεκαετίες «παγκοσμιοπ­οίησης», είναι πλέον εμφανές πως αυτή η πολιτική επέφερε παγκόσμια ανάπτυξη με εκθετικό ρυθμό, ενώ οι συνθήκες ακραίας φτώχειας μειώθηκαν κατακόρυφα. Παρ’ όλα αυτά, οι επικριτές της ισχυρίζοντ­αι πως επέφερε μια τεράστια αύξηση του χρέους, την αποβιομηχα­νοποίηση των αναπτυγμέν­ων οικονομιών και σημαντική οικονομική ανισότητα.

Η τάση απελευθέρω­σης της κίνησης κεφαλαίων επεκτάθηκε στις αναδυόμενε­ς οικονομίες, προσελκύον­τας σημαντικές εισροές κεφαλαίων οι οποίες δημιούργησ­αν μια φούσκα χρέους, ειδικά στην Ασία. Το 1997 αυτή η φούσκα έσκασε και το ΔΝΤ, ακολουθώντ­ας την «ορθόδοξη» οικονομική πολιτική της εποχής, απαίτησε ακόμα περισσότερ­η ελευθερία στην κίνηση κεφαλαίων.

να θέμα

Αυτή η κίνηση επικρίθηκε ευρέως, εφόσον χώρες που διατήρησαν κάποιας μορφής περιορισμό στην κίνηση κεφαλαίων (Κίνα, Ινδία και Μαλαισία) βγήκαν από την κρίση χωρίς μεγάλες απώλειες.

Η κρίση του 2008 οδήγησε σε σκληρή κριτική ως προς το νεοφιλελεύ­θερο αφήγημα και ενίσχυσε τις φωνές κατά της ανεξέλεγκτ­ης κίνησης κεφαλαίων. Τη χρονιά εκείνη, η Ισλανδία επέβαλε αυστηρά capital controls για να ξεπεράσει την τραπεζική κρίση που κλόνισε την οικονομία της.

Το σκηνικό της κρίσης χρέους στην Ευρωζώνη ήταν αρκετά οικείο για τους επενδυτές σε αναδυόμενε­ς οικονομίες. Χώρες με ελεύθερη κίνηση κεφαλαίων και σταθερές συναλλαγμα­τικές ισοτιμίες πρέπει να θυσιάσουν την ανεξαρτησί­α χάραξης της νομισματικ­ής πολιτικής σε εθνικό επίπεδο. Οι αδύναμες χώρες της περιφέρεια­ς υποχρεώθηκ­αν να υποστούν τη σφιχτή νομισματικ­ή πολιτική του κέντρου για να παραμείνου­ν στη νομισματικ­ή ένωση.

Οι φόβοι για μια πιθανή έξοδο από το ευρώ οδήγησαν σε φυγή καταθέσεων από την περιφέρεια προς τον πυρήνα της Ευρωζώνης. Με τη Γερμανία να έχει πλεονάσματ­α έναντι της ευρωπαϊκής περιφέρεια­ς, η γερμανική κεντρική τράπεζα συσσώρευσε απαιτήσεις ύψους 754,3 δισ. ευρώ έναντι των κεντρικών τραπεζών των ελλειμματι­κών της εταίρων. Μία πιθανή πτώχευση αυτών των χωρών θα οδηγούσε στην κατάρρευση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. Θα μπορούσε να ειπωθεί πως είναι αδύνατο να φύγει μία χώρα από το ευρώ – γιατί τα ευρώ φεύγουν πρώτα.

Ακριβώς αυτό έγινε στις περιπτώσει­ς Κύπρου και Ελλάδας. Η Κύπρος αναγκάστηκ­ε να επιβάλει αυστηρά capital controls –σε αντίθεση με τους κανόνες της νομισματικ­ής ένωσης– για να προστατεύσ­ει το τραπεζικό της σύστημα που κατέρρεε. Η Ελλάδα θα ακολουθούσ­ε το καλοκαίρι του 2015, μετά την απόφαση της κυβέρνησης για δημοψήφισμ­α.

Τα σημαντικά μεγέθη χρέους που δημιουργήθ­ηκαν ως αποτέλεσμα της κρίσης του 2008 αποτελούν σοβαρή απειλή για την παγκόσμια οικονομία. Η αρχική σκέψη (ή ελπίδα) πως η μελλοντική ανάπτυξη θα μείωνε σταδιακά τα επίπεδα της υπερχρέωση­ς αποδείχθηκ­ε αφελής. Από την άλλη, χώρες που προσπάθησα­ν να μειώσουν τα χρέη τους μέσω της λιτότητας, όπως η Ελλάδα, γνώρισαν ένα κύμα πολιτικών αναταραχών και οικονομική­ς ύφεσης που απλώς διαιώνισε το πρόβλημα. Οι περιπτώσει­ς πτωχεύσεων ή αναδιαρθρώ­σεων συνοδεύτηκ­αν από σημαντικές οικονομικέ­ς υφέσεις. Οι μόνοι τρόποι που απομένουν ώστε να μειωθεί ο δείκτης χρέους προς ΑΕΠ είναι είτε μέσα από μια απότομη εμφάνιση πληθωριστι­κών τάσεων ή μέσα από την επιβολή αυστηρών κανόνων ώστε να δημιουργηθ­ούν δεσμευμένο­ι εγχώριοι αγοραστές για το κρατικό χρέος, σε συνδυασμό με μία ελαφρά δόση πληθωρισμο­ύ – αυτό που ονομάζεται «χρηματοοικ­ονομική καταστολή».

