Kathimerini Greek

Χωρίς αφηγήσεις η ζωή δεν έχει νόημα

Ο συνιδρυτής του Epic Magazine Τζόσουα Ντέιβις μιλάει στην «Κ» για την πολυκύμαντ­η ζωή του και το μέλλον της δημοσιογρα­φίας

- Συνέντευξη στον ΔΗΜΗΤΡΗ ΚΑΡΑΪΣΚΟ Eνας νέος, epicmagazi­ne.com

ξανθός, ψηλόλιγνος άντρας με γυαλιά και ήπιο, ευγενικό πρόσωπο, εμφανίζετα­ι σε μια εκδήλωση του περιοδικού Wired, στο Λονδίνο, το 2013, για να κάνει μια ομιλία για τη δουλειά του. Εχοντας συμβάλει στο ιστορικό αμερικανικ­ό τεχνολογικ­ό περιοδικό με μια σειρά από καθηλωτικά ρεπορτάζ για την τελευταία δεκαετία, μιλάει στο κοινό για το αναπάντεχο παρελθόν του και το εξίσου αναπάντεχο μέλλον του. Τίποτα στο εύθραυστο και ευγενές παρουσιαστ­ικό αυτού του αριστούχου απόφοιτου του Στάνφορντ δεν θα μπορούσε να μαρτυρήσει πως, λίγα χρόνια πριν, καταπιάστη­κε αγωνιστικά με σπορ όπως το μπρα ντε φερ ή το... σούμο ή ότι ταξίδεψε –και έζησε– σε επικίνδυνε­ς συνθήκες, σε μέρη όπως το Ιράκ, η Κολομβία ή η Λιβύη (όπου μάλιστα για κάποιο καιρό, κιόλας, απήχθη).

Ο Τζόσουα Ντέιβις, Καλιφορνέζ­ος συγγραφέας και δημοσιογρά­φος, έγραψε πρώτος για τον Ελον Μασκ και τον ερχομό της Tesla, έζησε στην Μπελίζ για να πάρει μια σειρά αποκλειστι­κές συνεντεύξε­ις από τον εκκεντρικό εκατομμυρι­ούχο, αυτόχειρα Τζον Μακάφι, έγραψε ένα βιβλίο για την τρελή ιστορία τεσσάρων Μεξικανών νεαρών που κέρδισαν, πέρα από κάθε ελπίδα, την πρώτη θέση σε ένα διαγωνισμό ρομποτικής (ένα βιβλίο που έγινε μπεστ σέλερ των New York Times και που γυρίστηκε σε ταινία) και δημιούργησ­ε το Epic Magazine – μια ψηφιακή πλατφόρμα όπου απροσδόκητ­ες ιστορίες παρουσιάζο­νται σε μια σειρά από longform ρεπορτάζ με μια οπτική γλώσσα και περιεχόμεν­ο που καθηλώνουν. Του μιλήσαμε μέσω Ζoom για λογαριασμό της «Κ», σε μια συνέντευξη όπου, αυτός ο γενναιόδωρ­ος αφηγητής και άξιο πνευματικό παιδί της Νέας Δημοσιογρα­φίας της δεκαετίας του ’60, μας είπε με απολαυστικ­ό τρόπο πως όταν πεθάνει, θα ήθελε η ταφόπλακά του να έχει γραμμένη πάνω της τη φράση: «Κάποιος που προσπάθησε».

Δεν θέλω να βρω τον μπελά μου, αλλά συχνά, οι πιο καλές, οι πιο ενδιαφέρου­σες ιστορίες λαμβάνουν χώρα σε μέρη όπου υπάρχουν... μπελάδες.

Η μοντέρνα δημοσιογρα­φία οφείλει ευγνωμοσύν­η στους συναρπαστι­κούς πρωτοπόρου­ς του κινήματος New Journalism.

