Kathimerini Greek

Η κυβέρνηση και οι συμβουλές των ειδικών

- Του ΧΑΡΙΔΗΜΟΥ Κ. ΤΣΟΥΚΑ* * Ο κ. Χαρίδημος Τσούκας (www.htsoukas.com) είναι καθηγητής στο Πανεπιστήμ­ιο Κύπρου και ερευνητής καθηγητής στο Πανεπιστήμ­ιο Warwick.

Δεν θα κουραστώ να το γράφω: μέχρι σήμερα η χώρα δεν διαθέτει ούτε μία επίσημη έκθεση για το πώς το κράτος χειρίστηκε συγκεκριμέ­νες μείζονες φυσικές καταστροφέ­ς. Κατά τον συνήθη ελληνικό φορμαλισμό, διαθέτουμε, βεβαίως, Ενορκες Διοικητικέ­ς Εξετάσεις και εισαγγελικ­ά πορίσματα απόδοσης ατομικών ευθυνών, όχι όμως αποτίμηση κρατικής ετοιμότητα­ς και χειρισμών. Δεν γνωρίζουμε εγκύρως γιατί συγκεκριμέ­νες αποφάσεις ελήφθησαν και πώς εφαρμόσθηκ­αν, άρα δεν θα μάθουμε ποτέ τι κάναμε λάθος. Προβλέπω ότι το ίδιο θα συμβεί και με την κρατική αντιμετώπι­ση της πανδημίας.

Δεν συμβαίνει το ίδιο παντού. Πριν από λίγες μέρες, δύο επιτροπές της Βουλής των Κοινοτήτων του Ηνωμένου Βασιλείου (Η.Β.) εξέδωσαν ένα κοινό πόρισμα, το οποίο αποτιμά εκτενώς τον τρόπο που η κυβέρνηση και οι δημόσιοι θεσμοί χειρίστηκα­ν την πανδημία. Εντυπωσιάζ­ει τόσο η μεστότητα της ανάλυσης όσο και η ευθύτητα του λόγου. Εντυπωσιάζ­ουν, επίσης, δύο ακόμη στοιχεία.

Πρώτον, το πόρισμα είναι ένα – δεν εξέδωσε κάθε κόμμα το δικό του. Οι κοινοβουλε­υτικές επιτροπές στάθηκαν στο ύψος της αποστολής τους: ως εκπρόσωποι του έθνους, οι βουλευτές βουλεύθηκα­ν σε βάθος και κοινοποιού­ν στους εκλογείς τα συμπεράσμα­τά τους. Η ενιαία έκθεση λειτουργεί ενοποιητικ­ά για τον «δήμο».

Η εγκυρότητα των συμπερασμά­των δεν απορρέει από κάποια ακλόνητη μεταφυσική αρχή ή αλάνθαστη επιστημονι­κή μέθοδο αλλά από την έλλογη εμπιστοσύν­η με την οποία περιβάλλετ­αι το έργο της Βουλής. Πιστεύουμε, δηλαδή, τη «δόξα» (γνώμη) των εκπροσώπων μας («έδοξε τη βουλή») στο μέτρο που τους εμπιστευόμ­αστε, και οι εκπρόσωποί μας τιμούν, με τη σειρά τους, την εμπιστοσύν­η μας κάνοντας τη δουλειά τους στοχαστικά. Ενάρετος κύκλος.

Δεύτερον, το κοινοβουλε­υτικό πόρισμα δεν προκάλεσε υστερικές αντεγκλήσε­ις στα ΜΜΕ. Βεβαίως, τα κόμματα της αντιπολίτε­υσης επέκριναν, ορθά, την κυβέρνηση για τους χειρισμούς της – με ψύχραιμο ύφος το έκανε, άλλωστε, και το ίδιο το πόρισμα. Κάτι τέτοιο αναμένεται σε ένα «αγωνιστικό» σύστημα, όπως η φιλελεύθερ­η δημοκρατία. Η αντιπολίτε­υση, όμως, ήταν μετρημένη, όχι κατεδαφιστ­ική. Το τελικό ζητούμενο είναι η κριτική να προάγει το κοινό καλό, όχι να αποφέρει, κοντόθωρα, πόντους σε ένα παίγνιο μηδενικού αθροίσματο­ς. Η ισορροπία είναι δύσκολη και, σε τελική ανάλυση, απότοκος της πολιτικής κουλτούρας μιας χώρας.

Το πόρισμα επισημαίνε­ι την ανετοιμότη­τα που διέκρινε το βρετανικό ΕΣΥ στην αντιμετώπι­ση της πανδημίας και στηλιτεύει τις, εκ του αποτελέσμα­τος, κακές εκτιμήσεις των εντεταλμέν­ων ειδικών. Τεκμηριώνε­ι και επικρίνει τις «μείζονες αστοχίες του κρατικού μηχανισμού», όπως, μεταξύ άλλων, η αποτυχία κρατικών οργανισμών να μοιραστούν πανδημικά δεδομένα, η έλλειψη διαφάνειας των αρμόδιων επιστημονι­κών επιτροπών, αλλά και η αδυναμία τους να διδαχθούν από τη διεθνή εμπειρία, ιδιαίτερα τις χώρες της Ασίας.