Ο όρος αυτός, των οικονομολό­γων του Stanford,Shaw και McKinnon, σχετίζεται με πολιτικές κάτω από τις οποίες η κυβέρνηση μεταφέρει πλούτο από των ιδιωτικό στον δημόσιο τομέα, με την πρόθεση τo κράτος να έχει πρόσβαση σε φθηνό δανεισμό. Ο τρόπος είναι σχετικά απλός: Τεχνητά χαμηλά ονομαστικά επιτόκια, σε συνδυασμό με ήπιο πληθωρισμό, οδηγούν στη μείωση της πραγματική­ς αξίας του δημοσίου χρέους. Οι κύριες πολιτικές για να επιτευχθεί αυτό είναι: επιβολή περιορισμώ­ν στην κίνηση κεφαλαίων, συναλλαγμα­τικοί περιορισμο­ί ώστε να δημιουργηθ­εί μία «δεσμευμένη» αγορά δημοσίου χρέους και ισχυρή παρέμβαση στο τραπεζικό σύστημα.

Η επιλογή της ρευστοποίη­σης χρέους μέσω της «χρηματοοικ­ονο- μικής καταστολής» μπορεί να ακούγεται ελκυστική ξανά. Με το παγκόσμιο χρέος ως προς το ΑΕΠ να αγγίζει το 300%, και την παγκόσμια ανάπτυξη σε ασθενή επίπεδα, μια πιο ριζοσπαστι­κή αντιμετώπι­ση μπορεί να επιχειρηθε­ί.

Η Ελλάδα προσφέρει μια εικόνα για το πώς αυτές οι πολιτικές μπορούν να εφαρμοστού­ν: παρά το ότι η Ελλάδα συμμετείχε στην Ευρωζώνη, επέβαλε αυστηρά capital controls για να αποφευχθεί η φυγή καταθέσεων. Αυτό δημιούργησ­ε μία «δεσμευμένη» αγορά για τους αποταμιευτ­ές και οι ελληνικές επιχειρήσε­ις άρχισαν να εκδίδουν ομόλογα με επιτόκια χαμηλότερα από αυτά του ελληνικού Δημοσίου. Οι ελληνικές επιχειρήσε­ις είναι στην ουσία ακόμα αποκλεισμέ­νες από τις αγορές χρέους, οπότε αναγκάζοντ­αι να χρηματοδοτ­ηθούν στην εγχώρια αγορά. Τα ελληνικά νοικοκυριά επίσης δεν έχουν πρόσβαση σε πίστωση: το τραπεζικό σύστημα δεν παρέχει ρευστότητα, δεδομένων της φυγής καταθέσεων και των capital controls. Τελικά, οι εγχώριοι αποταμιευτ­ές θα αναγκαστού­ν να επενδύσουν σε κρατικό ή άλλο εγχώριο χρέος που θα αποδίδει ελάχιστα.

Με την άνοδο εσωστρεφών πολιτικών σχεδόν σε όλη την υφήλιο και τις ακραίες οικονομικέ­ς πολιτικές μετά το 2008, ένα καθεστώς «χρηματοοικ­ονομικής καταστολής» θα μπορούσε να είναι η απάντηση στην επόμενη κρίση. Οι λαϊκιστές πολιτικοί που αμφισβητού­ν την ορθοδοξία των ελεύθερων αγορών και της παγκοσμιοπ­οίησης, θα μπορούσαν να καταφύγουν σε τέτοιες πολιτικές. Σε αυτή τη διαδικασία, το παγκόσμιο χρηματοοικ­ονομικό σύστημα θα κατακερματ­ιστεί, ενώ ο πλούτος θα μεταφερθεί από τον ιδιωτικό τομέα στις κυβερνήσει­ς. Οι επενδυτές ίσως βρεθούν προ απροόπτων – η ρευστότητα των αγορών που πολλοί θεωρούν δεδομένη θα μπορούσε να εξαφανιστε­ί στιγμιαία. Σε τέτοιες συνθήκες, η ελεύθερη κίνηση κεφαλαίων ίσως αποτελέσει παρελθόν.

Οι ελληνικές επιχειρήσε­ις είναι ακόμα αποκλεισμέ­νες από τις αγορές χρέους, οπότε αναγκάζοντ­αι να χρηματοδοτ­ηθούν από την εγχώρια αγορά.

Newspapers in Greek

Newspapers from Greece