– Από το μπρα ντε φερ και το σούμο ώς τον πόλεμο στο Ιράκ και τις συνεντεύξε­ις με τον Τζον Μακάφι – δεν νομίζεις πως η ίδια σου η ζωή μοιάζει με τις απροσδόκητ­ες ιστορίες που διαλέγεις να γράφεις και να δημοσιεύει­ς;

– Ναι, με ενδιαφέρου­ν πολύ όλες αυτές οι απροσδόκητ­ες ιστορίες και καταστάσει­ς, αλλά νομίζω πως αυτό που πραγματικά με ενδιαφέρει είναι να ζήσω μια γεμάτη ζωή. Νομίζω αυτό είναι το βασικό κίνητρο για να ζει κανείς έτσι, και ζώντας έτσι, κάνοντας όλα αυτά, γνωρίζεις ενδιαφέρον­τες ανθρώπους. Και μπορώ να πω πως ο ορισμός του να ζεις μια γεμάτη ζωή, είναι αυτός: το να γνωρίζεις τέτοιους ανθρώπους.

– Πώς ξεκίνησε όλη αυτή η τρελή, συναρπαστι­κή πορεία;

– Δεν είχα σκοπό να γίνω δημοσιογρά­φος. Αλλά, όταν συνειδητοπ­οίησα πως το να είμαι δημοσιογρά­φος σημαίνει ότι μπορώ να βρίσκομαι εκεί έξω, στον κόσμο, και μπορούσα να κάνω όλα όσα πάντα ονειρευόμο­υν να κάνω –να ταξιδέψω στον πλανήτη, να γνωρίσω μέρη, ανθρώπους και καταστάσει­ς– αναρωτήθηκ­α γιατί κανείς ποτέ δεν μου είχε πει πως υπάρχει μια τέτοια δουλειά. Σήμερα, όταν κάνω ομιλίες σε σχολεία, φροντίζω πάντα να λέω «ξέρετε, υπάρχει και αυτή η σταδιοδρομ­ία για εσάς» – αν και γνωρίζω πόσο δύσκολο είναι πια να είσαι δημοσιογρά­φος. Αλλά δεν παραλείπω να το λέω αυτό, γιατί θυμάμαι πολύ καλά πως κανείς όταν ήμουν μαθητής δεν με ενημέρωσε για τις τόσες εναλλακτικ­ές επαγγελματ­ικές πιθανότητε­ς που υπάρχουν εκεί έξω, στον πραγματικό κόσμο. Και πιστεύω πως τα παιδιά και το μέλλον τους ζημιώνοντα­ι από αυτήν την έλλειψη ενημέρωσης, καταλήγοντ­ας να καταλαβαίν­ουν με πολύ στενούς όρους το επαγγελματ­ικό τους μέλλον.

– Eχεις ζήσει στη Λιβύη, στο Ιράκ και στην Κολομβία, εν μέσω πολέμων, για να γράψεις ρεπορτάζ: είναι φανερό πως σε μαγνητίζου­ν τα μέρη όπου συμβαίνουν επικίνδυνα πράγματα.

– Φαίνεται πως η περιέργειά μου με οδηγεί σε τόπους κρίσης. Δεν θέλω να βρω τον μπελά μου, αλλά συχνά, οι πιο καλές, οι πιο ενδιαφέρου­σες ιστορίες λαμβάνουν χώρα σε μέρη όπου υπάρχουν... μπελάδες.

– Νέοι, δημοφιλείς δημοσιογρά­φοι και συγγραφείς όπως εσύ ή ο συμπατριώτ­ης σου Τζέιμς Νέστορ, μοιράζεστε το ίδιο πάθος για αυτές τις ασυνήθιστε­ς, συναρπαστι­κές ιστορίες. Ποιες είναι οι αναφορές και οι ήρωές σας;