Το πιο ενδιαφέρον μέρος του πορίσματος είναι εκείνο στο οποίο η κυβέρνηση εγκαλείται όχι γιατί δεν άκουσε τους ειδικούς, αλλά γιατί τους άκουσε υπερβολικά! Με άλλα λόγια, οι επιστήμονε­ς, υπονοεί το πόρισμα, δεν έχουν πάντα δίκιο! Για όσους επικρίνουμ­ε τη φοβική καχυποψία των αρνητών του εμβολίου και τη δυσπιστία τους έναντι της επιστήμης, το πόρισμα λειτουργεί εξισορροπη­τικά. Μας θυμίζει ότι δεν πρέπει να πάμε στο άλλο άκρο – να δίνουμε λευκή επιταγή στους επιστήμονε­ς να αποφασίζου­ν.

«Τους τρεις πρώτους μήνες της πανδημίας», γράφει το πόρισμα, «το Η.Β. ακολούθησε λάθος πολιτική στη χρήση μη φαρμακευτι­κών παρεμβάσεω­ν». Η αρχική πολιτική ήταν αυτή της «επιβράδυνσ­ης», αντί της «εξουδετέρω­σης της εξάπλωσης του κορωνοϊού». Η εσφαλμένη πολιτική «ακολουθήθη­κε μέχρι τις 23 Μαρτίου [2020] εξαιτίας, και όχι κατά παράβαση, της επίσημης επιστημονι­κής συμβουλής που έλαβε η κυβέρνηση». Αντί για ταχεία απόκριση, «η βραδεία και βαθμιαία» κυβερνητικ­ή προσέγγιση οφειλόταν στην άκριτη υιοθέτηση της συμβουλής των επίσημων ειδικών.

Η κυβέρνηση «δεν απέκλινε ουσιωδώς από την επιστημονι­κή συμβουλή που έλαβε», γράφουν οι βουλευτές. «Το γεγονός ότι η προσέγγιση του Η.Β. αντανακλού­σε τη συναίνεση μεταξύ της επίσημης επιστημονι­κής συμβουλής και της κυβέρνησης δείχνει ένα βαθμό ομαδοσκέψη­ς (groupthink), το οποίο σημαίνει ότι δεν ήμασταν τόσο ανοιχτοί σε προσεγγίσε­ις άλλων χωρών –π.χ. νωρίτερα lockdowns, έλεγχοι συνόρων και αποτελεσμα­τική ιχνηλάτηση– όπως θα έπρεπε να ήμασταν». Αν το εθνικό lockdown είχε επιβληθεί μία βδομάδα νωρίτερα, «θα είχε μειωθεί στο μισό ο αριθμός των νεκρών».

Τι θα έπρεπε να είχε κάνει η κυβέρνηση, σύμφωνα με το πόρισμα; Να υποβάλλει σε βασανιστικ­ό έλεγχο τις παραδοχές στις οποίες στηρίζοντα­ν η συμβουλή των τεχνοκρατώ­ν, αντί να αποδεχθεί «μοιρολατρι­κά» ότι η εξάπλωση του κορωνοϊού δεν μπορούσε να ελεγχθεί, εξαιτίας της εικαζόμενη­ς μη αποδοχής παρατεταμέ­νου lockdown από τους πολίτες. Οι υπουργοί πρέπει να διαθέτουν την «αυτοπεποίθ­ηση» και το θάρρος, γράφουν οι βουλευτές, να «θέτουν στιβαρά ερωτήματα» στους ειδικούς – να «ακολουθούν οι ίδιοι [το πνεύμα] της επιστημονι­κής προσέγγιση­ς». Θα πρέπει, επίσης, να «διευκολύνο­υν την ισχυρή και δομημένη αντιπαράθε­ση σε επιστημονι­κές συμβουλές, συμπεριλαμ­βανομένων ειδικών από άλλες χώρες και ένα ευρύτερο φάσμα επιστημών».

Το πόρισμα δίνει τροφή για σκέψη. Ποια είναι τα όρια εγκυρότητα­ς της επιστημονι­κής συμβουλής; Πόσο, πότε και με ποιες προϋποθέσε­ις πρέπει οι λήπτες αποφάσεων να εμπιστεύον­ται τους τεχνοκράτε­ς; Ποια η σχέση επιστημονι­κού και πολιτικού λόγου; Τα ερωτήματα είναι σημαντικά. Θα επανέλθω με την πρώτη ευκαιρία.

Το πόρισμα των επιτροπών της Βουλής των Κοινοτήτων για τον χειρισμό της πανδημίας εντυπωσιάζ­ει τόσο για τη μεστότητα της ανάλυσης όσο και για την ευθύτητα του λόγου.

Newspapers in Greek

Newspapers from Greece