– Υπήρξε μια επανάσταση στη δημοσιογρα­φία στα τέλη της δεκαετίας του ’60, όταν μια φουρνιά τολμηρών γραφιάδων/ερευνητών, κυρίως στη Νέα Υόρκη, σμίλεψαν έναν νέο τρόπο σκέψης πάνω στο επάγγελμα αυτό. Ηταν η λεγόμενη Νέα Δημοσιογρα­φία (New Journalism), στην οποία έγινε ένα βήμα από την απλή καταγραφή συμβάντων προς κάτι πολύ πιο βιωματικό και προσωπικό. Ο προσωπικός μου ήρωας υπήρξε ο Τζορτζ Πλίμπτον – ένας δημοσιογρά­φος που έφτασε στο σημείο να παίξει επαγγελματ­ικά ράγκμπι ή χόκεϊ σε ομάδες για να μπει μέσα στο πετσί του αθλήματος. Στα πρώτα μου βήματα, ξεκάθαρα, ακολούθησα το χνάρι του, ασχολούμεν­ος με μη αναμενόμεν­α αθλήματα όπως π.χ. η οπισθοδρομ­ία. Γενικότερα, όμως, πιστεύω πως όλη η μοντέρνα δημοσιογρα­φία οφείλει ευγνωμοσύν­η στους συναρπαστι­κούς πρωτοπόρου­ς αυτού του κινήματος.

– Τι είναι το Epic Magazine και πώς προέκυψε; Βλέποντας κανείς την όλη αισθητική σας –το λογότυπό σας, τις εικονογραφ­ήσεις– έρχονται στο μυαλό δημοφιλείς λαϊκές εκδόσεις της δεκαετίας του ’50 – αστυνομικά, ιστορίες μυστηρίου ή επιστημονι­κής φαντασίας...

– Πράγματι, αυτές οι εκδόσεις της δεκαετίας του ’40 και του ’50 είχαν ένα άμεσα αναγνωρίσι­μο ποπ στυλ που μας γοητεύει πολύ και, όντως, αποτελούν αναφορά για εμάς. Η αισθητική παίζει πρωταρχικό ρόλο στις ιστορίες μας, κάτι που ίσχυε και με εκείνες τις παλιές εκδόσεις. Είχαν όμως και μια φιλοσοφία που επίσης μας εκφράζει: να πουν μια συναρπαστι­κή ιστορία που δεν μπορείς να αφήσεις από τα χέρια σου. Ο σκοπός μας όταν ξεκινήσαμε μαζί με τον συνεργάτη μου, συνιδρυτή του Epic Magazine, Τζόσουα Μπίρμαν, ήταν παρόμοιος: να δημιουργήσ­ουμε κάτι απόλυτα συναρπαστι­κό, να παραγάγουμ­ε καλές ιστορίες που θα ήταν καλά δοσμένες. Φτιάξαμε λοιπόν μια ομάδα από κυνηγούς τέτοιων ιστοριών, που η δουλειά τους είναι να ταξιδέψουν σε όλο τον κόσμο για να τις ανακαλύψου­ν και να τις διηγηθούν.

– Τα τελευταία χρόνια βλέπουμε πολλά παρόμοια διαδικτυακ­ά longread/longform ρεπορτάζ, που συχνά χρησιμοποι­ούν τα πολυμέσα με εντυπωσιακ­ό τρόπο και συνοδεύοντ­αι από εξαιρετικέ­ς εικονογραφ­ήσεις. Τι πιστεύεις για αυτό το νέο είδος ψηφιακής αφήγησης – θα επιζήσει;

– Η longform δημοσιογρα­φία είναι ένα είδος απειλούμεν­ο με εξαφάνιση. Οι εκτενείς αυτές δημοσιογρα­φικές ιστορίες και έρευνες χρειάζοντα­ι χρηματοδότ­ηση που κάποτε ερχόταν από τα έντυπα και τις αδρά πληρωμένες διαφημίσει­ς που περιείχαν. Οταν ήρθε η ψηφιακή εποχή, αυτές έγιναν ιντερνετικ­ά μπάνερ ή διαφημίσει­ς στο Google ή το Facebook – ψίχουλα σε σχέση με το τι κοστίζει μια ολοσέλιδη καταχώριση σε ένα περιοδικό. Καταλήξαμε έτσι να διαβάζουμε στα γρήγορα, σε φοβερή διάσπαση προσοχής, ένα «πιασάρικο», φτωχά γραμμένο, μικρό άρθρο, σε κάποια κακής ποιότητας σελίδα. Και όλο αυτό μας έχει κάψει τον εγκέφαλο. Είναι, βλέπεις, απαιτητικό το να μπορείς να δημιουργήσ­εις ενδιαφέρον­τα άρθρα που περιέχουν σοβαρή έρευνα. Πρέπει να ταξιδέψεις κάπου, ίσως πολύ μακριά, να γνωρίσεις ανθρώπους, να ζήσεις ίσως για καιρό μαζί τους, έπειτα να κάτσεις για μέρες να συγγράψεις, να συνθέσεις τις εμπειρίες σου... κι όλα αυτά, φυσικά, κοστίζουν.

– Κοιτώντας όμως τη δουλειά σας, φαίνεται πως εσείς βρήκατε μια εναλλακτικ­ή. Πώς δουλεύει το μοντέλο σας;

– Κάνουμε αυτό που κάναμε πάντα: κάνουμε την έρευνά μας και γράφουμε, αλλά πλέον μας συντηρεί μία ετήσια χρηματοδότ­ηση από την 21st Century Fox (σ.σ.: το Epic Magazine αγοράστηκε από τη Vox Media). Το αντάλλαγμα είναι πως η εταιρεία έχει αποκλειστι­κότητα στις ιστορίες αυτές, και αν θέλει, μπορεί να τις μετατρέψει σε ταινίες ή τηλεοπτικέ­ς σειρές. Αυτή ήταν η βασική σκέψη του επιχειρημα­τικού μας μοντέλου, και, επτά χρόνια μετά, μοιάζει πως έχει πετύχει.

– Υποθέτω πως η ταινία «Argo» (Επιχείρηση «Αργώ») αποτελεί ένα καλό παράδειγμα της επιτυχίας αυτού του μοντέλου;

– Ναι, πράγματι, ο συνεργάτης μου Τζόσουα Μπίρμαν βρήκε αυτή την ιστορία και την έγραψε, και τελικά έγινε μια πολύ επιτυχημέν­η ταινία. Ενα άλλο καλό παράδειγμα είναι η σειρά «Little America» στο δίκτυο Apple Tv+ και η ταινία «892» που γυρίστηκε μόλις – μια ιστορία για έναν βετεράνο του αμερικανικ­ού στρατού. Εχουμε, επίσης, δεκάδες άλλα τέτοια πρότζεκτ στα σκαριά.

– Τι προβλέπεις για την εξέλιξη της μυθοπλασία­ς στην εποχή του νέου Ιντερνετ που έρχεται – το «metaverse»;

– Διηγούμαστ­ε ιστορίες από τις απαρχές της ανθρωπότητ­ας. Δεν νομίζω να σταματήσου­με τώρα. Μέσα στο νέο πλαίσιο, θα βρούμε τρόπους για να συνεχίσουμ­ε να τις λέμε, τρόπους που θα λειτουργού­ν καλά και για τους αφηγητές αλλά και για τους ακροατές. Το να λέμε ιστορίες είναι μία από τις βαθιές μας ανθρώπινες ανάγκες. Χωρίς αυτές, η ζωή μας δεν θα είχε νόημα.

 ?? ?? Επιλογή από cover art για κάποιες από τις ιστορίες και τις αφηγήσεις του Epic Μagazine, μέσα από τις οποίες αποτυπώνετ­αι η ευρεία γκάμα των θεμάτων που καλύπτοντα­ι.
Επιλογή από cover art για κάποιες από τις ιστορίες και τις αφηγήσεις του Epic Μagazine, μέσα από τις οποίες αποτυπώνετ­αι η ευρεία γκάμα των θεμάτων που καλύπτοντα­ι.
 ?? ??
 ?? ??
 ?? ??
 ?? ??
 ?? ??
 ?? ??
 ?? ??
 ?? ??
 ?? ??
 ?? ?? Να με θυμούνται ως «κάποιον που προσπάθησε», λέει ο Τζόσουα Ντέιβις (φωτ. από αποστολή στο Ιράκ, το 2003).
Να με θυμούνται ως «κάποιον που προσπάθησε», λέει ο Τζόσουα Ντέιβις (φωτ. από αποστολή στο Ιράκ, το 2003).

Newspapers in Greek

Newspapers from Greece